81 χρόνια πριν έφυγε από τη ζωή ο θρυλικός πιανίστας που με τα μαγικά του χέρια μάγεψε κοινό και κριτικούς.
Ένας από τους κορυφαίους πιανίστες όλων των εποχών, ο Σεργκέι Ραχμάνινοφ ήταν ηγετική φυσιογνωμία της ρωσικής μουσικής στην ύστερη ρομαντική εποχή. Κατέπληξε το κοινό με τη δεξιοτεχνία και το άγγιγμα του, κάνοντας μεγάλες περιοδείες και ερμηνεύοντας τη δική του μουσική.
`H μουσική είναι αρκετή για μια ζωή, αλλά η διάρκεια μιας ζωής δεν είναι ποτέ αρκετή για τη μουσική.`
Γεννήθηκε στο Σεμιόνοβο, κοντά στο Νόβγκοροντ σε μια πλούσια οικογένεια με ακόμα πέντε παιδιά και ισχυρό στρατιωτικό υπόβαθρο. Τα πρώτα μαθήματα πιάνου, ο Ραχμάνινοφ τα παίρνει από τη μητέρα του στο οικογενειακό κτήμα τους στο Oneg. Ο πατέρας του ήταν ο αξιωματικός εν αποστρατεία του Ρωσικού στρατού Βασίλι Ραχμάνινοφ, ενώ η μητέρα του ήταν κόρη στατηγού με μεγάλη ακίνητη περιουσία. Σε εκείνη οφειλόταν και η εξαιρετική οικονομική άνεση της οικογένειας. Ωστόσο, κάποια στιγμή τα οικονομικά τους άρχισαν να δυσχεραίνουν, καθώς ο πατέρας του έμπλεξε με τη χαρτοπαξία. Αναγκάζονται να μετακομίσουν σε ένα μικρό σπίτι στην Αγία Πετρούπολη, όπου ο Ραχμάνινοφ σπουδάζει στο Ωδείο με υποτροφία. Αργότερα, πηγαίνει στη Μόσχα όπου σπουδάζει πιάνο με τον Nikolay Zverev και τον Alexander Siloti, μαθητή του Φραντς Λιστ και ξάδελφο του Ραχμάνινοφ. Παράλληλα μελετά αρμονία με τον Anton Arensky και αντίστιξη με τον Sergei Taneyev. Σπουδαστής ακόμα, γράφει την μονόπρακτη όπερα Aleko κι ενθουσιάζει όλους τους δασκάλους του, που του απένειμαν το Χρυσό Μετάλλιο.
Από πολύ νωρίς έδειξε μεγάλες δεξιότητες στη σύνθεση. Δεν θεωρούνται τυχαία τα χέρια του “μαγικά”. Στα δεκατρία του μόλις χρόνια, συνθέτει τα πρώτα του σοβαρά έργα για πιάνο, ενώ φοιτούσε στον Zverev. Το 1892, στα 19 του χρόνια, ολοκληρώνει το πρώτο του κοντσέρτο για πιάνο και το 1917 το αναθεωρεί.
Μπορεί να φαίνεται περίεργο, αλλά στην πρώτη του Συμφωνία το 1897, απέσπασε δυσάρεστες κριτικές. Κάποιοι έκριναν ότι αυτό συνέβη εξαιτίας του διευθυντή ορχήστρας Alexander Glazunov που απεχθανόταν το έργο του και ήρθε μεθυσμένος την βραδιά της παρουσίασής του.
Δυστυχώς ο Ραχμάνινοφ οδηγήθηκε σε νευρικό κλονισμό. Σε αυτό συνετέλεσε εκείνη η καταστροφική υποδοχή, συνδυαστικά με την αγωνία του για την ένσταση της Ορθόδοξης Εκκλησίας να παντρευτεί την ξαδέλφη του, Ναταλία Satina. Βυθισμένος στην κατάθλιψη, δυσκολεύτηκε να γράψει πολλά έργα εκείνο το χρονικό διάστημα. Όλα βελτιώνονται στην ψυχική του διάθεση όταν ξεκινά ψυχοθεραπεία με τον πρωτοπόρο τότε ψυχολόγο Nikolai Dahl. Η ανάκαμψη για τον σπουδαίο καλλιτέχνη έρχεται γρήγορα.
Συνθέτει το Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 2, το 1901, το οποίο αφιερώνει στον Δρ Dahl. Στην πρεμιέρα του είχε εξαιρετική υποδοχή. Εκεί παίζει πιάνο ο ίδιος, παραμένοντας στην ιστορία ως ένα από τα πιο δημοφιλή του έργα.
Ο Ραχμάνινοφ ηρεμεί εντελώς όταν μετά από χρόνια κάνει αρραβώνα με την ξαδέλφη του Natalia και του επιτρέπεται να την παντρευτεί το 1902. Παρέμειναν παντρεμένοι κι ευτυχισμένοι μαζί έως το θάνατο του συνθέτη και μαζί αποκτούν δύο κόρες, την Ιρίνα και την Τατιάνα.
Το 1904, του προτείνουν τη θέση του διευθυντή ορχήστρας στο θέατρο Bolsjoj όπου παραμένει για δύο χρόνια κι αποχωρεί εξαιτίας των πολιτικών εξελίξεων στη Ρωσία. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1908 μετακομίζει στην Ιταλία και αργότερα στη Δρέσδη, περιμένοντας να εξομαλυνθεί η πολιτική κατάσταση στη χώρα του.
Η φήμη του ως συνθέτη εδραιώνεται με το Δεύτερο Κοντσέρτο του για πιάνο.
Κανένας δεν μπορούσε να αμφισβήτήσει την άρτια τεχνική του και τις θρυλικές ρυθμικές του εκτελέσεις. Τα εντυπωσιακά μεγάλα χέρια του μπορούσαν να καλύψουν μία δωδεκάδα, αφήνοντάς τον στην ιστορία για τις μοναδικές ηχογραφήσεις του…
Ο Ραχμάνινοφ συνέχισε τις συνθέσεις του γράφοντας τη Συμφωνία Νο 3 το 1935. Πέντε χρόνια αργότερα, το 1940, συνθέτει τους Συμφωνικούς Χορούς που αποτελούν το τελευταίο ολοκληρωμένο έργο του.
Στις 17 Φεβρουαρίου του 1943 δίνει το τελευταίο του ρεσιτάλ…
Στην τελευταία συνέντευξη της ζωής του, έχοντας πια καταξιωθεί και ζήσει πολλές εμπειρίες, λέει : «Η αδιάκοπη μου θέληση να συνθέσω μουσική είναι μια εσωτερική παρότρυνση του να εκφράσω μουσικά τα συναισθήματά μου, όπως η ομιλία για να προφέρω τις σκέψεις μου. Αυτή πρέπει να είναι και η λειτουργική σημασία της σύνθεσης στην ζωή κάθε συνθέτη. Κάθε άλλη, είναι δευτερευούσης σημασίας. Δε συμπαθώ τους συνθέτες που γράφουν με βάση προκαθορισμένες θεωρίες ή υιοθετούν ένα στυλ, μόνο και μόνο επειδή είναι στη μόδα. Οι μεγάλες σελίδες της μουσικής ποτέ δε γράφτηκαν με αυτό τον τρόπο και τολμώ να πω πως ούτε πρόκειται. Η μουσική οφείλει –σε τελική ανάλυση- να είναι η έκφραση της προσωπικότητας του συνθέτη, οφείλει να αντικατοπτρίζει τη χώρα γέννησής του, αγαπημένα συναισθήματα, τη θρησκεία του, τη γλώσσα του, τα βιβλία και τις εικόνες που αγάπησε και τον επηρέασαν, οφείλει να είναι το σύνολο των εμπειριών του. Μελετήστε τα αριστουργήματα των μεγάλων συνθετών και θα βρείτε κάθε πτυχή της προσωπικότητας και του περιβάλλοντός τους στη μουσική τους. Ο χρόνος μπορεί να αλλάξει τις τεχνικές που χρησιμοποιούνται στη μουσική, δε θα αλλάξει όμως ποτέ την αποστολή της…»
Δυστυχώς, το χειμώνα του 1943, κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας , πέφτει βαριά άρρωστος. Ο Ραχμάνινοφ που ήταν ανέκαθεν βαρύς καπνιστής, διαγνώστηκε ότι πάσχει από καρκίνο του πνεύμονα. Φεύγει από τη ζωή στις 28 Μαρτίου του 1943 στο Beverly Hills της Καλιφόρνιας, αλλά η κληρονομιά του ζει μέσα από τη μουσική του. Τα έργα του συνεχίζουν να εκτελούνται και να εκτιμώνται από γενιές μουσικών και ακροατών. Η μουσική του Ραχμάνινοφ παραμένει ένα αστείρευτο και εμβληματικό κομμάτι του παγκόσμιου μουσικού πολιτισμού, συνεχίζοντας να μαγεύει και να εμπνέει εκείνους που την ακούν.
Παρά την επιτυχία και την αναγνώριση, η ζωή του Ραχμάνινοφ δεν ήταν απαλή. Η πολιτική αναταραχή και η Ρωσική Επανάσταση είχαν μεγάλη επίδραση στη ζωή του και στην καριέρα του. Το 1917, εγκατέλειψε τη Ρωσία και εγκαταστάθηκε στην Αμερική, όπου συνέχισε να συνθέτει και να εργάζεται ως πιανίστας.
Τα περισσότερα από τα δημιουργήματά του είναι γραμμένα σε ένα ήρεμο παραδοσιακό ρομαντικό ύφος. Θα λέγαμε ότι μοιάζει αρκετά με εκείνοτου Τσαϊκόφσκι, αν και μερικά από τα μεταγενέστερα έργα του, έχουν συναισθηματικά ανεξάρτητο ύφος (το Τέταρτο Κοντσέρτο για Πιάνο και οι Παραλλαγές σε ένα θέμα του Corelli).
Η σωρός του Σεργκέι Ραχμάνινοφ βρίσκεται στο Κοιμητήριο Kensico στη Valhalla, της Νέας Υόρκης.Τα πρώτα τρία κοντσέρτα του για πιάνο συγκαταλέγονται ανάμεσα στα σπουδαιότερα έργα της μουσικής βιβλιογραφίας.