Πόσο φιλελεύθερος είναι ο νόμος που προωθεί η υπουργός Πολιτισμού για την υποστήριξη της ελληνικής μουσικής;
Τον Φεβρουάριο του ’23, έξω από το Εθνικό Θέατρο και ενώπιον παραληρούντος πλήθους, στο τέλος επαναστατικού άσματος και με οργίλο ύφος που θύμιζε καπετάνιο αντάρτικου στρατού σε ώρα μάχης ενάντια σε μισητό εχθρό, η γνωστή τραγουδίστρια κ. Τάνια Τσανακλίδου κραύγασε, απειλητικά, «θα τους φάμε!». Τα υποψήφια θύματα «ανθρωποφαγίας» ήταν οι τότε κυβερνώντες, με προεξάρχουσα την υπουργό Πολιτισμού κ. Λίνα Μενδώνη. Η δημόσια συγκέντρωση είχε λάβει χώρα με αφορμή την απαίτηση των καλλιτεχνών να διορίζονται στο δημόσιο ως απόφοιτοι πανεπιστημίων. Τελικά, δεδομένου ότι η χώρα βρισκόταν στην αρχή προεκλογικής περιόδου, η κυβέρνηση κάπως τα βόλεψε με τους καλλιτέχνες και ο θόρυβος κόπασε. Η φράση «θα τους φάμε», όμως, έγινε viral…
Καθώς βρισκόμαστε και πάλι σε τροχιά (ευρω)εκλογικής περιόδου, η κ. Μενδώνη είπε να το τερματίσει. Κατέβασε, λοιπόν, προς ψήφιση ένα νομοσχέδιο, βάσει του οποίου ακόμα και ιδιωτικές επιχειρήσεις (όπως ξενοδοχεία, εμπορικά κέντρα και ραδιοφωνικοί σταθμοί) που κάνουν χρήση μουσικής, υποχρεούνται, υπό την απειλή προστίμου(!), να παίζουν ένα καθορισμένο, ελάχιστο ποσοστό ελληνικής μουσικής. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα πνευματικά δικαιώματα των εγχώριων μουσικών δημιουργών (δαπάναις, φυσικά, όχι του κράτους που νομοθετεί αλλά των ίδιων των επιχειρήσεων)…
Να θυμίσουμε ότι η κ. Μενδώνη ανήκει σε μία κυβέρνηση που έχει εξ υπαρχής αυτο-συστηθεί στον ελληνικό λαό ως «φιλελεύθερη». Και, με βάση το αλφαβητάρι του φιλελευθερισμού, το μόνο που δεν κάνει ένα φιλελεύθερο σύστημα εξουσίας είναι να παρεμβαίνει στις επιλογές του κάθε πολίτη, στον βαθμό που αυτές δεν απειλούν το γενικό καλό και δεν βλάπτουν την ελευθερία των συμπολιτών του. Όπου με τον όρο «πολίτης» μπορεί να εννοείται, γενικότερα, και μία ευρύτερη δομή όπως μια οικονομική επιχείρηση.
Είναι προφανές ότι ο «νόμος Μενδώνη» παραβιάζει τις στοιχειώδεις αρχές του φιλελευθερισμού και θυμίζει άλλες εποχές και άλλη φιλοσοφία εξουσίας. Τελικά – και γενικότερα – ίσως πρέπει να συμβιβαστούμε με την ιδέα ότι ο κατασυκοφαντημένος (ακόμα κι από εμένα τον ίδιο [1]) φιλελευθερισμός δεν ταιριάζει στο ελληνικό DNA. Κι αυτό δεν αφορά μόνο την εξουσία (ας σκεφτούμε, λ.χ., αν η παρανοϊκή υπερφορολόγηση της ακίνητης περιουσίας είναι φιλελεύθερο μέτρο) αλλά και τον ίδιο τον λαό (αμέτρητοι οι εγχώριοι θαυμαστές ενός πολεμοχαρούς Ρώσου δικτάτορα).
Έτσι, αν περιμένουμε «να τους φάμε» – που θα ‘λεγε κι η Τσανακλίδου – για να χορτάσουμε, μάλλον θα μείνουμε νηστικοί: Φιλελεύθεροι υπάρχουν μόνο στον κατάλογο του μενού, όχι στην κουζίνα!