Εικόνες από μια γειτονιά της Αθήνας, σε κάποια άλλη εποχή που έφυγε χωρίς να προλάβει να μας αποχαιρετήσει…
Το πιο κάτω χρονογράφημα θα μπορούσε να είχε γραφτεί χθες. Στην πραγματικότητα, δημοσιεύθηκε στην ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ τον Απρίλιο του 2011. Ήταν, αν θυμάμαι καλά, το πρώτο κείμενό μου στους (θα τους χαρακτήριζα ιστορικούς) «Διαλόγους», που το αρχείο τους – πόσο κρίμα! – χάθηκε με το κλείσιμο της εφημερίδας.
Το κείμενο απηχεί το γενικό αίσθημα μελαγχολίας της εποχής εκείνης, για μια Αθήνα που είχε αλλάξει πολύ κάτω από την σαρωτική επέλαση της «πολυπολιτισμικότητας». Τελικά, η πόλη δεν ξαναβρήκε ποτέ τον παλιό, γνώριμο εαυτό της. Απλά, εμείς έχουμε πια συνηθίσει το καινούργιο της πρόσωπο.
Οφείλω εδώ να σημειώσω την δημοκρατικότητα του Α.Π., αρχισυντάκτη των «Διαλόγων» της Ελευθεροτυπίας. Αν και συχνά διαφωνούσε 100% με τις απόψεις που εξέφραζα, δεν διανοήθηκε ποτέ να τις λογοκρίνει…
——————————–
Κάποτε έμενα στον Άγιο Νικόλαο, στα Κάτω Πατήσια (πριν ακόμα η περιοχή μετεξελιχθεί σε διεθνές πολυπολιτισμικό κέντρο). Στη μικρή πλατεία ήμασταν όλοι γνωστοί. Δύο μορφές, όμως, ξεχώριζαν. Έστω και για διαφορετικούς λόγους…
Πρώτος, λόγω στεντόρειας φωνής, έκανε αισθητή την παρουσία του ο Βύρωνας ο φιλόσοφος. Υπέρβαρος αλλά με αεικίνητο πνεύμα, μόνιμα τοποθετημένος δίπλα στο ανοιχτό παράθυρο του ισόγειου διαμερίσματός του, δεν χρησιμοποιούσε ποτέ αναπτήρα για ν’ ανάψει τσιγάρο, αφού κάθε επόμενο άναβε με την καύτρα του προηγούμενου! Όταν αρρώστησε και χρειάστηκε να παίρνει οξυγόνο, παραπονιόταν ότι η μάσκα που του έδωσαν ήταν ελαττωματική γιατί δεν είχαν προβλέψει τρύπα για να μπαίνει το… τσιγάρο! Ήταν και προφήτης: «Αυτό το κοριτσάκι, η κόρη τής τάδε, κάποια μέρα ή θα καταλήξει στον Κορυδαλλό, ή θα γίνει εισαγγελέας!» Δεν γνωρίζω αν έγινε, τελικά, εισαγγελέας, όμως δεν έχω ακούσει κάτι και για φιλοξενία στον Κορυδαλλό…
Στον αντίποδα του θορυβώδους φιλόσοφου, η γλυκιά κι αθόρυβη μορφή της Κυρά-Μαλαίνας. Σεμνή και ταπεινή, όπως όριζε και η πολιτική ιδεολογία που με απόλυτη συνέπεια υπηρέτησε για μια ολόκληρη ζωή, πληρώνοντάς το μάλιστα και με πολυετή φυλάκιση (νέα μητέρα ακόμα) τα σκοτεινά χρόνια του Εμφύλιου, δεν σε άφηνε καν να υποπτευτείς – αν δεν το γνώριζες ήδη – πως δεν ήταν άλλη από τη γνωστή Μεγάλη Κυρία του θεάτρου και του κινηματογράφου. Ακόμα κι αν το αγνοούσες, όμως, πάλι θα την ξεχώριζες από τη λεπτότητα και την ευγένειά της. Προσωπικά, είχα έναν ακόμα λόγο να την ξεχωρίζω: την αγάπη της για τα ζώα.
Καθώς είχαν περάσει τα χρόνια, δεν θυμόταν εύκολα ονόματα. Έτσι, για να μη λαθεύει, με φώναζε πάντα «ο κύριος με το περιστέρι», αφού της είχα πάει κάποτε ένα τραυματισμένο περιστέρι που βρήκα στο δρόμο, για να το περιθάλψει (πού αλλού να το πήγαινα;). Μία σκηνή που θα μου μείνει αξέχαστη ήταν κάποια φορά που τη συνάντησα στην πλατεία να ταΐζει έναν αδέσποτο σκύλο της γειτονιάς, τον Ρόκυ. Έτεινα το χέρι να τη χαιρετήσω, όπως πάντα. Μου λέει: «Θα ήθελα να σας χαιρετήσω, αλλά φοβάμαι θα σας λερώσω.» Και τότε πρόσεξα πως το χέρι της είχε μόλις βγει από μία κονσέρβα με σκυλοτροφή, από την οποία τάιζε στο στόμα τον ολοφάνερα ευγνώμονα Ρόκυ!
Ο Βύρωνας και η Κυρά-Μαλαίνα έχουν φύγει εδώ και χρόνια από την πλατεία που έμενα κάποτε. Έχουν φύγει κι από αυτόν εδώ τον κόσμο, που γίνεται όλο και πιο αφιλόξενος για φιλόσοφους και καλλιτέχνες κάποιας ηλικίας. Από μια άποψη, ίσως και να στάθηκαν τυχεροί που δεν είδαν με τα μάτια τους την τωρινή πολυπολιτισμική παρακμή της Αθηναϊκής γειτονιάς. Ακόμα περισσότερο, που δεν πρόλαβαν να βιώσουν το διαρκές αίσθημα ανασφάλειας και φόβου, μέσα στο οποίο είναι αναγκασμένοι σήμερα να ζουν αδιαμαρτύρητα όλοι σχεδόν οι απλοί και μη-προνομιούχοι αυτής της πόλης.
Όμως, κάπου εδώ θα πρέπει να σιωπήσω. Το να θυμάται κάποιος καλύτερες εποχές σε μία πόλη που αργοπεθαίνει, είναι μαζοχιστική διαστροφή. Το είπε άλλωστε κι ο ίδιος ο Δάντης, βλέποντας με συμπόνια το μαρτύριο της Φραντσέσκα ντα Ρίμινι στην Κόλαση…
(Απρίλιος 2011)