Ένα από τα ωραιότερα μιούζικαλ, που ισορροπεί εκπληκτικά ανάμεσα στο νεωτερισμό και στην ακαταμάχητη μαγεία του παλιού Χόλιγουντ, βγήκε στις 22 Δεκεμβρίου του 2016 στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Αρκετές φορές έχω σκεφτεί πως γεννήθηκα σε λάθος εποχή και πως “ανήκω” σ` εκείνα τα χρόνια που κυριαρχούσε ο ρομαντισμός, η αθωότητα, ο σεβασμός και το ήθος. Ο μοναδικός, ίσως, τρόπος να διακτινιστώ νοερά στο “τότε”, είναι μέσω κάποιων ταινιών που θα χαρακτήριζα διαμάντια του αμερικανικού κινηματογράφου. `Εργα που έγραψαν τη δική τους μεγάλη ιστορία και που όσα χρόνια κι αν περάσουν παραμένουν ανεξίτηλα στο χρόνο. Σε μια άκρως ρεαλιστική εποχή, νοσταλγώ τη “μαγεία” των ονειρεμένων μιούζικαλς που λατρεύτηκαν, όπως το “West Side Story”, “Eνα Αστέρι Γεννιέται”, “Χορεύοντας στη Βροχή”, “Μελωδία της Ευτυχίας”.
Πέντε χρόνια πριν, το εκπληκτικό μιούζικαλ “La La Land” του Ντάμιεν Σάζελ, που κατάφερε να ισοφαρίσει το ρεκόρ του “Τιτανικού” και του “Όλα για την Εύα”, λαμβάνοντας συνολικά 14 υποψηφιότητες για Όσκαρ (καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και πρωτότυπου σεναρίου, Α” Ανδρικού & Α` Γυναικείου ρόλου – Ράιαν Γκόσλινγκ & ΄Έμμα Στόουν αντίστοιχα, 2 υποψηφιότητες μουσικής επένδυσης και τραγουδιού, φωτογραφίας, μοντάζ ταινίας, μοντάζ ήχου, μίξης ήχου, κοστουμιών και σχεδιασμού παραγωγής.)
Στις Χρυσές Σφαίρες, δε, έλαβε υποψηφιότητα σε 7 κατηγορίες και τις κέρδισε όλες ( καλύτερης ταινίας, καλύτερης σκηνοθεσίας και σεναρίου Α` Ανδρικού ρόλου σε κωμωδία ή μιούζικαλ, Α` Γυναικείου ρόλου σε κωμωδία ή μιούζικαλ , καλύτερης πρωτότυπης μουσικής και καλύτερου τραγουδιού.)
“Όταν το μιούζικαλ λειτουργεί, τότε το είδος έχει τη δυναμική να συγκινήσει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο.” λέει ο σκηνοθέτης του “La La Land”. Κι αυτή είναι η αλήθεια. Νομίζω πως πιο παρεξηγημένο κινηματογραφικό είδος από το μιούζικαλ δεν υπάρχει. Οι δυνατότητες, όμως των παρεμβάσεων και υπερβάσεων που διαθέτει είναι απεριόριστες. Φτάνει μόνο ο σκηνοθέτης να το αντιληφθεί και βρει τον τρόπο να συνδυάσει την πρόζα, το χορό και το τραγούδι, έτσι ώστε να αγγίξει την καρδιά των θεατών. Όπως ακριβώς πετυχαίνει εξαιρετικά ο Ντάμιεν Σαζέλ.
Ειλικρινά, δεν ξέρω τί να πρωτογράψω γι`αυτήν την ταινία που ισορροπεί εκπληκτικά ανάμεσα στο νεωτερισμό και στην ακαταμάχητη μαγεία του παλιού Χόλιγουντ. Γι`αυτό το έργο που όταν το πρωτοείδα ευχόμουν να μην τελειώσει…
Θα ξεκινήσω από την πρώτη σκηνή όπου ένα πρωινό μποτιλιάρισμα μετατρέπεται φανταστικά στη σκηνή ενός χορευτικού που θυμίζει το “West Side Story” και το “On the Town” που προηγήθηκε 13 χρόνια πριν από αυτό. Ένα πανοραμικό μουσικοχορευτικό νούμερο, μακριά από το ρεαλισμό της πόλης με τα κουραστικά κι επαναλαμβανόμενα σκηνικά. Εκεί όπου ο ρυθμός, το όνειρο και η φαντασία ενώνονται για λίγα λεπτά πριν επιστρέψουν και πάλι στη ρεαλιστική καθημερινότητα με τα κορναρίσματα και τα σπασμένα νεύρα.
H πλοκή του έργου εξελίσσεται σε ένα σύμπαν τόσο καθημερινό και γνώριμο όσο και ονειρικά αυθαίρετο. Οι ήρωές του είναι δυο άνθρωποι της διπλανής πόρτας που κυνηγούν τις φιλοδοξίες τους. Ο ιδεαλιστής πιανίστας της τζαζ Σεμπάστιαν ο οποίος επιθυμεί όσο τίποτα άλλον να αποκτήσει δικό του κλαμπ και η σερβιτόρα στο καφέ των Warner Bros Studios, η Μία, η οποία προσπαθεί να κάνει καριέρα ηθοποιού τρέχοντας συστηματικά σε οντισιόν. Μεταξύ τους έχουν ένα κοινό: είναι ονειροπόλοι καλλιτέχνες. Η ζωή τους φέρνει κοντά με απροσδόκητο τρόπο στο πολλά υποσχόμενο Λος Άντζελες. Δυο ανθρώπους που η ζωή τους βάζει διλήμματα ανάμεσα στο συμβιβασμό και την ελπίδα, το όνειρο και την πραγματικότητα. Ένας έρωτας αγνός και τρυφερός από την αρχή μέχρι το τέλος.
Εκείνη έχει φτάσει στα όριά της με τις ακροάσεις καθώς δέχεται τη μία απόρριψη μετά την άλλη. Οδηγείται σε ένα θεατρικό μονόλογο όπου αποκαλύπτει μελωδικά ό,τι κρύβει η ψυχή της. Εκείνος καλείται να διαλέξει αν θα ακολουθήσει το μεροκάματο του πιανίστα για δεξιώσεις κι εστιατόρια ή θα “κρυφτεί” πίσω από την ασφάλεια μιας ανέμπνευστης καριέρα ως μουσικός σε συγκρότημα R&B .
Πάνω σε αυτά τα διλήμματα βασίζεται όλη η ταινία. Τί έχει μεγαλύτερη αξία, το νέο ή το παλιό; Το νέο μπορεί να είναι επίφοβο… Aλλά και το παλιό δεν αρέσει στους νέους… Ποιό άραγε θα πουλήσει περισσότερο ;
Aπάντηση δεν ξέρω αν μπορεί να δοθεί. Το σίγουρο είναι ότι στη ζωή όταν αγαπάς κάτι πολύ πρέπει να ρισκάρεις γι`αυτό και πάνω απ`όλα να κυνηγάς τα όνειρά σου. Ακριβώς όπως τραγουδά σε έναν μονόλογο η συγκινητική και ταυτόχρονα διασκεδαστική Έμα Στόουν. Αλλά και όπως παραδέχεται ο Σεμπάστιαν (Γκόσλινγκ):”Αφήνω τη ζωή να με χτυπάει, κάποτε θα κουραστεί και τότε θα τη χτυπήσω εγώ, όπως στο μποξ.”
O μόλις 31 ετών Ντάμιεν Σαζέλ, βρίσκεται ήδη στην ελίτ των Αμερικανών σκηνοθετών και ως λάτρης της τζαζ δείχνει και σε αυτήν την ταινία την αγάπη του γι`αυτήν. Δανείζεται ιδανικά, διάφορα γνώριμα μοτίβα από κλασικές στιγμές του είδους, όπως το “Τραγουδώντας στη βροχή” ,το “`Ενας Αμερικανός στο Παρίσι”,”Οι Ομπρέλες του Χερβούργου”, “Οι Δεσποινίδες του Ροσφόρ”, παρασέρνοντάς τους θεατές σε μια απαλή μελαγχολία αλλά και στη διάθεση να θέλουν να τραγουδήσουν και να χορέψουν μαζί με τους πρωταγωνιστές. Δεν είναι όμως μόνο αυτό. Η συγκεκριμένη ταινία δεν σε πιέζει να νιώσεις συναισθήματα, αλλά σε αγγίζει στην καρδιά χωρίς καλά καλά να το συνειδητοποιήσεις. Σε κάνει να θέλεις να δακρύσεις ταυτόχρονα από λύπη και από χαρά.
Η σκηνή όπου το ερωτευμένο ζευγάρι χορεύει στο αστεροσκοπείο είναι ίσως η πιο ονειρεμένη σκηνή που έχω δει στη μεγάλη οθόνη. Δυο άνθρωποι που αγαπιούνται και ψάχνουν να βρουν το δρόμο τους προς τ`αστέρια με ταβάνι μονάχα τον ουρανό.
Για την ερμηνεία και το ταλέντο του Ράιαν Γκόσλινγκ και της Έμα Στόουν, ειλικρινά δεν μπορώ παρά να υποκλιθώ…
Η πραγματικά μαγευτική μελωδία της ταινίας δεν έχει φύγει από το μυαλό μου από τη στιγμή που την πρωτοάκουσα. Νοσταλγική, ρομαντική, τρυφερή που ταιριάζει απόλυτα με το ήθος του συγκεκριμένου μιούζικαλ. Τα δάχτυλα του Ράιαν Γκόσλινγκ γλιστρούν ιδανικά στα πλήκτρα του πιάνου, δίνοντάς σου την ευκαιρία να ταξιδέψεις όσο μακριά σε πηγαίνει η φαντασία σου. Μια μουσική που ταιριάζει απόλυτα στο γλυκόπικρο ρομάντζο που ζει το ερωτευμένο ζευγάρι.
Από αυτό το πραγματικά υπέροχο μιούζικαλ, νομίζω ότι το αποκορύφωμα ήταν τα τελευταία λεπτά. Όταν οι ματιές του άλλοτε ερωτευμένου ζευγαριού ανταμώνουν μετά από χρόνια και οι σκέψεις τους “μιλούν” για τα όσα θα ήθελαν να έχουν ζήσει μαζί. Για τα κοινά τους όνειρα που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Λόγια δεν υπάρχουν, μόνο η μελωδία που παίζει ο συγκλονιστικός Γκόσλινγκ στο πιάνο. Eκείνοι αποχωρίζονται με τα βλέμματά τους έτσι ακριβώς όπως γνωρίστηκαν…
Κι εγώ, φεύγω από το La La Land με δάκρυα στα μάτια και μια μελωδία στην καρδιά μου…