Εδώ και ένα χρόνο περίπου ένα από τα θέματα της συζήτησης στην Τουρκία αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο, ήταν ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα των εκλογών της 14ης Μαΐου.
Μετά από είκοσι χρόνια στην εξουσία ο Ερντογάν, είχε πληγεί από δικά του κυρίως λάθη. Η περίεργη οικονομική του πολιτική, είχε οδηγήσει την τουρκική λίρα σε μεγάλη απαξίωση, κάνοντας εξαιρετικά δύσκολη την καθημερινή επιβίωση του Τούρκων πολιτών, που ένα μεγάλο μέρος τους ζει κάτω από το όριο της φτώχιας.
Το αποτέλσμα του πραγματικού ή “στημένου” πραξικοπήματος από τον ίδιο το 2016, είχε οδηγήσει σε διώξεις εκατοντάδων χιλιάδων, τους οποίους ο ίδιος θεωρούσε ως αντιπάλους. Αυτό συγχρόνως είχε οδηγήσει τον Ερντογάν σε έναν όλο και πιο σκληρό αυταρχισμό, κάνοντας την Τουρκία να μοιάζει περισσότερο με δικτατορία παρά με δημοκρατία.
Οι σχέσεις που με την Δύση επίσης τα τελευταία χρόνια, είχαν γίνει ιδιαίτερα προβληματικές και έγιναν ακόμη πιο δύσκολες όταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, καθώς ο Ερντογάν παρά την αρχική καταδίκη της εισβολής, έμοιαζε πρακτικά περισσότερο με σύμμαχο του Πούτιν, με τον οποίο διατηρούσε ιδιαίτερα θερμές σχέσεις, παρά με σύμμαχο της Δύσης, κάτι που οδήγησε σε μεγάλα προβλήματα τις σχέσεις του με τις ΗΠΑ και της απόρριψη της ενίσχυσης της Τουρκίας σε πιο σύγχρονο εξοπλισμό κυρίως του αεροπορικού του στόλου.
Το ίδιο καιρό η συμμαχία των κομμάτων της αντιπολίτευσης είχε αποκτήσει μια ιδιαίτερη δυναμική και όπως φαινόταν και στις πιο πρόσφατες δημοσκοπήσεις, η διατήρηση της εξουσίας από τον Ερντογάν έμοιαζε πολύ δύσκολη.
Οι εκλογές διέψευσαν τα προγνωστικά. Αν και ο Ερντογάν δεν κατάφερε να ξεπεράσει το 50% που θα του εξασφάλιζε την Προεδρία και την διατήρηση της εξουσίας του για ακόμη πέντε χρόνια, από την Κυριακή των εκλογών, εντούτοις κατάφερε να “τερματίσει” πρώτος με ποσοστό 49,3, ενώ ο αντίπαλος με ποσοστό σχεδόν 45% ήταν μάλλον ο ηττημένος της βραδιάς.
Γιατί όμως ο Ερντογάν κατάφερε να επιβιώσει παρά τα προβλήματα, ενώ οι αντίπαλοι του μάλλον έχασαν παρ` όλο που την τελική απάντηση και τον νικητή θα το μάθουμε στις 28 Μαΐου όταν θα γίνει η επαναληπτική εκλογή.
Δεν είναι μόνο η προσωπική σχέση που έχει καταφέρει να χτίσει με τους ψηφοφόρους του και η ιδιαίτερη γοητεία που ασκεί σε ένα μεγάλο μέρος του κοινού ο Ερντογάν.
Ήταν περισσότερο το μοιραίο λάθος της αντιπολίτευσης.
Για πολλούς μήνες το θέμα της συμμαχία των έξι κομμάτων της αντιπολίτευσης ήταν το ποιος θα ήταν τελικά ο αρχηγός της συμμαχίας, αυτός δηλαδή που θα αντιμετώπιζε τον Ερντογάν ως βασικός διεκδικητής της εξουσίας.
Μετά από την επίμονη απαίτηση του Κιλιτσνταρογλου, που ήταν και ο ηγέτης του μεγαλύτερου κόματος του αντιπολιτευτικού συνασπισμού, τελικά ήταν αυτός που επελέγη να αντιμετωπίσει τον Ερντογάν.
Για την αντιπολίτευση αυτό ήταν το μοιραίο λάθος της. Σε ηλικία 74 ετών και χωρίς κανένα επικοινωνιακό χάρισμα, η επιλογή του Κιλιτσντ`αρογλου αποδείχτηκε όχι απλώς λάθος , αλλά καταστροφική, καθώς υστερούσε σημαντικά απέναντι στα επικοινωνιακά χαρίσματα του Ερντογάν που ενισχύθηκαν από το ότι βρισκόταν στην εξουσία, πράγμα που του έδωσε έναν απίθανα μεγαλύτερο συγκριτικά χρόνο προβολής απέναντι στον αντίπαλο του.
Η σωστή επιλογή για την αντιπολίτευση θα ήταν να είχε επιλέξει ως αντίπαλο του Ερντογάν ή τον χαρισματικό Δήμαρχο της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου, ή τον εξ ίσου χαρισματικό Δήμαρχο της Αγκυρας, Μανσούρ Γιαβάς.
Και οι δυο αρκετά πιο νέοι, αλλά και πιο “συγχρονοι” από τον Ερντογάν, θα είχαν κατά πάσα πιθανότητα καταφέρει να επικρατήσουν απέναντι στον Ερντογάν εύκολα ή δύσκολα.
Τώρα τα πράγματα μοιάζουν ιδιαίτερα δύσκολα για την αντιπολίτευση και πιθανόν η ευκαιρία να βγάλουν τον Ερντογάν από την εξουσία να έχει χαθεί.
Οι ελπίδες της αντιπολίτευσης βρίσκονται στην αναμενόμενη στήριξη από τον εθνικιστή τρίτο προεδρικό υποψήφιο, Σινάν Ογάν, που με το 5% που πήρε είναι από τα πράγματα ο ρυθμιστής των εκλογών της 28ης Μαΐου.