Η τεχνητή νοημοσύνη, βασικός πυλώνας της 4ης βιομηχανικής επανάστασης η οποία εξελίσσεται με πρωτόγνωρους ρυθμούς, ήρθε και επιδρά σχεδόν σε όλες της πτυχές της καθημερινότητας του σύγχρονου πολίτη του κόσμου και σε όλους τους επαγγελματικούς κλάδους.
Από τη μια, ενισχύει την παραγωγικότητα και την ποιότητα ζωής, από την άλλη η υποκατάσταση της ανθρώπινης παρέμβασης εγείρει ανησυχίες για το μέλλον των θέσεων εργασίας.
Την ίδια ώρα που ειδικοί λένε ότι θα δημιουργηθούν νέα επαγγέλματα, ταυτόχρονα μιλάνε για κατάργηση άλλων. Τι από τα δύο ισχύει, κατά πόσο αποτελεί ευκαιρία η αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης και πού βρίσκεται η χώρα μας σε σχέση με τις εξελίξεις, συζήτησαν στο ΕΡΤnews Radio 105,8και στην εκπομπή «Πρωινές Διαδρομές» ο Βασίλης Αδαμόπουλος και η Μαρία Γεωργίου, εκπρόσωποι κλάδων της εργασίας και εργατολόγοι.
«Η τεχνητή νοημοσύνη είναι ένα φαινόμενο το οποίο τρομάζει επειδή εμφιλοχωρεί μέσα του το άγνωστο και η ταχύτητα σε συνδυασμό με το άγνωστο φέρνει στην ψυχική υγεία του ανθρώπου, την αγωνία για το τι θα συμβεί.
Εκείνο που έχω να πω, συμμετέχοντας σε αρκετά συνέδρια, κυρίως σε παγκόσμιο επίπεδο, είναι ότι η Ελλάδα λιγάκι υστερεί ως προς τα εργασιακά σε σχέση με την τεχνητή νοημοσύνη και την προβλεψιμότητα για τα μέτρα που πρέπει να υιοθετηθούν και την ενημέρωση του κόσμου.
Εν πάση περιπτώσει, καλώς ή κακώς, μέχρι το 2030 τουλάχιστον για τη χώρα μας αναφέρομαι, θα επηρεαστεί ένα μεγάλο ποσοστό των επιχειρήσεων που ξεπερνά το 90%. Άρα, με τον άμεσο και έμμεσο τρόπο πολλές επιχειρήσεις θα επηρεαστούν από το σύστημα αυτό» ανέφερε ο εργατολόγος Γιάννης Καρούζος.
«Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι ότι θα επηρεαστεί άμεσα ή έμμεσα, κατά κύριο λόγο άμεσα, το 25% των εργασιακών σχέσεων στην Ελλάδα τουλάχιστον μέχρι το 2030. Άρα, το ένα τέταρτο, όποιου δουλεύει στο ευρύτερο ιδιωτικό τομέα, (με όποια έννοια αυτή συνδέεται και αποτελεί τον ιδιωτικό τομέα στη χώρα μας), θα επηρεαστεί σε επίπεδο εργασίας από τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης.
Τώρα, τι πρέπει να ξέρουν οι νέοι, οι συνταξιούχοι που μπορεί να συνεχίσουν να εργάζονται, οι εργαζόμενοι εν γένει. Θα περίμενε κανείς να αναπτυχθούν επαγγέλματα ή να είναι αναγκαία τα προσόντα πλέον περισσότερο τυπικά στους εργαζόμενους. Διότι, σου λέει κάποιος πώς θα χειριστεί ένα ρομπότ αν δεν ξέρει; Αυτή είναι η μία έκφανση του επαγγέλματος που θα αλλάξει.
Η άλλη έκφανση είναι ότι η αγορά θα έχει πλέον ανάγκη από τα soft skills, δηλαδή από ζητήματα και προσόντα που ένα ρομπότ δεν μπορεί να τα κατέχει. Παραδείγματος χάριν την ομαδικότητα, τη συνεργατικότητα, την ηθική συνεργασία, την αλληλεγγύη. Αυτά τα στοιχεία που λέγονται στην αγορά εργασίας soft skills είναι τα αναγκαία προκειμένου να μπορέσουν να επιβιώσουν οι εργαζόμενοι στη συνεργατικότητα μεταξύ τους, στην αμοιβαιότητα στην εκτέλεση μιας παροχής και μιας εργασίας. Άρα, αυτά τα προσόντα θα είναι αναγκαία πλέον και θα συνεκτιμώνται από εργοδότες».
Μεταξύ άλλων, ο κ. Καρούζος τόνισε «θα υπάρχει μια πολύ μεγάλη κατηγορία αδιευκρίνιστης απώλειας επαγγελμάτων που δεν θα είναι όπως ήταν οι προηγούμενες (…). Εδώ θα εξαφανιστούν εργαζόμενοι. Με άλλα λόγια, εκείνοι οι εργαζόμενοι που δεν θα μπορούν να απορροφηθούν από το νέο μετασχηματισμό των εταιρειών, δεν θα εκπαιδευτούν για κάτι άλλο. Θα εκλείψουν».
Τέλος, ως προς το αν σε θεσμικό επίπεδο μπορεί να γίνει κάτι, υπογράμμισε «προς το παρόν έχουμε τον Γενικό Κανονισμό, ο οποίος αυτός ρυθμίζει κυρίως τα προσωπικά δεδομένα των εργαζομένων στην επεξεργασία από τεχνητή νοημοσύνη. Θέλουμε να υπάρχουν διατάξεις προβλεψιμότητας στο κοινωνικό κράτος και φυσικά ελέγχου καθ’ οιονδήποτε τρόπο, διευρυμένου, ακόμη και από εργαζόμενους των συστημάτων αυτών. Υπάρχουν πολλά νομοθετήματα που πρέπει να έρθουν. Δυστυχώς, έχουμε αυτή τη στιγμή μόνο ένα κανονισμό και εκεί υστερεί και η Ευρώπη, διότι, η Ευρώπη φέρνει την πρωτοβουλία αυτή στις χώρες-μέλη».
«Θα αλλάξει το μέλλον της παραγωγικότητας και της παραγωγικής διαδικασίας. Για μένα είναι η μεγάλη ευκαιρία της χώρας μας» τόνισε ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ Χρήστος Γούλας.
«Είναι η μεγάλη ευκαιρία να μετασχηματίσουμε το πολύπαθο παραγωγικό σύστημα που όλοι συμφωνούμε, εργαζόμενοι, εργαζόμενοι, εργοδότες, κόμματα, να το φέρουμε πιο ποιοτικό, να φύγουμε από την ένταση της εργασίας και του χρόνου εργασίας, γιατί συνδέεται με την παραγωγικότητα, με τον πολύ χρόνο εργασίας, με τον τελευταίο νόμο των 13 ωρών ενδεικτικό και να πάμε να δούμε πώς θα χρησιμοποιήσουμε θετικά την τεχνητή νοημοσύνη και τις νέες τεχνολογίες, να το μετασχηματίσουμε ποιοτικά και παράλληλα να μετασχηματίσουμε ποιοτικά και την εργασία.
Το ζητούμενο δεν είναι να απορρίψουμε την τεχνητή νοημοσύνη. Το ζητούμενο είναι να την θέσουμε στην υπηρεσία μιας ποιοτικής αναβάθμισης και της παραγωγής και της εργασίας. Και αυτό το διακύβευμα είναι σημαντικό αλλά δεν είναι μόνο τεχνικό θέμα. Είναι βαθιά πολιτικό και βαθιά κοινωνικό» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Εμείς θεωρούμε ότι αυτή τη στιγμή και με βάση τις μελέτες που έχουμε κάνει, αλλά και με δευτερογενείς πηγές, ότι στην Ελλάδα, μεταξύ άλλων, δεν προβλέπεται την επόμενη πενταετία σε μαζική κλίμακα αντικατάσταση της εργασίας, ούτε βεβαίως μια μαζική υιοθέτηση ρομπότ ή υψηλών μοντέλων τεχνητής νοημοσύνης. Οπότε, λόγω της υστέρησης του παραγωγικού συστήματος, έχουμε ένα χρόνο μικρό να προετοιμαστούμε» εξήγησε ο κ. Γούλας.
«Θα ήμουν παρωχημένος να πω ότι δεν είναι το νέο διακύβευμα αυτό που λέμε 4η βιομηχανική επανάσταση. Προφανώς και είναι, αλλά αυτό που είπα είναι ότι ανάλογα τις χώρες και το επίπεδο και το παραγωγικό σύστημα και το μοντέλο που εφαρμόζει κάθε χώρα στον κόσμο, έχει και διαφορετικό τρόπο που φθάνει και επηρεάζει. Εγώ είπα ότι στην Ελλάδα μια βαθιά μαζική αντικατάσταση θέσεων εργασίας την επόμενη 5ετία δεν προβλέπεται.
Τα δικά μας στοιχεία λένε το 22% περίπου, κανείς δεν είναι μάντης. Είναι κάτι πολύ δυναμικό, θέσεων εργασίας στην Ελλάδα, που είναι πολύ μεγάλο, δεν είναι λίγο το 22%, θα επηρεαστούν υψηλά σε υψηλό σε μεσαίο βαθμό και το 78% σε ένα ελάχιστο μηδενικό. Επίσης βλέπουμε κλάδους και επαγγέλματα όπως είναι ο πρωτογενής τομέας, η γεωργία, η κτηνοτροφία, όπως είναι κάποιοι ειδικευμένοι τεχνίτες οποίοι είναι κάποιοι ανειδίκευτοι εργάτες, χειροτέχνες και μικροεπαγγελματίες όπου θα έχουν μια χαμηλότερη έκθεση απ’ ό,τι άλλα επαγγέλματα.
Ξαναλέω, δεν είναι δυνατόν να μην σε επηρεάσει η τεχνητή νοημοσύνη. Προφανώς και μας επηρεάζει, όμως θεωρώ ότι πρέπει αυτή την τριετία, τετραετία που έχουμε προκειμένου να μπει πιο συστηματικά στο δικό μας παραγωγικό σύστημα και η αντίληψή μου είναι θετική, δεν είναι αρνητική. Θεωρώ ότι μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε παραγωγικά, ουσιαστικά και για την αναβάθμιση της ποιότητας της εργασίας και για την αναβάθμιση του παραγωγικού συστήματος είναι το μεγάλο στοίχημα της χώρας.
Αν μου πείτε ποιο είναι το πιο σοβαρό, είναι αυτό. Από εκεί και πέρα, προφανώς πρέπει το εκπαιδευτικό σύστημα να προσαρμοστεί. Προφανώς πρέπει να αναπτυχθούν ουσιαστικά προγράμματα και συστήματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης που θα δίνουν τις δεξιότητες και το ανθρώπινο δυναμικό. Θα πρέπει οι επιχειρήσεις να αρχίσουν να αλλάζουν κουλτούρα, να επενδύουν στο ανθρώπινο δυναμικό, να κάνουν προγράμματα επιμόρφωσης, να τους δίνουν κίνητρα προκειμένου να μετεξελιχθούν και όλα αυτά καταπολεμώντας αυτές τις ανισότητες οι οποίες έρχονται.
Υπάρχει ένα δίπολο στο ανθρώπινο δυναμικό. Στην Ελλάδα είναι οι πιο μορφωμένοι, αυτοί που έχουν καλύτερο εισόδημα και ζουν στα αστικά κέντρα και νέοι άνθρωποι και είναι και αντίστοιχα αυτοί που ζουν στην επαρχία με χαμηλότερο εισόδημα, χαμηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης, όπου οι πρώτοι έχουν υψηλά επίπεδα ψηφιακών δεξιοτήτων, οι δεύτεροι σχεδόν μηδενικά. Αυτή λοιπόν η επέλαση, εντός πολλών εισαγωγικών κατά την άποψή μου, της τεχνητής νοημοσύνης, θα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτό το δίπολο, να αμβλύνει τις ανισότητες και να μην τις εντείνει περισσότερο. Ο κίνδυνος να ενταθούν είναι μεγάλος» συμπλήρωσε ο κ. Γούλας.
Ο ΣΕΒ έχει περίπου 850 μέλη, τα οποία περιλαμβάνουν τις πολύ μεγάλες εταιρείες της χώρας, αλλά και πολλές μεσαίες και μικρομεσαίες εταιρείες.
«Συνοπτικά θα έλεγα ότι οι μεγάλες εταιρείες μοιάζουν να είναι πολύ έτοιμες. Δεν θα έλεγα απλά έτοιμες. Ήδη χρησιμοποιούν αυτές τις τεχνολογίες. Και στο συνέδριο που κάναμε, οι μεγάλες εταιρείες, ο Τιτάνας, η Olympia Group, Βιοχάλκο, τέτοιου τύπου εταιρείες παρουσίασαν case studies στους μικρότερους για να καταλάβουν και οι μικρότεροι και μεσαίοι με ποιο τρόπο ήδη χρησιμοποιούν αυτές τις τεχνολογίες. Οπότε στους μεγάλους δεν υπάρχει ανησυχία για την υιοθέτηση» ανέφερε ο Πρόεδρος της Επιτροπής Καινοτομίας του ΣΕΒ Μάρκος Βερέμης.
«Εκεί που εμείς επειγόμαστε, είναι να αρχίσουν να τις χρησιμοποιούν αυτές τις τεχνολογίες και οι μικρότερες εταιρείες. Γι’ αυτό φτιάξαμε και ένα πρόγραμμα με τα πανεπιστήμια και συγκεκριμένα με το Alba, όπου μπορούσαν οι μικρότερες εταιρείες να εγγραφούν και είχαμε πάρα πάρα πολλές εγγραφές στο να μάθουν τα βασικά και να αρχίσουν γρήγορα να κινούνται στην κατεύθυνση της τεχνητής νοημοσύνης» προσέθεσε.
«Για να το βάλω σε ένα πλαίσιο, γιατί το θεωρούμε τόσο σημαντικό. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που ταλαιπωρήθηκε πάρα πολύ καιρό και έμεινε πάρα πολύ πίσω κατά τη διάρκεια της κρίσης. Τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει πάλι μια κανονική χώρα αν το δει κανείς από πλευράς ανεργίας από πλευράς ανάπτυξης, έχουμε από τους μεγαλύτερες ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρώπη.
Εκεί που υστερούμε ακόμα, είμαστε στο 50%, στην παραγωγικότητα. Είμαστε στο 50% του μέσου όρου της Ευρώπης και αυτό είναι που μας προβληματίζει πιο πολύ στον ΣΕΒ γιατί τι μπορείς να κάνεις για να αυξήσεις την παραγωγικότητά σου, δεδομένου ότι είναι το ένα πράγμα που τελικά καθορίζει αν θα είσαι μια χώρα που αναπτύσσεται γρήγορα και ο πλούτος μοιράζεται και οι άνθρωποι έχουν ευημερία.
Λοιπόν, δεδομένου ότι έχουμε ένα δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα, όπως έχει όλη η Ευρώπη, δηλαδή, δεν μπορείς να ποντάρεις σε πολλά πράγματα για να αυξήσεις την παραγωγικότητά σου. Ένα από αυτά που σίγουρα μπορείς να ποντάρεις είναι η υιοθέτηση της τεχνολογίας. Φαίνεται ότι οι χώρες με μεγάλη υιοθέτηση τεχνολογίας και ειδικά υψηλής τεχνολογίας μπορεί να ανεβάσει γρήγορα την παραγωγικότητα. Και να διευκρινίσω ότι η παραγωγικότητα δεν σημαίνει ότι ο κόσμος δουλεύει παραπάνω. Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Σημαίνει ότι πετυχαίνεις περισσότερα με λιγότερα» περιέγραψε ο κ. Βερέμης.
Ο προβληματισμός της απώλειας θέσεων εργασίας είναι αναμφίβολα βάσιμος, συμφώνησε ερωτηθείς σχετικά, απλώς, σημείωσε, αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα αυτό δεν είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα.
«Είναι πιο υπαρκτό το πρόβλημα της υιοθέτησης αυτής της τεχνολογίας και όχι μόνο του AI, κάθε τεχνολογίας, αλλά ειδικά του AI. Η Ελλάδα έχει χάσει σειρά επαναστάσεων, τεχνολογικών στο παρελθόν στα τελευταία 20 χρόνια. Αν θέλετε να κουβεντιάσουμε αυτό το θέμα, μπορούμε, απλώς αυτό που λέω είναι ότι πάμε κατευθείαν σε ένα πρόβλημα, χωρίς να έχουμε πρώτα δει τις ευκαιρίες.
Είναι σαν να λες ότι εγώ μπορεί να πάθω μηνίσκο αν παίζω πολύ μπάλα ενώ δεν παίζω μπάλα» επισήμανε.
Ως προς το πώς μπορεί η χώρα μας να φτάσει από το σημείο που βρίσκεται σήμερα στο επιθυμητό επίπεδο της χρήσης των νέων τεχνολογιών όταν οι επιχειρήσεις φαίνεται πως βασίζονται περισσότερο στην εντατικοποίηση της εργασίας αντί της επένδυσης στην καινοτομία, ο κ. Βερέμης ανέφερε τα εξής.
«Δεν υπάρχει κάποια λύση που μπορείς να επιβάλεις με κάποιον τρόπο αυτόματα. Αυτό το οποίο γενικά έχουμε παρατηρήσει είναι ότι όταν κάποιες εταιρείες πρότυπα, να το πούμε έτσι, εταιρείες που οι μικρότεροι και μεσαίοι θαυμάζουν, υιοθετούν γρήγορα που φαίνεται να υιοθετούν πολύ γρήγορα μια τέτοια τεχνολογία, ελπίζουμε στον μιμητισμό, ότι και οι υπόλοιποι σιγά σιγά θα αρχίσουν να κοιτάνε πόσο γρήγορα μπορούν να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Η ουσία του θέματος αυτή τη στιγμή είναι ότι στην Ελλάδα μας λείπουν και άνθρωποι με υψηλές δεξιότητες, αλλά μας λείπουν και πάρα πολλοί άνθρωποι με χαμηλές δεξιότητες. Εδώ συζητάμε αν πρέπει να εισάγουμε κόσμο από άλλα μέρη του κόσμου για να καλύψουμε αυτές τις θέσεις.
Όταν συζητάς για πράγματα όπως ένα call center, αυτό είναι το αντίστοιχο του ανθρώπου που δουλεύει σε ένα χωράφι, αν το δείτε στη μοντέρνα οικονομία. Λοιπόν, δεν υπάρχουν Έλληνες αρκετοί που θέλουν να δουλέψουν σε ένα call center έτσι κι αλλιώς, δεν το επιθυμούν, όπως δεν θέλουν να μαζεύουν τις ελιές.
Και είναι μια δουλειά που πρέπει να γίνει, δεν μπορεί να μη γίνει. Ίσως στο μέλλον η ρομποτική μας λύνει το θέμα του μαζέματος των ελιών αντί να χρησιμοποιούμε φθηνά εργατικά, αυτό που σίγουρα συμβαίνει σε ένα call center μπορείς να χρησιμοποιείς AI αν έχεις, αυτό ήδη συμβαίνει.
Λοιπόν, εγώ θα έλεγα ας προσπαθήσουμε να είμαστε πιο θετικοί και αισιόδοξοι, γιατί αν πάμε κατευθείαν στα μεγάλα προβλήματα που δεν αρνούμαι και ευχαρίστως να τα κουβεντιάσουμε, χάνουμε λίγο αυτό που είναι χρήσιμο για τη χώρα, που είναι να φροντίσουν αυτοί οι άνθρωποι που βρίσκονται στη χώρα και θέλουν να δουλέψουν, να κάνουν δουλειές που είναι πιο ουσιαστικές από δουλειές, που είναι φανερό ότι έτσι κι αλλιώς δεν θέλουν να τις κάνουν. Αυτές τις δουλειές, πρέπει να τις κάνει με κάποιο τρόπο η τεχνολογία. Γιατί πρέπει να γίνουν; Αυτό είναι η δική μου λογική».
Σε ό,τι αφορά τα επαγγέλματα και τις δεξιότητες που και στη χώρα μας, μελλοντικά, αναμένεται να είναι αναγκαία, είπε τα εξής.
«Το World Economic Forum που έκανε μια μελέτη για το πώς αλλάζουν οι δεξιότητες που θα χρειαστούν στην εποχή του AI, συνοψίζει ωραία αυτό το οποίο χρειάζεται. Σου λέει ότι, πάμε από μια εξειδικευμένη μάθηση που έχει επικρατήσει στη Δύση τα τελευταία 100 χρόνια, ο εξειδικευμένος άνθρωπος που κάνει ένα πράγμα πολύ καλά, πηγαίνουμε σε μια αναγεννησιακή μάθηση. Γιατί; Διότι υπάρχουν κάποια πράγματα τα οποία τα μηχανήματα μπορούν να τα κάνουν καλύτερα από εμάς και κάποια πράγματα που δεν μπορούν.
Αυτά που δεν μπορούν να κάνουν τα μηχανήματα καλύτερα από εμάς συνοψίζονται, αν θέλετε να το πάμε και λίγο πιο ρομαντικά στις βασικές αρχές της Ευδαιμονίας του Αριστοτέλη. Σου λέει ότι ο άνθρωπος έχει μπορεί να έχει Τόλμη, μπορεί να έχει Ενσυναίσθηση, μπορεί να έχει την αίσθηση του Μέτρου και μπορεί να έχει και την αίσθηση της Δικαιοσύνης. Αυτά είναι χαρακτηριστικά που έχει ο άνθρωπος, δεν έχει το AIή τα μηχανήματα. Οπότε οι σπουδές που έχουν να κάνουν με την κριτική σκέψη έχουν να κάνουν με τη δημιουργικότητα, έχουν να κάνουν με τη διαχείριση ανθρώπων, έχουν να κάνουν με τέτοια πράγματα, θα έχουν μεγαλύτερη αξία από ό,τι αυτό που λέγαμε πριν 10 χρόνια, να γίνουν όλοι προγραμματιστές».
Μιλώντας στην ίδια εκπομπή, ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας Ευριπίδης Στυλιανίδης, ο οποίος πρόσφαταπαρουσίασε το βιβλίο του «Τεχνητή Νοημοσύνη, Ανθρώπινα Δικαιώματα, Δημοκρατία & Κράτος Δικαίου», εξέφρασε την άποψη ότι βρισκόμαστε σε μετάβαση.
«Εμείς είμαστε μια γενιά που προέρχεται από τον κόσμο της φυσικής νοημοσύνης, ενώ τα παιδιά μας περισσότερο συλλειτουργούν μέσα στο χώρο της τεχνητής νοημοσύνης και θα εντατικοποιείται αυτό στο μέλλον. Αυτή η μετάβαση έχει κόστος.
Είναι βέβαιο δηλαδή ότι πολλά επαγγέλματα θα εξαφανιστούν. Θα περάσουμε από σχηματισμούς που είχαν ένταση εργασίας σε σχηματισμούς που έχουν ένταση κεφαλαίου. Ο εργαζόμενος θα χρειάζεται να λειτουργεί λιγότερες μέρες και ώρες, παράγοντας όμως περισσότερα οικονομικά αποτελέσματα για τον εαυτό του και βελτιώνοντας την ποιότητα της ζωής του.
Το ζήτημα είναι για αυτούς τους εργαζόμενους που δεν θα μπορέσουν να μπουν στην προσαρμογή ή δεν θα έχουν το χρόνο ή δεν θα έχουν πλέον τη δυνατότητα να το κάνουν. Δηλαδή, αυτούς που κάνουν ένα απλό επάγγελμα του παρελθόντος και δεν έχουν τη δυνατότητα να προσαρμοστούν στις δεξιότητες του μέλλοντος. Εκεί πρέπει να υπάρξει κοινωνική πολιτική.
Για τη νέα γενιά όμως, η οποία έχει αρχίσει και εκπαιδεύεται πάνω στις νέες μεθόδους, θα πρέπει να από τώρα να γίνει σαφές ποιες ειδικότητες, ποια επαγγέλματα είναι τα επαγγέλματα του μέλλοντος, ώστε να μπορέσει να προετοιμαστεί πάνω σε αυτά και να μην αντιμετωπίσει το φάσμα της ανεργίας» εξήγησε ο κ. Στυλιανίδης.
«Οι προβλέψεις λένε ότι η τεχνητή νοημοσύνη θα δώσει δυνατότητες απασχόλησης σε όλες τις κατηγορίες εργαζομένων, απλά θα πρέπει να τύχει πολύ προσεκτικής και υπεύθυνης διαχείρισης η μετάβαση προς αυτή τη νέα εποχή. Και επίσης και κάτι άλλο, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, κυρίως βιομηχανικής παραγωγής ή διοικητικής λειτουργίας η τεχνητή νοημοσύνη θα λειτουργήσει ευεργετικά για τους παραλήπτες, δηλαδή τους καταναλωτές. Δηλαδή, ένα αυτοκίνητο, παραδείγματος χάριν, που θα βάφεται ή θα φτιάχνεται με robotics, θα γίνεται γρηγορότερα, θα είναι ποιοτικότερο και στο τέλος θα είναι φθηνότερο για τον καταναλωτή. Αυτή την ισορροπία όμως πρέπει να την αναζητήσουμε» συμπλήρωσε.
Ως προς το πόσο έτοιμη είναι η χώρα μας είναι έτοιμη να υποδεχθεί αυτή τη νέα εποχή, είπε τα εξής.
«Κανένας στον πλανήτη δεν είναι έτοιμος αυτή τη στιγμή. Υπάρχει ένας έντονος ανταγωνισμός κυρίως μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας για το ποιος θα κυριαρχήσει στον χώρο της τεχνητής νοημοσύνης, διότι αυτό θα επηρεάσει την άμυνα, την οικονομία, την υγεία, την παιδεία, τις εργασιακές σχέσεις κτλ. Υπάρχουν τρεις διαφορετικές σχολές σκέψης που αλληλοσυγκρούονται και κάποιες προσπαθούν να βρουν και έναν κοινό τόπο.
Οι Κινέζοι τρέχουν χωρίς, λόγω του πολιτικού συστήματος με το οποίο κυβερνώνται, χωρίς να υπολογίζουν την άμεση επίπτωση που μπορεί να έχει η τεχνολογία αυτή στα ανθρώπινα δικαιώματα, στη λειτουργία της δημοκρατίας, γιατί δεν τους ενδιαφέρει, δεν είναι προτεραιότητά τους. Προτεραιότητά τους είναι, παραδείγματος χάριν, να παρακολουθούν τα προσωπικά δεδομένα των πολιτών και όχι να τα προστατεύουν.
Οι Ευρωπαίοι από την άλλη, ανησυχούν και νομοθετούν υπερβολικά αυστηρά με το AI Act, με τον κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, γιατί δεν θέλουν να περιέλθει το κέντρο βάρος της δύναμης από την πολιτική στις μεγάλες πλατφόρμες τις ιδιωτικές, τα big data που λέμε, διότι θα εξουσιάζουν μετά, αυτά τις αποφάσεις χωρίς να μπορεί κανείς να τα ελέγξει.
Και οι Αμερικάνοι από την άλλη λένε αφήστε μας, μην δημιουργείτε τόσο αυστηρά πλαίσια, διότι αν τα κάνετε αυστηρά δεν θα μπορέσουμε να τρέξουμε την έρευνα. Και αν μας προσπεράσουν οι Κινέζοι, αυτό το συγκεντρωτικό μοντέλο θα το επιβάλουν διεθνώς. Αφήστε μας να βρούμε μια ισορροπία ανάμεσα στο regulation, δηλαδή στην νομοθέτηση και στην έρευνα.
Πάμε να δημιουργήσουμε λοιπόν ένα κοινό αξιακό πλαίσιο με τις Ηνωμένες Πολιτείες ως Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά αυτό προσιδιάζει περισσότερο προς την σύμβαση πλαίσιο που έχουμε ολοκληρώσει ήδη στο Συμβούλιο της Ευρώπης, που δίνει τις βασικές αρχές και αξίες που πρέπει να προστατευτούν, την οποία έχουν υπογράψει ήδη και οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση ως οργανισμός και λιγότερο προς ένα αυστηρό μοντέλο σαν τον ευρωπαϊκό κανονισμό που αποστερεί τη δυνατότητα να τρέξει η έρευνα με την ίδια ταχύτητα για να προστατευθεί το σύστημα των ελέγχων και των ισορροπιών που υπάρχει στη Δυτική Δημοκρατία.
Αυτός είναι ένας κεντρικός διεθνής προβληματισμός για τον οποίο έχουμε συζητήσει και στο Συμβούλιο της Ευρώπης, όπου συμμετέχω στην αρμόδια επιτροπή που έφτιαξε αυτή τη σύμβαση πλαίσιο, αλλά και σε όλα τα φόρα τα διεθνή».






