Δύο εκ διαμέτρου αντίθετες, θεωρητικά, πολιτικές τάσεις – η αριστερή και η άκρα δεξιά – συναντούνται και συνυπάρχουν αρμονικά κάτω από το κοινό μίσος για τη δημοκρατική Δύση και ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει. Οι λόγοι, όμως, είναι διαφορετικοί…
Είχαμε γράψει σε προηγούμενο σημείωμα [1]:
«Προβληματισμό έχει προκαλέσει η παρουσία στη Βουλή ενός σημαντικού αριθμού εκπροσώπων του λεγόμενου αντι-δυτικού χώρου. Ενός χώρου που υπερβαίνει τις κομματικές γραμμές αφού, μέσα σε αυτόν, εκείνα που χωρίζουν “δεξιές” και “αριστερές” ιδεολογικές θέσεις παύουν να έχουν σημασία. Αυτό που ενοποιεί τον χώρο είναι πιο ισχυρό από εκείνα που τον διχάζουν.
Μία περιδιάβαση στα social media τα τελευταία 13 χρόνια αποκαλύπτει την εκτός πραγματικότητας και λογικής στάση ενός όχι ευκαταφρόνητου ποσοστού νεοελλήνων σε τρεις πρόσφατες κρίσεις με εθνική σημασία. Τα μέλη της σημαντικής αυτής κοινωνικής ομάδας δείχνει να συνδέει η αντιπάθεια, ή μάλλον το μίσος, για έναν κοινό εχθρό. Ένα μίσος τόσο μεγάλο που καταργεί ακόμα και τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε εμφατικά αντίθετες πολιτικές ιδεολογίες. Αποδέκτης του μίσους είναι μία ιδέα που, μετά από δύο αιματηρούς παγκόσμιους πολέμους, κατόρθωσε να μετουσιωθεί σε πολιτική πραγματικότητα: η φιλελεύθερη, δημοκρατική Δύση.
Τις αντι-δυτικές δυνάμεις του τόπου συνδέει μία κοινή στάση απέναντι σε τρία ζητήματα εθνικής σημασίας: την αποφυγή της χρεοκοπίας, την αντιμετώπιση της πανδημίας και τη θέση της χώρας στην ουκρανική κρίση…»
Έτσι, το κοινό – και εξίσου φανατικό – αντιδυτικό αίσθημα των δύο πολιτικών άκρων τα έκανε να συναντηθούν και να συνυπάρξουν αρμονικά (ως και κυβερνητικά) στους κόλπους των αντιμνημονιακών της περιόδου της οικονομικής κρίσης και, αργότερα, στους αντιεμβολιαστές της πανδημίας και τους θαυμαστές ενός φιλοπόλεμου Ρώσου δικτάτορα – ο οποίος τούτη τη στιγμή απειλεί την παγκόσμια κοινότητα με ένα ολοκαύτωμα από το οποίο δεν πρόκειται να επιζήσει κανείς.
Το ενδιαφέρον της υπόθεσης είναι ότι, όχι μόνο δεν εισπράττει αντιδυτικό μένος αλλά, αντίθετα, απολαμβάνει υψηλή δημοφιλία στη χώρα μας ένας πρώην (και, δυστυχώς, ίσως επόμενος) “πλανητάρχης”, παρά το γεγονός ότι ηγήθηκε της πλέον “δυτικής” δημοκρατίας: εκείνης των Ηνωμένων Πολιτειών. Αυτό εξηγείται από το ότι ο εν λόγω πρόεδρος υπήρξε, και παραμένει, μέγας θαυμαστής και υποστηρικτής του Ρώσου δικτάτορα, τον οποίο μάλιστα ενθαρρύνει(!) να επιτεθεί ακόμα και σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης [2]. Και, η ενωμένη Ευρώπη είναι η ιδέα απέναντι στην οποία κορυφώνεται το αντιδυτικό μίσος των δύο πολιτικών άκρων.
Όμως, τι εξηγεί αυτό το μίσος προς τη Δύση; Εδώ οι λόγοι διαχωρίζονται και, σε μερικά επιμέρους ζητήματα, εμφανίζονται αντίθετοι μεταξύ τους. Για την εγχώρια (και, ως έναν βαθμό, την ευρωπαϊκή) Αριστερά, η Δύση είναι πάντα ταυτισμένη με την αποικιοκρατία, τον ρατσισμό και την εκμετάλλευση φτωχών και ανίσχυρων λαών. Για την (άκρα, κυρίως) Δεξιά, η Δύση απομακρύνεται συνεχώς από “ιερές” παραδοσιακές αξίες που θα όφειλε με κάθε τρόπο να προασπίζει, διολισθαίνοντας σε έναν παρακμιακό και απόλυτα μη-αποδεκτό “προοδευτισμό”. Ας δούμε τις δύο περιπτώσεις κάπως αναλυτικότερα:
Η Αριστερά βλέπει τη Δύση ως “μητέρα κάθε κακού”, υπεύθυνη για όλα τα δεινά του υπόλοιπου Κόσμου, τα οποία όχι μόνο προκάλεσε στο παρελθόν με ιμπεριαλιστικές μεθόδους αλλά και εκμεταλλεύτηκε προς όφελος της δικής της ευμάρειας. Έτσι, η αριστερή διανόηση αντιμετωπίζει με συμπάθεια, αν όχι δικαιολογεί απροκάλυπτα, ακόμα και φρικτές εγκληματικές πράξεις που διαπράττονται από φιλοξενούμενους στις δυτικές δημοκρατίες, με θρησκευτικά ή οικονομικά κίνητρα και με θύματα αθώους πολίτες των χωρών που τους φιλοξενούν. Οι οποίες χώρες, από τη μεριά τους, δίνουν στους μετανάστες τη δυνατότητα, αν το επιθυμούν, να ενταχθούν ως ισότιμα μέλη στην κοινωνία των πολιτών – υπό την προϋπόθεση, βέβαια, ότι σέβονται τους κανόνες της δυτικής δημοκρατίας και αποδέχονται τα φιλελεύθερα δυτικά ήθη.
Η Δεξιά, από την άλλη, κατηγορεί τη Δύση ως υπέρ το δέον ανεκτική και φιλόξενη σε ξένους πολιτισμούς (δηλαδή, ανοιχτή στην πολυπολιτισμικότητα), όπως και υπερβολικά “προοδευτική” και φιλελεύθερη ώστε να επιτρέπει – ακόμα και να κατοχυρώνει θεσμικά – την αποσύνθεση παραδοσιακών θεσμών και δομών, όπως ο γάμος και η οικογένεια. Σε αυτό το αρνητικό αίσθημα έχουν συμβάλει τα μέγιστα τόσο οι σύγχρονες φιλο-μεταναστευτικές πολιτικές ευρωπαϊκών κρατών, όσο και οι ακραίες θέσεις – και οι συχνά ριζοσπαστικές συμπεριφορές – των οπαδών της λεγόμενης “Woke” κουλτούρας [3], η οποία επιχειρεί να επιβάλει τη σιγή σε κάθε φωνή που δεν υπηρετεί τους σκοπούς της [4]. Δεν προκαλεί εντύπωση, επομένως, η “δεξιά” συμπάθεια σε αντι-δυτικές δικτατορικές προσωπικότητες που εμφανίζονται ως θεματοφύλακες ηθών και αξιών…
Το οξύμωρο της υπόθεσης, εν τούτοις, είναι ότι, ακόμα κι εκείνοι που μισούν θανάσιμα τη Δύση δεν θα ήθελαν να ζουν οπουδήποτε αλλού! Γιατί, σε κανένα άλλο μέρος – ιδιαίτερα στις χώρες των δικτατόρων που θαυμάζουν – δεν θα είχαν την ελευθερία να εκφράσουν ανοιχτά τη γνώμη τους, ακόμα και την απέχθειά τους για το ίδιο το σύστημα εξουσίας. Και, για να είμαι ειλικρινής, δεν θυμάμαι να έχει ποτέ απαντηθεί το ειρωνικό (και μάλλον ρητορικό) ερώτημα που τίθεται συχνά στα social media: “Αφού μισείτε τις δυτικές δημοκρατίες ενώ αγαπάτε τόσο πολύ τον τάδε δικτάτορα, γιατί δεν πάτε να ζήσετε στη χώρα του;”
[2] https://www.kathimerini.gr/world/562882858/to-apotypoma-tis-ekstrateias-tramp-i-eyropi-kai-to-nato/
[3] Nathalie Heinich: “Γουοκισμός: ο νέος ολοκληρωτισμός;” (Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2023).
[4] https://klik.gr/2024/02/05/prepei-na-afairesoyme-ti-lexi-kanonikotita-apo-ta-lexika/