Μήπως αυτό που αγαπάμε δεν είναι παρά ένα κάτοπτρο που απλά και μόνο αντανακλά τα ίδια μας τα συναισθήματα; Μήπως, τελικά, είναι η ανάγκη μας να αγαπάμε;
Γράφει ο Κώστας Παπαχρήστου
Στο «Βιβλίο της Ανησυχίας», ο Φερνάντο Πεσσόα (Fernando Pessoa) θέτει σε αμφισβήτηση την αντικειμενική υπόσταση του ωραιότερου ανθρώπινου συναισθήματος. Όπως ισχυρίζεται ο ποιητής με τις πολλαπλές περσόνες, αυτό που ονομάζουμε «αγάπη» δεν είναι παρά μία μη-συνειδητοποιημένη μορφή αυτοπάθειας:
«Ποτέ δεν αγαπάμε κανέναν. Αγαπάμε αποκλειστικά την εικόνα που διαμορφώνουμε για κάποιον. Αυτό που αγαπάμε είναι μια δική μας κατασκευή, στην ουσία δεν αγαπάμε παρά τον εαυτό μας.»
Ο αφορισμός ακούγεται τρομακτικός! Μοιάζει να θέλει να ισοπεδώσει την πίστη μας στην ιδέα ενός «άλλου» που, ως αυτόνομη κι αντικειμενική αξία, κερδίζει δίκαια ένα κομμάτι της ψυχής μας. Μας βάζει τη δύσκολη άσκηση συνείδησης να αναθεωρήσουμε εκ βάθρων, και τελικά να ακυρώσουμε, ό,τι «νομίσαμε» πως είχε αληθινή σημασία στη ζωή μας. Στην ουσία, μετατρέπει ένα μέρος από τη βιωμένη ευτυχία μας σε ψευδαίσθηση!
Όμως, πόσο μακριά από την αλήθεια βρίσκεται το δόγμα τού Pessoa για την κατά βάθος αυτοπαθή φύση της αγάπης («στην ουσία δεν αγαπάμε παρά τον εαυτό μας»); Στην αναζήτηση της απάντησης θα μας βοηθήσει μία αναλογία από την καθημερινότητά μας:
Όταν κοιτάζουμε τον καθρέφτη, αυτό που αντικρίζουμε είναι το είδωλο του εαυτού μας. Μοιάζει με αληθινό πρόσωπο με αυτόνομη υπόσταση, ανεξάρτητη από την παρουσία μας. Στην πραγματικότητα, πρόκειται απλά για αντανάκλαση της δικής μας μορφής: το φως που φεύγει από εμάς πέφτει στον καθρέφτη και ξαναγυρνά σ’ εμάς. Η ενέργεια, δηλαδή, που παίρνουμε από τον καθρέφτη δεν είναι παρά εκείνη που του στέλνουμε εμείς!
Η αγάπη, τώρα, στις διάφορες εκδοχές της πολυμορφίας της – τις οποίες θα θέσουμε εδώ σε ενιαίο πλαίσιο για να αποφύγουμε την πολυπλοκότητα της περιπτωσιολογίας – είναι μορφή ψυχικής ενέργειας που εκπέμπεται από ένα πρόσωπο και εισπράττεται από ένα άλλο. Ιδανικά, σε μία σχέση αμοιβαιότητας η ενέργεια αυτή είναι αντικείμενο ανταλλαγής: κάθε ένα από τα δύο μέρη προσφέρει και παίρνει αγάπη ταυτόχρονα. Όμως, όπως σε κάθε έκφανση της ζωής, το ιδανικό δεν είναι απαραίτητα ο κανόνας…
Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις μονόπλευρης αγάπης. Είναι αυτό που ακούμε συχνά να λέγεται, με πνεύμα πικρής ειρωνείας:
«Δεν πειράζει που δεν με αγαπάς. Αγαπώ εγώ και για τους δυο μας!»
Το μόνο που παίρνει πίσω αυτός που αγαπά είναι η αντανάκλαση της αγάπης που στέλνει στον αποδέκτη. Ο τελευταίος έχει έναν ρόλο «καθρέφτη» συναισθημάτων, δίχως τη δυνατότητα πρωτογενούς εκπομπής τους. Κατά μία έννοια, είναι σαν να αγαπάμε κάποιον που στην πραγματικότητα «δεν υπάρχει», αφού απουσιάζει εκείνο που θα τον καθιστούσε «υπαρκτό»: η αυτοδύναμη ικανότητά του να αγαπά!
Τι είναι, όμως, αυτό που κάνει έναν άνθρωπο να αγαπά χωρίς ανταπόκριση; Μονοσήμαντη απάντηση δεν φαίνεται να υπάρχει. Θα μπορούσαμε, εν τούτοις, να διακρίνουμε δύο βασικές αιτίες:
1. Μειωμένο αίσθημα αυταξίας, σε συνδυασμό, πιθανώς, με έναν βαθμό ειδωλοποίησης του άλλου: Αγαπάμε κάποιον για του οποίου την προσοχή πιστεύουμε κατά βάθος πως δεν είμαστε άξιοι, επειδή και μόνο «καταδέχεται» να μας επιτρέπει να τον αγαπάμε!
2. Το αίσθημα της αγάπης αποτελεί υπαρξιακή ανάγκη, ακόμα κι αν δεν βρίσκει ανταπόκριση. Έτσι, ένας άνθρωπος «ανακαλύπτει» λόγους για να αγαπά κάποιον άλλον, στον οποίο επενδύει μονομερώς τα συναισθήματά του επειδή η βίωσή τους καθαυτή συνιστά γι’ αυτόν βασικό (αν όχι μοναδικό) λόγο ύπαρξης.
Είναι προβληματική η μονόπλευρη αγάπη; Όχι απαραίτητα, στον βαθμό που εκείνος που αγαπά είναι διατεθειμένος να ενστερνιστεί – για τους όποιους δικούς του λόγους – το «δόγμα Pessoa». Το πρόβλημα αρχίζει τη στιγμή που κάποιος συνειδητοποιεί πως δεν αντέχει να αγαπά μόνος του. Και, επειδή το αίσθημα της αγάπης είναι κάτι που δεν διεκδικείται και δεν επιβάλλεται, δύο μόνο επιλογές ανοίγονται μπροστά του:
* Να υποταχθεί στο πεπρωμένο του και να ζήσει ψυχικά και αυτοσυνειδησιακά συρρικνωμένος, με ένα μόνιμο αίσθημα αδικίας να βαραίνει την ύπαρξή του.
* Να βρει τη δύναμη να αλλάξει κατεύθυνση ζωής, ό,τι κι αν αυτό σημαίνει…
Η αγάπη είναι ένα υπέροχο συναίσθημα. Θα πρέπει όμως να μπορεί να ζει ακόμα και σε έναν κόσμο χωρίς καθρέφτες. Κι ας διαφωνεί μετά όσο θέλει ο Pessoa!
Κ.