«Είναι αυτή η δύναμη που έχω πάντα μου, όταν τα πράγματα μου ασχημαίνουν τη ζωή, να τα τινάζω από πάνω μου όσα κι αν έχω καταθέσει γι’ αυτά. Έτσι φέρθηκα και σε έρωτες και σε φιλίες και σε εργασίες». Λιλή Ζωγράφου Μια γυναίκα μπροστά από την εποχή της, που τόλμησε `να ταράξει τα νερά` και να προκαλέσει με τους στοχασμούς της…΄Εφυγε από τη ζωή στις 2 Οκτωβρίου του 1998.
Λιλή Ζωγράφου. Μια σπουδαία Ελληνίδα δημοσιογράφος και συγγραφέας.
Η γυναίκα που εμφανίστηκε το 1950 στα ελληνικά γράμματα με τη συλλογή διηγημάτων Αγάπη, για την οποία απέσπασε ενθουσιώδεις κριτικές. Δημοσίευσε μικρά έργα της σε λογοτεχνικά περιοδικά, έγινε όμως ευρύτερα γνωστή 10 χρόνια αργότερα, με το βιβλίο της για τον Νίκο Καζαντζάκη, «Νίκος Καζαντζάκης, ένας τραγικός». Την περίοδο της δικτατορίας δημοσίευε στο δεκαπενθήμερο περιοδικό ΓΥΝΑΙΚΑ – που απευθυνόταν σε καλλιεργημένες γυναίκες της μέσης τάξεως. Τα άρθρα της τα χαρακτήριζε το ανατρεπτικό και πολιτικά τολμηρό περιεχόμενό τους που έκρυβαν μεγάλο κίνδυνο να προκαλέσουν την οργή της στρατιωτικής εξουσίας. Ο λόγος της υπήρξε αντισυμβατικός και χαρακτηρίστηκε ως η σκοτεινή θεά Εκάτη της λογοτεχνίας μας.
Μια γυναίκα που αντιμετώπισε όλα τις δυσκολίες με θάρρος και τόλμη. `Ηταν έγκυος όταν φυλακίστηκε κατά τη Γερμανική Κατοχή για αντιστασιακή δράση, έφερε στη ζωή την κόρη της πίσω από τα κάγκελα. Και όμως εκείνη δεν έχασε το πείσμα και την επιμονή της ούτε στιγμή.
Ένας άνθρωπος μπροστά από την εποχή της που τόλμησε “να ταράξει τα νερά” και να προκαλέσει με τους στοχασμούς της…
“Γυναίκες, μιλώ ακούστε. Να σας σερβίρω ένα βασιλόπουλο είναι αδύνατο φυσικά. Εκείνο που μπορώ να κάνω για σας είναι να σκοτώσω το βασιλόπουλο. Και τη Σταχτοπούτα. Αυτή η ξευτελισμένη, αυτή η δούλα που δεν έχει ίχνος περηφάνιας και ρεαλισμού, αα, δε μου ξεφεύγει…”
Το παραπάνω, πρόκειται για ένα απόσπασμα από ένα ιδιαίτερο, εξαιρετικό βιβλίο με τίτλο: “Μου σερβίρετε ένα βασιλόπουλο παρακαλώ;” Σκέψεις που για να είμαι ειλικρινής, είχαν περάσει από το μυαλό μου πριν ακόμα το διαβάσω. Πόσο λάθος είναι να μεγαλώνουν κάποια κορίτσια με το πρότυπο του βασιλόπουλου του παραμυθιού που θα έρθει να “σώσει” τη Σταχτοπούτα και να της “εξασφαλίσει” μια ονειρεμένη ζωή;
Ακολουθεί απόσπασμα από πρόλογο της Λιλής Ζωγράφου στο βιβλίο “Μου σερβίρετε ένα βασιλόπουλο, παρακαλώ”, και άλλες ιδιαίτερες σκέψεις της…
“Γυναίκες, μιλώ ακούστε. Να σας σερβίρω ένα βασιλόπουλο είναι αδύνατο φυσικά. Εκείνο που μπορώ να κάνω για σας είναι να σκοτώσω το βασιλόπουλο. Και τη Σταχτοπούτα. Αυτή η ξευτελισμένη, αυτή η δούλα που δεν έχει ίχνος περηφάνιας και ρεαλισμού, αα, δε μου ξεφεύγει.
Όχι, το προσέξατε; Δεν έμεινε τίποτα όρθιο γύρω μας. Χωρίς προσχήματα, χωρίς ντροπή, ο πολεμόχαρος κόσμος μας καταστρέφει το καθετί, αδιαφορώντας για τη ζωή, αφανίζοντάς την. Όποια ζωή. Και χωρίς να λογοδοτεί κανείς σε κανέναν. Για σφαγές θα μιλάμε τώρα; Ανθρώπων, ζώων ή φυτών. Πανέμορφα είδη εκλείπουν, πουλιά χάνονται από το στερέωμα, τα μαραζωμένα δέντρα ορφανεύουν από επισκέπτες, οι θάλασσες στειρώνονται και δεν γεννούν πια.
Άλλους ήχους από των μοτέρ ακούτε; Βόμβους μηχανών, αγκομαχητά εργοστασιών, ελικόπτερα που σεργιανούν στις ταράτσες μας, αφθονία! Μια αφθονία βάρβαρη που δολοφόνησε τη ζωή της Φύσης. Βούβανε μηνύματα πουλιών, άλλαξε το χρώμα τ` ουρανού, θάμπωσε τον ήλιο, αλλοίωσε, για να μην πούμε πως αλλοτρίωσε, την ανθρωπιά και την ευαισθησία, ακόμα και τη φρίκη του φόνου.
Διαβάστε τίτλους στις εφημερίδες και θα δείτε τη διαφοροποίηση της μετάδοσης πληροφοριών που στοχεύει στον ερεθισμό της αδιαφορίας του δέκτη: “Χούλιγκανς, σκοτώνουν τους ομοφυλόφιλους” και υπότιτλος “Εξαιτίας του μίσους τους γι` αυτούς;”.
Αυτόματα νομιμοποιείται η ύπαρξη του Χούλιγκαν που αναλαβαίνει την “κάθαρση” καθώς η αναφορά στους ομοφυλόφιλους ερεθίζει την καλλιεργημένη απέχθεια και χριστιανική σεμνοτυφία και ανακαλεί την εικόνα του έγγαμου βίου.
Νομίζετε πως διαφέρει ο αναβρασμός του Χούλιγκαν από του χριστιανού αντισημίτη που οργανώθηκε σε Ναζί; […]”
«Είμαστε ελεύθεροι μέχρι τη στιγμή που δε γνωρίζουμε την ασχήμια άλλων ανθρώπων.»
«Οι μάζες φοβούνται τη λευτεριά. Απεγνωσμένα ψάχνουν (όταν όλα έχουν καταρρεύσει) για έναν καινούργιο θεό ή τον εκπρόσωπό του που θα τους την στερήσει, αλλά που στην πραγματικότητα θα τις απαλλάξει από την ευθύνη του εαυτού τους.»
«Μην ακούω ανοησίες για ερωτική αιωνιότητα. Κάθε ομορφιά είναι αιωνιότητα. Ό,τι βλέπω, ό,τι ακούω, ό,τι αγγίζω, χώμα, αέρας, φως, είναι μέρος της αιωνιότητας.
Αιωνιότητα δεν είναι ό,τι αντέχει στο χρόνο – γιατί τότε θα’ χαν τα πρωτεία οι πολυκατοικίες και οι ουρανοξύστες – αλλά ό,τι σφραγίζει μια στιγμή ανεπανάληπτα. Ο ερωτικός σπασμός είναι μια αιωνιότητα, κι ας μην αποτυπώνεται πουθενά αυτός.»
«Δεν ξέρω βέβαια αν ήθελα να κυκλοφορήσω τον εαυτό μου, διότι δεν τον κυκλοφόρησα πολύ. Ξέρεις, πάντα ζούσα μάλλον απομονωμένα. Δεν ήμουν ποτέ κοσμική, ποτέ κοινωνική. Είμαι τελείως αντικοινωνική. Κι όχι μόνο τώρα που είμαι μεγάλη γυναίκα. Κι όταν ήμουν νέα. Ζούσα προσωπικά, για λογαριασμό μου.»
«Μία κοινή πίστη σώζει πάντα τις μάζες από την ανυπόφορη μοναξιά του ατόμου. Αλλά όσο δύσκολο είναι να τις ενώσεις κάτω από μια καινούργια προοδευτική ιδέα, τόσο εύκολο είναι να τις συνδέσεις μ ένα κοινό μίσος. Εναντίον ποιανού; Μα η μετριότητα βλέπει γύρω της τόσους εχθρούς!»
“Όχι, το προσέξατε; Δεν έμεινε τίποτα όρθιο γύρω μας. Χωρίς προσχήματα, χωρίς ντροπή, ο πολεμόχαρος κόσμος μας καταστρέφει το καθετί, αδιαφορώντας για τη ζωή, αφανίζοντάς την. Όποια ζωή. Και χωρίς να λογοδοτεί κανείς σε κανέναν. Για σφαγές θα μιλάμε τώρα; Ανθρώπων, ζώων ή φυτών. Πανέμορφα είδη εκλείπουν, πουλιά χάνονται από το στερέωμα, τα μαραζωμένα δέντρα ορφανεύουν από επισκέπτες, οι θάλασσες στειρώνονται και δεν γεννούν πια.”
Διαβάστε τίτλους στις εφημερίδες και θα δείτε τη διαφοροποίηση της μετάδοσης πληροφοριών που στοχεύει στον ερεθισμό της αδιαφορίας του δέκτη: «Χούλιγκανς, σκοτώνουν τους ομοφυλόφιλους» και υπότιτλος «Εξαιτίας του μίσους τους γι’ αυτούς;».
«Δεν με είδαν ποτέ μέσα από τα βιβλία μου οι άντρες. Όσο ήμουν νέα, το μόνο που δεν έβλεπαν οι άντρες ήταν το μυαλό μου, που δεν σου κρύβω, ότι φρόντιζα και να το κρύβω όταν κατάλαβα ότι τους ενοχλούσε.»
«Γι αυτό η μάζα είναι πρόθυμη να υποστηρίξει μια θεότητα ή μια εξουσία που υπόσχεται το διωγμό της αδικίας και την αποκατάσταση της ισότητας. Το κακό είναι πως δεν ελέγχει ποιος της τα υπόσχεται όλα τούτα. Της αρκεί η πλάνη πως οι πάντες θα ισοπεδωθούν στο ανάστημα της δικής της μετριότητας. Και πως και οι άλλοι θα στερηθούν εκείνο που η ίδια φοβάται: την ελευθερία να ψηλώσουν.»
«Η ζωή περνά από μέσα μου, με διαποτίζει με την ασκήμια της, με γεμίζει λύσσα με την αδικία της την οργανωμένη, με ταπεινώνει με την ανημποριά μου ν’ αντιδράσω, να επαναστατήσω αποτελεσματικά, να υπερασπιστώ το μαζικό μας εξευτελισμό.
Αν ξαναγινόμουν είκοσι χρόνων θα ξεκινούσα από τις κορφές των βουνών, αντάρτης, ληστής, πειρατής, ν’ ανοίξω τα μάτια εκείνων που δέχονται αδιαμαρτύρητα τη μοίρα τους, όσο και κείνων που εθελοτυφλούν. Όχι, η επανάστασή μου δε θα στρεφόταν κατά του καταστημένου και του συστήματός του, αλλά εναντίον εκείνων που το ανέχονται. Θα σκότωνα, θα τσάκιζα την κακομοιριά, την υποταγή, την ταπεινοφροσύνη.
Η γη έτσι κι αλλιώς δε χωρά άλλους ταπεινούς και καταφρονεμένους. Όπως δε χωρά άλλα φερέφωνα προκάτ επανάστασης.»
«Όταν βλέπεις μια γυναίκα να φορά ένα όμορφο φόρεμα, να ξέρεις ότι αυτό το φόρεμα στοίχισε πολύ μεγάλο κόπο σ’ αυτόν που το έφτιαξε. Δεν είναι τυχαίο να είναι ένα φόρεμα παρά πολύ ωραίο. Όταν βλέπεις μια ωραία καρέκλα, μια ωραία κομόντα σαν αυτή, έχει πάθος επάνω της. Δούλεψε ο τεχνίτης τ’ ανάγλυφα τριαντάφυλλα με πολύ μεράκι. Κι έβγαλε αυτό το χάρμα πλάσμα που βλέπεις εκεί.
Δεν είναι τυχαίο, το ότι ένα πράγμα σε συγκινεί, όταν ο άλλος έχει βάλει την ψυχή του μέσα. Και η ψυχή ενός κειμένου είναι μόχθος. Είναι κόπος. Είναι λεπτομέρεια.»
«Η ζωή περνά από μέσα μου, με διαποτίζει με την ασκήμια της, με γεμίζει λύσσα με την αδικία της την οργανωμένη, με ταπεινώνει με την ανημποριά μου ν’ αντιδράσω, να επαναστατήσω αποτελεσματικά, να υπερασπιστώ το μαζικό μας εξευτελισμό.
Αν ξαναγινόμουν είκοσι χρόνων θα ξεκινούσα από τις κορφές των βουνών, αντάρτης, ληστής, πειρατής, ν’ ανοίξω τα μάτια εκείνων που δέχονται αδιαμαρτύρητα τη μοίρα τους, όσο και κείνων που εθελοτυφλούν. Όχι, η επανάστασή μου δε θα στρεφόταν κατά του καταστημένου και του συστήματός του, αλλά εναντίον εκείνων που το ανέχονται. Θα σκότωνα, θα τσάκιζα την κακομοιριά, την υποταγή, την ταπεινοφροσύνη.
Η γη έτσι κι αλλιώς δε χωρά άλλους ταπεινούς και καταφρονεμένους. Όπως δε χωρά άλλα φερέφωνα προκάτ επανάστασης.»