Τις αντι-δυτικές δυνάμεις του τόπου συνδέει μία κοινή στάση απέναντι σε τρία ζητήματα εθνικής σημασίας: την αποφυγή της χρεοκοπίας, την αντιμετώπιση της πανδημίας και τη θέση της χώρας στην ουκρανική κρίση.
Γράφει ο Κώστας Παπαχρήστου
Προβληματισμό έχει προκαλέσει η παρουσία στη Βουλή ενός σημαντικού αριθμού εκπροσώπων του λεγόμενου αντι-δυτικού χώρου. Ενός χώρου που υπερβαίνει τις κομματικές γραμμές αφού, μέσα σε αυτόν, εκείνα που χωρίζουν «δεξιές» και «αριστερές» ιδεολογικές θέσεις παύουν να έχουν σημασία. Αυτό που ενοποιεί τον χώρο είναι πιο ισχυρό από εκείνα που τον διχάζουν…
Μία περιδιάβαση στα social media τα τελευταία 13 χρόνια αποκαλύπτει την εκτός πραγματικότητας και λογικής στάση ενός όχι ευκαταφρόνητου ποσοστού νεοελλήνων σε τρεις πρόσφατες κρίσεις με εθνική σημασία. Τα μέλη της σημαντικής αυτής κοινωνικής ομάδας δείχνει να συνδέει η αντιπάθεια, ή μάλλον το μίσος, για έναν κοινό εχθρό. Ένα μίσος τόσο μεγάλο που καταργεί ακόμα και τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε εμφατικά αντίθετες πολιτικές ιδεολογίες. Αποδέκτης του μίσους είναι μία ιδέα που, μετά από δύο αιματηρούς παγκόσμιους πολέμους, κατόρθωσε να μετουσιωθεί σε πολιτική πραγματικότητα: η φιλελεύθερη, δημοκρατική Δύση.
Αν επιχειρούσαμε να καταγράψουμε τα κοινά χαρακτηριστικά των μελών της παραπάνω ομάδας νεοελλήνων, θα ξεχωρίζαμε ιδιαίτερα τα ακόλουθα:
1. Όπως ήδη αναφέραμε, απεχθάνονται την φιλελεύθερη Δυτική δημοκρατία (την οποία συχνά περιγράφουν ως «παρηκμασμένη» και «διεφθαρμένη»), ακόμα και αν αυτή είναι το σύστημα που αναγνωρίζει και προστατεύει στον μέγιστο βαθμό τα ανθρώπινα δικαιώματα. Ως αιτιολογία επικαλούνται τον «μπαμπούλα» της παγκοσμιοποίησης και των αγορών, που καθιστούν την ελευθερία αποκλειστικό – υποτίθεται – όπλο στα χέρια των ισχυρών. Ειδικότερα, εμφανίζουν «αλλεργική» αντίδραση στην ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης και υποστηρίζουν θερμά κάθε προσπάθεια υπονόμευσής της (οι ιαχές θριάμβου για το “Brexit” αντηχούν ακόμα…).
2. Θαυμάζουν αυταρχικές (και κατά βάση αντιδημοκρατικές) ηγετικές προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Βλαντιμίρ Πούτιν. Το ότι οι τελευταίοι δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για μία σειρά από θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα στις χώρες τους, δεν φαίνεται να μειώνει τις συμπάθειες που απολαμβάνουν. Θα μπορούσα να πω, μάλιστα, ότι τις ενισχύει!
3. Οραματίζονται μία Ελλάδα περίκλειστη, εσωστρεφή και απομονωμένη (από τη Δύση, φυσικά) ως το μόνο μοντέλο που οδηγεί σε εθνική ανεξαρτησία.
Στις τρεις μεγάλες εθνικές κρίσεις των τελευταίων χρόνων, οι πολίτες αυτοί εναντιώθηκαν με κάθε θεμιτό και αθέμιτο τρόπο στις επιλογές της εκάστοτε εξουσίας, στον βαθμό που αυτές ήταν σύμφωνες με τις αποφάσεις των ευρωπαϊκών θεσμών. Ας δούμε κάθε περίπτωση ξεχωριστά:
Την περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης (εθνικής χρεοκοπίας, για να μην κρυβόμαστε) συγκρότησαν συμπαγές «αντιμνημονιακό» μέτωπο, αξιώνοντας από την «κακή» Ευρώπη, που έσπευσε να μας γλιτώσει από την καταστροφή με λεφτά των φορολογουμένων της, να παραιτηθεί από το δικαίωμα άσκησης εποπτείας στον τρόπο με τον οποίο θα αξιοποιούσαμε τη βοήθειά της. Επιστέγασμα της μαζικής παράνοιας ήταν το «επικό» 62% στο δημοψήφισμα του 2015, το οποίο απεικόνισε την αφελή πίστη στην τότε διακινούμενη ιδέα ότι η βούληση του ελληνικού λαού ήταν αρκετή για να αλλάξει τους θεσμικούς κανόνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση! Κάποια στιγμιότυπα της εθνικής μας αφέλειας περιέγραψα χρόνια αργότερα σε ένα κείμενο στο «Βήμα».
Η επόμενη εθνική κρίση ήταν μέρος μίας παγκόσμιας: η πανδημία Covid-19. Σύμφωνα με το νέο αντι-δυτικό αφήγημα, επρόκειτο για ένα «αθώο είδος γρίπης» που το παγκοσμιοποιημένο κερδοσκοπικό σύστημα παρουσίαζε ως (δήθεν) σοβαρή απειλή, με σκοπό τον περαιτέρω πλουτισμό των φαρμακοβιομηχάνων και των μεγαλο-γιατρών. Κάθε επιστημονικά συνιστώμενο και θεσμικά επιβαλλόμενο μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας συνάντησε λυσσώδεις αντιδράσεις. Αρχικά, οι μάσκες ποδοπατήθηκαν επιδεικτικά ή πυρπολήθηκαν σε δημόσιες τελετές άρνησης, ενώ γονείς βιαιοπράγησαν ενάντια σε δασκάλους και διευθυντές σχολείων που, τηρώντας τον νόμο, ζήτησαν από τους μαθητές να τις φορούν πριν μπουν στην τάξη. Στα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, πολλοί (κυρίως από τον χώρο της Αριστεράς) απάντησαν με μαζικές συγκεντρώσεις «διαμαρτυρίας». Όμως, κορύφωση της ομαδικής παράνοιας αποτέλεσε το αντι-εμβολιαστικό «κίνημα», τούτη τη φορά με συγκριτικά μεγαλύτερη εκπροσώπηση από κύκλους της «αντισυστημικής» άκρας Δεξιάς (ο Ντόναλντ Τραμπ είχε ήδη ανοίξει τον δρόμο). Και τι δεν ακούστηκε στα social media στο πλαίσιο μίας εμμονικής προσπάθειας κατασυκοφάντησης του εμβολίου! Θα έλεγε κάποιος ότι η άρνηση στο εμβόλιο έγινε σύμβολο αντίστασης ενάντια στην ίδια την επιστήμη.
Κι ερχόμαστε στην πιο πρόσφατη διεθνή κρίση με σημαντικές ελληνικές προεκτάσεις: την ρωσική πολεμική επιχείρηση στην Ουκρανία. Ένας κατ’ ουσίαν δικτάτορας, ηγέτης μίας κατ’ επίφασιν «δημοκρατίας», εισβάλλει σε γειτονική χώρα επικαλούμενος ζητήματα «ασφάλειας» της χώρας του. Η μέθοδός του θυμίζει έντονα τις πρώτες πολεμικές επιχειρήσεις του Χίτλερ το 1939. Αυτό, όμως, που γεννά εφιαλτικά σενάρια για την Ελλάδα είναι οι εμφανείς αναλογίες του ουκρανικού ζητήματος με το καθεστώς των απειλών που δέχεται η χώρα μας στα ανατολικά της. Οι αναλογίες αυτές δεν αφορούν μόνο το προφίλ προσωπικότητας δύο αμφίβολης δημοκρατικότητας ηγετών, αλλά και τα παρεμφερή επιχειρήματα που αυτοί χρησιμοποιούν για να αιτιολογήσουν την επιθετικότητά τους. Έτσι, αν κάποιος θεωρούσε ως «δικαιολογημένη» την εισβολή του «τσάρου» στην Ουκρανία, εξ ίσου «δικαιολογημένη» θα έπρεπε να θεωρεί και μία ενδεχόμενη επίθεση του «σουλτάνου» στα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου!
Εν τούτοις, ο «τσάρος» έχει έναν συμπαγή πυρήνα φανατικών υποστηρικτών στην Ελλάδα, οι περισσότεροι εκ των οποίων διέπρεψαν προηγουμένως στον αντιεμβολιαστικό αγώνα. Αν και γνωρίζουν καλά ότι, στην παρούσα συγκυρία, κάθε υποστήριξη στην φιλοπόλεμη πολιτική της Ρωσίας κλείνει ευνοϊκά το μάτι στα σχέδια της Τουρκίας ενάντια στη χώρα μας, υπάρχει κάτι που υπερβαίνει κατά πολύ το αίσθημα της φιλοπατρίας τους (αν υποτεθεί ότι υφίσταται): το μίσος τους για τη Δύση. Και, η Ρωσία του προέδρου Πούτιν είναι η μόνη ελπίδα που τους απομένει ώστε να δουν την μισητή Δύση να ηττάται, να καταστρέφεται και να ταπεινώνεται. Ακόμα και αν η ίδια η Ελλάδα – μέρος, εξ ορισμού, της Δύσης – αφανιστεί μαζί της.
Παρακολουθώντας τους στα social media στις αρχικές φάσεις του πολέμου, μπορούσε κάποιος να τους δει να αναπαράγουν καθημερινά κάθε λέξη από την επίσημη ρωσική προπαγάνδα. Τους είδαμε ακόμα και να υπερθεματίζουν στις ανακοινώσεις της ρωσικής πρεσβείας που, σε διάλεκτο καφενείου, καταφέρονταν κατά της χώρας μας και της πολιτικής της ηγεσίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ επαναστατούσαν για την απαγόρευση πρόσβασης των ανεμβολίαστων στα δημόσια θεάματα και τις καφετέριες, δεν εξέφρασαν ποτέ ίχνος συμπάθειας για τους άμαχους – και μάλιστα, τα παιδιά – που σκοτώνονταν στους βομβαρδισμούς των ουκρανικών πόλεων, για τους έγκλειστους στα καταφύγια εν μέσω ερειπίων, που ζούσαν για μέρες μες στο κρύο χωρίς τροφή και νερό, ή για τα κύματα των ξεσπιτωμένων (αφού σπίτι δεν υπήρχε πια) που αναζητούσαν υποψία ζωής κάπου στο άγνωστο. Στην ανθρώπινη τραγωδία απαντούσαν με σπουδαιοφανείς γεωπολιτικές αναλύσεις, με πομπώδεις ρητορείες για τα «ιστορικά δίκαια» της Ρωσίας, και με γελοίους συμψηφισμούς του τύπου «ναι, αλλά και το NATO τα ίδια δεν έκανε στη Σερβία;».
Συνοψίζοντας: Μετά το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης στη χώρα, το αντι-δυτικό μέτωπο ενίσχυσε τις δυνάμεις του στη Βουλή (τόσο στα «δεξιά» όσο και στα «αριστερά») κεφαλαιοποιώντας πολιτικά το έντονα αντι-δυτικό αίσθημα ενός όχι ευκαταφρόνητου μέρους της ελληνικής κοινωνίας. Το μέτωπο ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο ως αντίδραση στα μέτρα κατά της πανδημίας και στην φιλο-δυτική στάση της χώρας μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Αυτό που προκαλεί κάποια ανησυχία είναι ότι δεν έχουμε να κάνουμε με ένα αθώο φαινόμενο γραφικού αντιδυτικισμού, αλλά με κάτι πιο σοβαρό και εν δυνάμει επικίνδυνο: έναν νεοελληνικό παραλογισμό με σημαντική, μάλιστα, κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Και, δυστυχώς, στον πόλεμο κατά του παραλογισμού η φυγομαχία φαίνεται να είναι η μόνη λογική επιλογή. Ο αντίπαλος είναι ανίκητος…