AD

Η Αρχή του Τέλους ή το Τέλος της Αρχής για τον Σύριζα και τον Αλέξη Τσίπρα ;

 Εκείνο απόγευμα της Κυριακής 21 Μαΐου, καθώς ο ήλιος κατέβαινε προς την δύση του, ο Αλέξης Τσίπρας ετοιμαζόταν να κατέβει για να πάρει το αυτοκίνητο που θα τον μετάφερε στα γραφεία του Σύριζα, στην Κουμουνδούρου.

Εκείνη την ώρα είχε μάθει ήδη τα αποτελέσματα του πρώτου exit poll , που έδινε μια υπεροχή κατά μέσον όρο 11 μονάδων στην Νέα Δημοκρατία και μάλλον αυτό το αποτέλεσμα θα του προκάλεσε κάποια όχι ευχάριστη έκπληξη, καθώς ο ίδιος και το μεγαλύτερο μέρος των στελεχών του Σύριζα, τρέφουν μια μεγάλη αντιπάθεια, ή μάλλον εχθρότητα, προς τις δημοσκοπήσεις και όποια άλλη καταμέτρηση που δεν δίνει τα πρωτεία στο κόμμα του.

Είτε πριν κατέβει στο αυτοκίνητο του, είτε όταν βρισκόταν καθ`οδόν, θα έμαθε και τα αποτελέσματα από το οριστικό exit poll, που ΄`αφησε άφωνη όλη την Ελλάδα και προφανώς και τον ίδιο. Η Νέα Δημοκρατία συγκέντρωνε ένα ποσοστό που θα ξεπερνούσε το 40%, ενώ ο Σύριζα ίσα που ξεπερνούσε το 20%.

Όλες τις προηγούμενες μέρες σε όσες “καφενειακές” συζητήσεις βρέθηκα οι περισσότεροι λογάριζαν πως η Νέα Δημοκρατία θα ερχόταν πρώτη, με ένα ποσοστό υπεροχής από 3-6 μονάδες.

Ο ίδιος ο Τσίπρας που όπως είπαμε πιο πάνω, καθώς αντιπαθεί τις δημοσκοπήσεις, βαθιά μέσα του είχε την ελπίδα πως ο Σύριζα μπορούσε και να ξεπεράσει την Νέα Δημοκρατία, άλλωστε αυτό υποστήριζε και σε όλες τις ομιλίες του.

Οι μόνοι που ήξεραν την αλήθεια ήταν εκείνοι που έκαναν τις δημοσκοπήσεις, που όσο πλησίαζαν οι εκλογές, έβλεπαν -και αυτοί με έκπληξη – αυτό που προέκυψε τελικά. Άλλοι μπορεί να πίστεψαν ότι ίσως επρόκειτο για κάποιο στατιστικό λάθος, αλλά οι περισσότεροι έχοντας υποστεί ένα γιγαντιαίο μπούλινγκ από το Σύριζα εδώ και χρόνια, δεν τόλμησαν να δημοσιεύσουν τα αποτελέσματα και τα ¨στρογγύλεψαν”, δίνοντας μια διαφορά 4-5 μονάδων και μερικές λίγο πάρα πάνω υπέρ της Νέας Δημοκρατίας. Φανταστείτε τι θα γινόταν από τοn Σύριζα, αν έβγαινε κάποια δημοσκόπηση, λίγο πριν από τις εκλογές, που θα έδινε 40% στη Νέα Δημοκρατία και 20 % στον Σύριζα.

Πως μπορεί να αισθανόταν ο Αλέξης Τσίπρας καθώς κατέβαινε προς την Κουμουνδούρου, γνωρίζοντας ότι όχι απλώς είχε ηττηθεί, αλλά είχε κυριολεκτικά συντριβεί. Για πολλά κόμματα και για πολλούς πολιτικούς πολιτικούς αρχηγούς, το να βρεθούν στην θέση του, ένα τέτοιο αποτέλεσμα θα οδηγούσε σε άμεση παραίτηση. Αλλά τέτοιες σκέψεις δεν πέρασαν μάλλον ούτε από το μυαλό του ίδιου του Τσίπρα και πολύ περισσότερο από το μυαλό των στλεχών του. Ο ίδιος ο Τσίπρας αργότερα σε συνέντευξη του είπε ότι η παραίτηση πέρασε από το μυαλό του, αλλά γρήγορα αντιλήφθηκε ότι στην μέση μιας μεγάλης μάχης, δεν είχε αυτό το δικαίωμα. Ο Σύριζα είναι ίσως το μοναδικό μεγάλο κόμμα στην Ελλάδα που δεν έχει εναλλακτικές λύσεις σε περίπτωση αποχώρησης του Τσίπρα. 

Όταν έφτασε στην Κουμουνδούρου, ένα μικρό πλήθος υποστηρικτών τον περίμενε, αλλά ο Τσίπρας προχώρησε αμίλητος, χωρίς να δηλώσει τίποτα στο εσωτερικό της Κουμουνδούρου. Η δήλωση παραδοχής της ήττας λίγο αργότερα και αφού είχε προηγηθεί ένα τηλεφώνημα συγχαρητηρίων στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ήταν ελαφρώς “μουτρωμένη” και κοφτή. 

Κατά πάσα πιθανότητα στα γραφεία της Κουμουνδούρου, κανείς δεν τόλμησε να κατηγορήσει ή να αμφισβητήσει τον Τσίπρα. Και αυτό οφείλεται στον ίδιο λόγο, που εξηγεί και γιατί δεν έχει καταφέρει να δημιουργήσει στελέχη, που κάποτε θα έδιναν προοπτική συνέχειας στον Σύριζα. Γιατί στο εσωτερικό αυτού του κόμματος εκείνο που κυριαρχεί, είναι ένα σχεδόν “μεσσιανικός” φόβος απέναντι στον αρχηγό του, γιατί γνωρίζουν ότι χωρίς τον Τσίπρα, ο Σύριζα δεν θα είχε φτάσει ποτέ εκεί που έφτασε. Ο φόβος είναι μια πολύ αποτελεσματική μεθοδος για να διατηρήσει κανείς την ηγεμονία του σε μια ομάδα ανθρώπων ή σε ένα πολιτικό κόμμα, όπως έλεγε κάποτε ο Μακιαβέλι. Πολλοί πολιτικοί και πολλοί ιδιοκτήτες εταιρειών ακολουθούν κατά γράμμα αυτήν την Μακιαβελική μέθοδο. Είναι εκείνοι που δεν έχουν διαβάσει ως το τέλος το σχετικό απόσπασμα του Μακιαβέλι. Γιατί μπορεί σ` αυτό το απόσπασμα να υποστηρίζει, ότι αν είσαι ηγέτης είναι καλύτερα να σε φοβούνται παρά να σε αγαπάνε, αλλά καταλήγει στο ότι καλύτερο κι από τα δύο είναι να σε σέβονται. Ο φόβος σαν μέθοδος διοίκησης είναι αποτελεσματικός, αλλά μόνο βραχυχρόνια. Σε βάθος χρόνου ο φόβος σε μια κοινωνία, σε ένα κόμμα ή σε μια εταιρεία, θα οδηγήσει μαθηματικά στην καταστροφή. 

Την επόμενη κιόλας των εκλογών ο Τσίπρας άρχισε να επανέρχεται στον γνώριμο εαυτό του. Σύμφωνα με τις δηλώσεις της επόμενης μέρας, για την συντριπτική ήττα τόσο του ίδιου όσο και του Σύριζα δεν έφταιγε ούτε ο ίδιος ούτε ο Σύριζα, αλλά το ότι στην προεκλογική περίοδο τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης είχαν στο μυαλό τους το χωραφάκι τους ενώ ο ίδιος σκεφτόταν την χώρα. 

Γι αυτό μπορούμε να έχουμε κάποιες αμφιβολίες. Το κατά πόσο ο Τσίπρας σκέφτεται την χώρα το διαπιστώσαμε στις αρχές του `20 και όταν οι Τούρκοι επιχείρησαν την υβριδική εισβολή μέσω χιλιάδων προσφύγων στον Έβρο. Ο μεν ίδιος κρύφτηκε για τρεις μέρες αποφεύγοντας να διατυπώσει άποψη, ενώ η νεολαία του Σύριζα έκανε διαδηλώσεις κοντά στα σύνορα – ενάντια στην θέση της ελληνικής κυβέρνησης που έκλεισε άμεσα τα σύνορα – και υποστηρίζοντας ότι τα σύνορα έπρεπε να μείνουν ανοιχτά για τους πρόσφυγες. Το διαπιστώσαμε και όταν ήρθαν τα εμβόλια για την πανδημία και με πρωταγωνιστή τον Πολλάκη, αλλά και με άλλες εκδηλώσεις, ο Σύριζα ήταν ουσιαστικά εναντίον των εμβολιασμών.

Πολλοί ακόμη αναλογίζονται με φρίκη τι θα είχε γίνει αν εκείνη την εποχή βρισκόταν στην εξουσία ο Σύριζα και αν κανένα εκατομμύριο πρόσφυγες είχαν εισβάλλει στην Ελλάδα με καμία δυνατότητα να ελεγχθούν και αν συγχρόνως προέκυπτε η πανδημία.

Το μόνο που είχε στο μυαλό του ο Τσίπρας ήταν το πως θα γινόταν επικεφαλής μιας κάποιας κυβέρνησης είτε των νικητών, είτε των ηττημένων , είτε των απελπισμένων, βάζοντας έτσι στο τσεπάκι του τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης και στην ουσία εξουδετερώνοντας τα, ίσως για πάντα.

Αλλα ας παρουμε τα πράγματα από την αρχή. Από τα νεανικά του χρόνια ο Τσίπρας είχε διακριθεί για την πολιτική του δράση, με σχολικές καταλήψεις και άλλα παρόμοια. 

Κάποια χρόνια αργότερα είχε ενταχθεί στον Συνασπισμό και με τον καιρό είχε γίνει το αγαπημένο παιδί του Αλέκου Αλαβάνου, που και το πρότεινε ως υποψήφιο Δήμαρχο της Αθήνας στις δημοτικές εκλογές του 2006. Ο Τσίπρας δεν εξελέγη μεν Δήμαρχος, αλλά τόσο το παρουσιαστικό του όσο και το λέγειν του, του επέτρεψαν να πετύχει ένα πολύ αξιορπόσεκτο ποσοστό και έτσι το άστρο του άρχισε να ανατέλει στο κόμμα του.

Κάποια χρόνια αργότερα ο Αλέκος Αλαβάνος τον προώθησε στην ηγεσία του κόμματος, κάτι για το οποίο ο ίδος μετάνοιωσε πικρά όπως έχει πει επανειλημμένα σε δηλώσεις του.

Η άνοδος του Τσίπρα στην ηγεσία του – όπως είχε γίνει το όνομα του – Σύριζα, ήταν από εκείνα μοιραία γεγονότα που συχνά αλλάζουν την Ιστορία όταν ο κατάλληλος άνθρωπος βρεθεί στην κατάλληλη θέση την κατάλληλη στιγμη.

Η άνοδος του Τσίπρα στην ηγεσία του Σύριζα συνέπεσε, με την κάθοδο της χώρας στον γκρεμό της χρεωκοπίας. Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου, Πρωθυπουργός της χώρα το 2010 και ηγέτης του Πασόκ, ανακοίνωσε την υπαγωγή της χώρας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, εκτός των άλλων συνέδεσε την μοίρα των δυο αυτών κομμάτων με έναν περίεργο και μοναδικό τρόπο. Με λίγα λόγια ο Σύριζα ένα κόμμα που για δεκαετίες συγκέντρωνε ποσοστά του 3-4% , γιγαντώθηκε ξαφνικά με τα υλικά κατεδάφισης που προέκυψαν από την κατάρρευση του Πασόκ.

Οι οπαδοί του Πασόκ, το οποίο με τα χρόνια είχε γίνει ένα περίπου σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, απογοητευμένοι αλλά και θυμωμένοι με το κόμμα τους μετακόμισαν σταδιακά στην ριζοσπαστική Αριστερά τουν Σύριζα και του Αλέξη Τσίπρα. Έτσι το 2012 ο Σύριζα είχε γίνει αξιωματική αντιπολίτευση και έμοιαζε να καλπάζει προς την εξουσία, κάτι που θύμιζε να ανάλογο καλπασμό στου Πασόκ προς την εξουσία από το 1974 ως το 1981 που έγινε κυβέρνηση.

Οι θυμωμένοι και απογοητευμένοι πρώην οπαδοί του Πασόκ, νόμισαν τότε ότι στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα, βρήκαν έναν καινούργιο Ανδρέα Παπανδρέου, καθώς ο Τσίπρας είχε μάθει να μιμείται σχεδόν στην εντέλεια την φωνή του Ανδρέα. Οι ομοιότητες όμως τέλειωναν στην φωνή.

Οι εκπλήξεις άρχισαν αμέσως μετά την νίκη του Σύριζα, που όμως δεν του έδινε αυτοδυναμία. Έτσι από όλα τα κόμματα που τότε θα μπορούσε να συνεργαστεί, διάλεξε τους Ανεξάρτητους Έλληνες του Πάνου Καμμένα, ένα κόμμα της καρναβαλίστικης ακροδεξιάς κι αυτό προϊόν της κατάρρευσης του προηγούμενου πολιτικού σκηνικού. Οι συνεννοήσεις ανάμεσα στα δυο κόμματα και τους αρχηγούς τους είχαν αρχίσει πριν από τις εκλογές.

Τώρα, ποια σχέση συγκυβέρνησης μπορούσαν να δημιουργήσουν ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς και της καρναβαλίστικης ακροδεξιάς, μόνο οι αρχηγοί τους το ξέρουν, αλλά εκείνο που ήταν εμφανές ήταν ο κυνισμός και των δύο κομμάτων προκειμένου να κατακτήσουν την εξουσία. Οι ζαλισμένοι οπαδοί του πρώην Πασόκ, ζητωκραύγαζαν την συνεργασία των δυο κομμάτων.

Το “παντρεμα” των δυο κομμάτων, ήταν και η έμπρακτη απόδειξη γιατο ότι στην εποχή μας η ριζοσπαστική Αριστερά του Σύριζα και του Αλέξη Τσίπρα είχε περισσότερες ομοιότητες, παρά διαφορές με την καρναβαλίστικη δεξιά των Ανεξάρτητων Ελλήνων του Πάνου Καμμένου.

Όταν τον Ιανουάριο του 2015 ό Σύριζα, νέα συγκυριακό φαινόμενο της εποχής τηα βαθιά οικονομικής κρίσης κέρδισε τις εκλογές, ήταν τελείως ανέτοιμος για να κυβερνήσει. Άλλο να παριστάνεις τον “επαναστάτη” και άλλο να κυβερνάς. Το κόμμα έμοιαζε περισσότερο με ένα ασκέρι, όπου τα περισσότερα από τα προβεβλημένα στελέχη που βρέθηκαν σε υπουργικές θέσεις, ζούσαν σε διαφορετικές κατά περίπτωση εποχές. Αλλοι νόμιζαν ότι ζούσαν στην Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 και στην περίοδο της Σοβιετικής Ένωσης. Άλλοι νόμιζαν ότι ζούσαν στο 1945 και στη περίοδο του ελληνικού εμφυλίου. Άλλοι νόμιζα ότι ζούσαν στην περίοδο της δικατορίας 1967-1974 και άλλοι στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτεσυης και της θεαματικής ανόδου του Πασόκ τότε. Κανείς δεν ζούσε στο σήμερα και στα πρβλήματα της εποχής. Το ότι έπεσαν με φόρα στο τοίχο για 6-7 μήνες όσο διαρκούσε η συγκρουσιακή διαπραγμάτευση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν είναι περίεργο αν κανείς έκανε ανατομία στα μυαλά τους, καθώς νόμιζαν πως όλος ο κόσμος θα υποκλινόταν στο φαινόμενο Σύριζα που θα γινόταν κάτι σαν την Κούβα της Ανατολικής Μεσογείου.

Η θεαματική κωλοτούμπα μετά το κωμικοτραγικό θεάμα της τελικής διαπραγμάτευσης, δεν θα έπρεπε να εκπλήσει κανέναν καθώς ήταν το λογικό τέλος μιας παράλογης και συχνά σχιζοφρενικής διαπραγμάτευσης,

Τα λάθη της διακυβέρνησης δεν ήταν απλώς πολλά γιατί όλη αυτή η περίοδος ήταν ένα μεγάλο συνολικό λάθος, από την οποία θα έπρεπε να ξεχωρίζει κανείς μόνο την ανατριχιαστική άποψη, ότι “αυτό που θέλαμε δεν ήταν η κυβέρνηση, αλλά η εξουσία” με λίγα λόγια η άλωση των θεσμών της Δημοκρατίας και η επιβολή ενός αυταρχικού καθεστώτος. Άλλωστε ο ίδιος ο Τσίπρας δεν έκρυψε ποτέ τον θαυμασμό του για αυταρχικά καθεστώτα, κυρίως της Νοτίου Αμερικής, όπου αν το πρόσημα του ενός ή του άλλου καθεστώτος προς τα Αριστερά ή προς τα Δεξιά δεν έχει και μεγάλη σημασία. Ο σκοπός είναι η απόλυτη αυταρχική εξουσία.

Η απώλεια της διακυβέρνησης ήταν μια πρώτη έκπληξη για το Σύριζα και για τον Τσίπρα που δεν μπορούσαν να κατανοήσουν πως και γιατί έχασαν από την Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη για τον οποίο ο Τσίπρας είχε πει “από αυτόν εγώ δεν πρόκειται να χάσω ποτέ”. `Οταν έχεις συνηθίσει να ζεις εκτός πραγματικότητας, έχοντας φτιάξει μια αυθαίρετη δικιά σου, τέτοιες εκπλήξεις, αποτελούν το νομοτελειακό αποτέλεσμα.

Έτσι ο Σύριζα πέφτοντας από έκπληξη σε έκπληξη, όπως το 2015 βρέθηκε ανέτοιμος να κυβερνήσει έτσι και το 2019 βρέθηκε ανέτοιμος να κάνει αντιπολίτευση.

Έχοντας πάρει την απόφαση να αντιπολιτευτεί με την απαράγωγη άποψη του “όχι σε όλα”, πήρε λάθος θέση σε όλες τις σοβαρές, περίπου κοσμογονικές κρίσεις που η χώρα και η κυβέρνηση Μητσοτάκη κλήθηκε να αντιμετωπίσει.

Ο Σύριζα και ο Τσίπρας πήραν λάθος θέση στην υβριδική επίθεση της Τουρκίας στον Έβρο κατηγορώντας την κυβέρνηση για ανάλγητη συμπεριφορά προς του μετανάστες (!), υιοθετώντας πολλές φορές θέσεις της τουρκικής προπαγάνδας και διαφόρων “ύποπτων¨ΜΚΟ, όπως με την περίπτωση της ανύπαρκτης μικρής Μαρίας που βρήκε επίσης ανύπαρκτο θάνατο στην νησίδα στο Έβρο.

Ήταν λάθος στην αντιμετώπιση της πανδημίας, υποστηρίζοντας ψεκασμένες αντιεμβολιστικές θεωρίες συνωμοσίας, που κάποιοι τις διακινούσαν είτε λόγω σοβαρών ψυχιατρικών προβλημάτυων, είτε γιατί από τότε είχε αρχίσει να εντάσσεται στην πληρωμένη ρωσική προπαγάνδα, με σκοπό να προκαλεί κοινωνικές κρίσεις στις κοινωνίες της Δύσης.

Ήταν λάθος στα εθνικά θέματα και την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων, τη στιγμή που Ελλάδα είχε αρχίσει να αντιμετωπίζει όλο και πιο έντονες επιθετικές απειλές από την Τουρκία. Πήρε λάθος θέση και σε όλες τις συμμαχίες που δημιούργησε η Ελλάδα, όπως με την Γαλλία και με τις ΗΠΑ, προκειμένου να υπάχρουν ισχυροί σύμμαχοι, αν η επιθετικότητα της Τουρκίας έφτανε στο να δημιουργήσει πολεμικά συμβάντα.

Πήρε λάθος θέση και στην καθαρή θέση που πήρε η Ελλάδα, υπέρ της Ουκρανίας και της Δύσης και κατά της ρωσικής επιθετικότητας.

Καθώς πλησίαζαν οι εκλογές, προσπαθούσε να πείσει τους πολίτες που υπέφεραν εξ αιτίας της ακρίβειας που προξένησε ο πόλεμος στην Ουκρανία, ότι αυτό δεν οφειλόταν στην παγκόσμια άνοδο των τιμών της ενέργειας, αλλά στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Η επιλογή του Τσίπρα για εκλογές με το σύστημα της απλής αναλογικής – από το 2016 που ψήφισε τον σχετικό νόμο – που σαν σκοπό είχε κυρίως να διατηρηθεί ο ίδιος ως επικεφαλής κάποιας κυβέρνησης συνεργασίας, αποδείχθηκε κι αυτή λάθος επιλογή γιατί έτσι όπως ήρθαν οι συγκυρίες, πρώτον αριθμητικά δεν προέκυπτε το αποτέλεσμα και δεύτερον γιατί αυτό που είχε στο μυαλό του ο Τσίπρας , δηλαδή να κυβερνήσει μαζί με το Πασόκ του Νίκου Ανδρουλάκη και με το ΜέΡΑ25 του Βαρουφάκη, έμοιαζε περισσότερο με αχρείαστη και ανέφικτη περιπέτεια, παρά με πρόταση διακυβέρνησης, Και οι δυο “συνεταίροι” είχαν ήδη τις δικές τους βλέψεις ή τις δικές τους “τρέλες”, όπως η “Δήμητρες” του Βαρουφάκη.

Τα λάθη της Νέας Δημοκρατίας σ` αυτό το διάστημα όπως η υπόθεση τηε παρακολούθησης του Ανδρουλάκη, μια πραγματικά ακατανόητη πρωτοβουλία -για ποιο λόγο να παρακολουθήσεις τον Ανδρουλάκη τη στιγμή που δεν είχε καν ακόμη εκλεγεί νέος αρχηγός του Πασόκ – όπως και το τραγικό δυστήχημα στα Τέμπη δεν κόστισαν όσο θα ήλπιζε ο Σύριζα εξ αιτίας ενός εξαιρετικού πελονεκτήματος που έχει ο Μητσοτάκης και που δεν είχε κανές αρχηγός όποιας κυβέρνησης ως τώρα.

Το πλεονέκτημα του Μητσοτάκη είναι ότι παραδέχεται αμέσως τα λάθη του και κάνει ότι μπορεί για να τα διορθώσει, χωρίς να κρύβεται πίσω από δικαιολογίες και υπεκφυγές. Αυτό ακόμη πολλοί δεν καταλαβαίνουν πόσο μεγάλο αίσθημα εμπιστοσύνης δημιουργεί. Όπως έλεγαν οι αρχαίοι πρόγονοι μας “Το πλανάσθαι ανθρώπινον, το ομολογείν την πλάνην θείον”.

Όπως και στις όποιες προσωπικές μας σχέσεις, η εμπιστοσύνη μπορεί να διατηρηθεί, μόνο όταν κάποιος παταδέχεται τα λάθη του.

Ας θυμηθούμε σε αντιδιαστολή το τρόπο που αντιμετώπισε ο Τσίπρας και το επιτελείο του, την τραγωδία της Νέας Μάκρης, τόσο το μοιραίο βράδυ της πυρκαγιάς, όσο και τις επόμενες μέρες.

Το κύριο λάθος του Τσίπρα καθώς πλησίαζαν οι εκλογές ήταν το ότι η ελληνική κοινωνία μετά από 13 χρόνια αλλεπάλληλων κρίσεων ήταν εξαιρετικά κουρασμένη και ότι το μόνο που ήταν το πραγματικά ζητούμενο, ήταν κάποιο αίσθημα ασφάλειας και σταθερότητας, που είχε αρχίσει να κάνει την εμφάνιση του εδώ και κάποιους μήνες.

Ο Τσίπρας τους καλούσε για περιπέτειες που μάλλον θα κατέληγαν στα βράχια, ενώ ο Μητσοτάκης πρόβαλε το μόνο πραγματικά ζητούμενο : Σταθερότητα. 

O Τσίπρας κοπιάροντας τον Ανδρέα Παπανδρέου του 1981, επέλεξε σαν βασικό σύνθημα της προεκλογικής του εκστρατείας την λέξη “Αλλαγή”` Αυτό το σύνθημα μπορεί να ήταν καλό για το 1981, αλλά δεν ήταν η λέξη “κλειδί” για την σημερινή συγκυρία. Η λέξη “κλειδί ήταν η “Σταθερότητα”.

Είναι ζήτημα αντίληψης. Ή την έχεις ή δεν την έχεις…

Το αποτέλεσμα των εκλογών ήταν πραγματικά ένα σοκ για όλους, νικητές και ηττημένους. Η καθίζηση του Σύριζα, ήταν πραγματικά για τα στελέχη και τους υποστηρικτές του Σύριζα, σαν πρόσκληση σε κηδεία, γι αυτό άλλωστε και όλοι μιλούν για “περίοδο πένθους”.

Και την ήττα ο Σύριζα την αντιμετώπισε με λάθος τρόπο. Ο Τσίπρας είπε ότι οι ψηφοφόροι δεν τον κατάλαβαν και ότι φταίνε τα κόμματα της αντιπολίτεσυης που κοίταζαν το χωραφάκι τους. Ο Ξυδάκης με την ανεκδιήγητη “ομιχλη στα μυαλά των ψηφοφόρων” και τα Σύνδρομα της Στοκχόλμης και του Θυωρού της Νύχτας. Εδώ δεν μιλάμε για παράνοια, αλλά για καλάμι που δεν αφήνει να ξεπεζέψεις. ο Σκουρλέτης είπε ότι “μας έκαναν άνθρωπους”. Πιθανόν, αλλά ξέχασν να γίνουν και οι ΄ιδιοι.

Ο μόνος που αντιμετώπισε το θέμα γενναία ήταν μάλλον ο Γιώργος Τσίπρας, με δήλωση του λέγοντας : 

Ευχαριστώ όλους όσους με τίμησαν με την ψήφο τους. Ιδιαίτερα, ευχαριστώ από καρδιάς όλους όσους βοήθησαν σε αυτή τη μάχη.

Η συντριπτική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ έχει δύο διαστάσεις. Τη ρευστοποίηση των τελευταίων ημερών από τα αυτογκόλ που οδήγησαν στην μαζική τιμωρία του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κόσμος μας είπε «φτάνει πια». Το είπε τις τελευταίες μόλις μέρες σε εμάς αντί στη ΝΔ της ακρίβειας και των υποκλοπών. Και οδηγηθήκαμε σε μια απίστευτη ρευστοποίηση, σε μια κατολίσθηση. Σε ποιο πράγμα είπε ο κόσμος «φτάνει πια»; Αυτό είναι το ένα ερώτημα.

Αλλά και πριν τη ρευστοποίηση, ο συσχετισμός μετά από τέσσερα χρόνια Μητσοτάκη δεν ήταν αυτός που θα έπρεπε να είναι. Δεν έφταιγαν οι δημοσκοπήσεις, τα κατεχόμενα μίντια, οι πελατειακές σχέσεις. Για όσους ήθελαν να το δουν, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έπειθε ως εναλλακτική λύση. Οι περισσότεροι σύντροφοι δεν ήθελαν να το δουν. Γιατί; Αυτό είναι το δεύτερο ερώτημα.

Τα δυο ερωτήματα έχουν την ίδια απάντηση. Η περίοδος της παιδικής χαράς τελειώνει με ένα χαστούκι. Μας έφτυσαν, δεν βρέχει. Το χαστούκι είναι η τελευταία ευκαιρία να σοβαρευτούμε. Η δεύτερη ευκαιρία που μας δόθηκε με το 32% του 2019 δεν υπάρχει πια. Την κατασπαταλήσαμε τόσο που χειρότερα δε γινόταν. Η υπόσχεση του Αλέξη Τσίπρα το βράδυ των εκλογών του 2019 για τη μεγάλη προοδευτική παράταξη και μετασχηματισμό του κόμματος, που γέννησε ελπίδα σε χιλιάδες δημοκρατικού κόσμου, ενταφιάστηκε πανηγυρικά σε εσωκομματικές ισορροπίες. Και σαν να μην έφτανε αυτό, πολλοί σύντροφοι θεωρούσαν το 32% του 2019 ως βάση εκκίνησης. Απογείωση από την πραγματικότητα. Απ’ την αρχή λοιπόν.

Στις χθεσινές εκλογές το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο θριάμβευσε. Ζει και βασιλεύει παρά τις διαβεβαιώσεις της Κουμουνδούρου περί του αντιθέτου. Δεν ισχύει το «έτσι είναι αν έτσι νομίζετε». Το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο δεν είναι μόνο τα κανάλια και οι καναλάρχες. Είναι κυρίως η απογοήτευση, επιφύλαξη, τσαντίλα πολλών διαφορετικών κοινωνικών «φυλών» για πλευρές της πολιτικής μας και πριν και μετά το 2019. Για πολλές πλευρές από αυτές έχει δίκιο ο κόσμος και όχι εμείς. Η αυτοαναφορικότητα και αλαζονεία απέναντί του δεν αποτελεί απάντηση, είναι ό,τι χειρότερο. Η άρνηση ακόμη και να δούμε σε τι συνίσταται το διαβόητο αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο είναι στρουθοκαμηλισμός. Και το πληρώσαμε.

Αυτά και άλλα πολλά μετά τις δεύτερες εκλογές. Προέχει η μάχη των επόμενων εκλογών. Δεν είναι χαμένη. Δεν έχει τελειώσει τίποτα. Η αυτοδυναμία Μητσοτάκη κάθε άλλο παρά σίγουρη είναι. Χρειάζεται συστράτευση δυνάμεων εντός κι εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Με όλες μας μας τις δυνάμεις. Το δίλημμα δεύτερη τετραετία Μητσοτάκη ή Αλέξης Τσίπρας και αλλαγή πολιτικής παραμένει αντικειμενικά το επίδικο των εκλογών, παρά τη συντριβή. Δεν έφταιξε το επίδικο ούτε απέκτησε ξαφνικά ρεύμα ο Μητσοτάκης. Άλλα έφταιξαν.

Με όλες μας τις δυνάμεις!

Αλλά ούτε και αυτό το 20%, έδειξε ότι μπορεί να ξυπνήσει το Τσίπρα από τις παλιακές εμμονές του. Έτσι αυτό που επέλεξε μόλις συνήλθε από το σοκ, ήταν το να προβάλει την επιζητούμενη αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας, ως μπαμπούλα, που θα κάνει την Νέα Δημοκρατία “παντοδύναμη και τον Μητσοτάκη “ηγεμόνα”.

Θα πρέπει κάποτε ο αρχηγός του Σύριζα να καταλάβει ότι ο κόσμος δεν είναι τόσο χαζός, ούτε πάσχει από έλλειψη μνήμης. Είναι λες και ξαφνικά κατέβηκε η λέξη “αυτοδυναμία” από τον ουρανό.

Οι περισσότερες Κυβερνήσεις από το 1974 και μετά ήταν Κυβερνήσεις “αυτοδυναμίας”. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις όπως το 1989, ή το 2012 ή η εκτρωματική λύση του 2015, ήταν κυβερνήσεις συνεργασίας.

Όλες οι άλλες κυβερνήσεις είτε της Νέα Δημοκρατίας είτε του Πασόκ ήταν Κυβερνήσεις αυτοδύναμες. Και υπήρξαν και κυβερνήσεις που εκλέχτηκαν με ποσοστό 48%.

Κανένας δεν έγινε ούτε “παντοδύναμος”, ούτε και “ηγεμόνας”.

Σαν να μην έφταναν όλα τα πάρα πάνω η καταρρεύση του Σύριζα, τον βρήκε αντιμέτωπο και με ένα άλλο προβλημα. Τη σχετική άνοδο του Πασόκ που πλησίασε το 12% και που εκείνο το βράδυ στο επιτελείο της Χαριλάου Τρικούπη επικρατούσε ευφορία “νίκης”, που έδωσε σε πολλούς του Πασόκ την αισιοδοξία ότι στις επόμενες εκλογές, αν διαχειρίζονταν καλά τις εξελίξεις θα μπορούσαν ίσως και να φτάσουν να γίνουν αξιωματική αντιπολίτευση, ξεπερνώντας το Σύριζα.

Έτσι ο Τσίπρας καθώς προσπαθούσε και ακόμη προσπαθεί να βρει τρόπο για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα του, βρέθηκε να “απειλείται” από τρεις μεριές.

Από τη μια μεριά η Νέα Δημοκρατία με τον αέρα του νικητή, από την άλλη το Πασόκ που κανείς δεν ξέρει αν θα συνεχιστεί η άνοδος του και από μια άλλη πλευρά από το κόμμα της ζωής Κωνσταντοπούλου που λίγο έλειψε να ξεπεράσει το “φράγμα” του 3% ενώ οι περισσότεροι υπολογίζουν, ότι θα το καταφέρει στις εκλογές της 25ης Ιουνίου.

Ευτυχώς για τον Σύριζα, ο Νίκος Ανδρουλάκης ενθουσιάστηκε λίγο πάρα πάνω από ότι έπρεπε με το σχεδόν 12% και άλλαξε μέσα σε δυο μέρες τον τόνο της αντιπολίτευσης που έκανε, υψώνοντας απότομα τους τόνους, ξεχνώντας την μετριοπαθή και συχνά λογική στάση που κρατούσε τα τελευταία χρόνια και προχώρησε σε μια πολύ επιθετική επιλογή, που μάλλον δεν θα του βγει σε καλό. Με λίγα λόγια το Πασόκ “καβάλησε το καλάμι” απότομα και με λάθος τρόπο.

Καθώς απομένουν 20 μέρες ως τις εκλογές τις 25ης Ιουνίου, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το αποτέλσμα τοων εκλογών της 21ης Μαΐου, πέρα από οτιδήποτε άλλο, δείχνει, ότι βαθιά στο εκλογικό σώμα συντελείται μια πολύ μεγάλη μεταβολή αντίληψης, που ακόμη έχει μέλλον ,μπροστά της.

Όλα όσα περάσαμε τα τελευταία χρόνια, η βαθιά οικονομική κρίση, η επιθετικότητα της Τουρκίας, η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η αύξηση των τιμών της ενέργειας, έχουν δημιουργήσει μια καινούργια κατάσταση παγκόσμια, έχει αλλάξει τις ισορροπίες και πιθανότητα θα διαρκέσει για πολλές δεκαετίες ακόμη, χωρίς κανείς να προβλέψει την τελική έκβαση, ενώ συγχρόνως, είναι μάλλον σίγουρο, ότι θα υπάρξουν και πολλά απρόοπτα προβλήματα και πιθανότητατα μεγάλες καταστροφές.

Είμαστε σε ένα κόσμο απρόβλεπτο και τα καινούργια προβλήματα δεν λύνονται με παλιές συνταγές.

Όπως έδειξε το υποτονικό κλίμα των εκλογών και τα χαμηλών τόνων επινίκια, όλα αποτέλεσαν για την Ελλάδα και τους Έλληνες, ένα μεγάλο σοκ που άφησε μεγάλη ψυχολογική αβεβαιότητα και μια “κακοκεφιά” που είναι ένα γενικό κοινωνικό σύμπτωμα.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και για τον Σύριζα και για τον Αλέξη Τσίπρα, οι εκλογές της 25ης Ιουνίου έχουν και μια διάσταση “υπαρξιακού” αγώνα επιβίωσης.

Στο διάστημα του ενός μηνός που είχαν στην διάθεση τους, όλα τα στελέχη του Σύριζα παλιά και καινούργια, ήταν πολύ δύσκολο να αλλάξουν προφίλ και ακόμη πιο δύσκολο ποιο προφίλ να επιλέξουν.

Αν η 25ης Ιουνίου επιβεβαιώσει τα αποτελέσματα της 21ης Μαΐου και ο Τσίπρας και ο Σύριζα θα βρεθούν στο σταυροδρόμι στορικών και ακόμη πιο “υπαρξιακών” αποφάσεων. Θα έχει διάθεση ο Τσίπρας να συνεχίσει ως αρχηγός του Σύριζα, μετά από τόσες ήττες; Για τα στελέχη του και για όση εσωστρέφεια φέρει ένα ακόμη αρνητικό αποτέλεσμα το ερώτημα είναι ένα : Μπορεί να συνεχίσει να υπάρχει ο Σύριζα ως κόμμα εξουσίας χωρίς τον Τσίπρα;

Το βράδυ της 25ης Ιουνίου θα έχουμε μπει σε έναν καινούργιο πολιτικό κύκλο, με κάποιους γνωστούς και με κάποιους άγνωστους πρωταγωνιστές…

Print Friendly, PDF & Email

AD

ΜΗΝ ΧΑΣΕΤΕ

Μάτια Ερμητικά Κλειστά | Το κύκνειο άσμα του Stanley Kubrick

Στις 26 Ιουλίου 1928 γεννήθηκε ο μεγάλος Kubrick. 72 χρόνια αργότερα, όταν έκλεισε για πάντα τα μάτια του, όσοι αναλύουν τους συμβολισμούς της τελευταίας ταινίας αναρωτιούνται για το κατά πόσο ο θάνατος του ήταν συμπτωματικός.

Print Friendly, PDF & Email
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >

Εβίτα Περόν | Διεκδίκησα περισσότερα δικαιώματα για τις γυναίκες, επειδή ήξερα τί αναγκάζονται να υποφέρουν

Από νόθο παιδί και ταπεινωμένη στάρλετ σε Πρώτη Κυρία της Αργεντινής. Αγαπήθηκε και μισήθηκε με τόση φρενίτιδα που άγγιξε εν ζωή το μύθο. Έφυγε από τη ζωή στις 26 Ιουλίου του 1952.

Print Friendly, PDF & Email
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >

Τζέρι Χολ & Μικ Τζάγκερ | Ο θυελλώδης έρωτας & η Αντζελίνα Τζολί- `πέτρα του σκανδάλου`

O αυθεντικός σταρ είναι γνωστό ότι ήταν ανέκαθεν ασυγκράτητος & ότι είχε πολλές ερωμένες… Υπήρξε όμως μία που τον προκαλούσε να την κυνηγάει… Με αφορμή τα 81 χρόνια από τη γέννησή του, στις 26 Ιουλίου του 1943, ας θυμηθούμε μια παλιά ιστορία…

Print Friendly, PDF & Email
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ >