Οι άνθρωποι περνούν ολόκληρη τη ζωή τους –– ειδικά σε δημιουργικούς τομείς όπως η παραγωγή ταινιών–– προσπαθώντας να δημιουργήσουν ένα αριστούργημα. Ωστόσο, ο Quentin Tarantino, από την πρώτη του φορά που έκανε την ταινία μεγάλου “Reservoir Dogs” του 1992, άρχισε να δημιουργεί το ένα masterpiece μετά το άλλο. Δεν χωράει αμφιβολία ότι είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους και ταλαντούχους σκηνοθέτες όλων των εποχών, και από τους πιο χρονισμένους.
Από το ‘Pulp Fiction’ έως το ‘Inglourious Basterds’ έως τα άλλα κλασικά και το ‘Οnce upon a time in Hollywood’, o Quentin Tarantino αποδεικνύει με κάθε του εγχείρημα ότι ξεχωρίζει.
Πριν από 26 χρόνια λοιπόν, όλοι μιλούσαν για το “Pulp Fiction”. Ο ευρηματικός Quentin Tarantino με την εναλλακτική του ματιά, ξέφυγε από τα όρια του cult και κατέκτησε την παγκόσμια pop κουλτούρα. Σε αυτήν την επιτυχημένη του προσπάθεια συνετέλεσε ένα παλιό ελληνικό τραγούδι. Η “Mισιρλού” σε διασκευή του Dick Dale…
Ο ευρηματικός Quentin Tarantino
Ποιά είναι όμως η υπόθεση της ταινίας;
Το Pulp Fiction είναι αμερικανική αστυνομική νεο-νουάρ μαύρη κωμωδίας του 1994 σε σενάριο Tarantino και Roger Avary κι αποτελείται από 4 ιστορίες
1.Την ανάκτηση ενός μυστηριώδους χαρτοφύλακα από τους δύο γκάνγκστερ εκτελεστές Vincent Vega (John Travolta) και Jules Winnfield (Samuel L. Jackson ν) και “Η Περίπτωση της Μπόνι”
2.”Το Δείπνο” (και τα δύο μισά, όπως εμφανίζονται στην ταινία),
3 “Mia Wallace.
4. “Tο Χρυσό Ρολόι”.
Ο Jules Winfield και ο Vincent Vega εργάζονται σαν εκτελεστές για τον γκάνγκστερ Marcellus Wallace Μαρσέλους. Σε μια υπόθεση που αναλαμβάνουν, σώζονται σαν από θαύμα. Τότε ο Jules αποφασίζει να παραιτηθεί.. Ο Wallace κλείνει συμφωνία με τον μποξέρ Butch Coolidge , να χάσει σε αγώνει που έχει και τον πληρώνει γι` αυτό το λόγο. Η συμφωνία όμως δεν τηρείται τελικά και ο μποξέρ σχεδιάζει να φύγει από την πόλη. Αναγκαστικά επιστρέφει μια τελευταία φορά στο διαμέρισμά του για να πάρει μαζί το ρολόι του πατέρα του. Ξέρει πολύ καλά όμως, ότι εκεί το πιο πιθανό είναι να τον περιμένουν οι εκτελεστές του Wallace.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι όλες οι ταινίες του ανεπανάληπτου Tarantino μοιάζουν με φόρο τιμής στις ταινίες που ο ίδιος φαίνεται ότι λατρεύει. Για πολλούς, το Pulp Fiction, είναι η καλύτερη ταινία που έχουν δει ποτέ. Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για μια ταινία που δεν προσπερνάς σε καμία περίπτωση. Την απολαμβάνεις και συνειδητοποιείς τί σημαίνει κινηματογραφική τέχνη. Έχει όλα τα απαραίτητα στοιχεία για να θέλεις να την ξαναδείς.
Ο Tarantino, παρουσιάζει τους χαρακτήρες του με έναν ιδιαίτερο, μοναδικό τρόπο. Κι ας είναι περιθωριακοί χαρακτήρες. Σε κάνει να θέλεις να μάθεις γι`αυτούς και να λατρεύεις τις ιδιαιτερότητές τους. Σε βάζει τόσο πολύ στο κλίμα της ατμόσφαιρας της ταινίας, που δεν θέλεις να τελειώσει…
Πολλοί θεωρούν πως οι ταινίες του Tarantino κινούνται μόνο σε ένα επίπεδο. Στο επίπεδο της ευρηματικής δράσης. Και πραγματικά η δράση στις ταινίες του Tarantino πήρε άλλη μορφή, μια και η βιαιότητα των σκηνών και των φονικών, πραγματοποιείται με μια αμεσότητα, που επηρέασε σχεδόν όλους του κινηματογραφιστές βίαιων ταινιών. Θα λέγαμε πως υπάρχει η π.Τ. (προ Tarantino) και η μ.Τ.(μετά Tarantino) κινηματογραφική βία. Στις παλιότερες ταινίες του Χόλιγουντ η δράση, είχε και κάποιους μελοδραματικούς τόνους. Στις ταινίες του Tarantino, η βία είναι και άμεση, αλλά έχει πάντα και μια δόση χιούμορ. Και έχουν υπάρξει πολλές τέτοιες ευρηματικές σκηνές βίας και χιούμορ σε κάθε ταινία του. Όπως η σκηνή στο Reservoir Dogs, όπου ένας κάπως μανιακός γκάνγκστερ που τον υποδύεται ο Michael Manchen, κόβει το αυτί του αιχμάλωτου και δεμένου σε μια καρέκλα αστυνομικού, υπό τους ήχους του Stuck in the middle with you.
Η το επικό πιστολίδι στην υπόγεια γαλλική pub στο Inglorious Basterds ;
Αλλά όπως είπαμε στις ταινίες του Tarantino, όπου ο ένας πρωταγωνιστής είναι η άμεση, γεμάτη χιούμορ και ιδιόρρυθμη βία που τον χαρακτηρίζει, υπάρχει πάντα και ένα κρυφό θέμα, πίσω από το εμφανές. Στο Resrvoir Dogs, το κρυφό θέμα είναι η φιλία και η “μπέσα”. Στο Pulp Fiction το κρυφό θέμα είναι η Θεία παρέμβαση στις ζωές μας. Στο Kill Bill το κρυφό θέμα είναι η ερωτική πίστη και η ερωτική εκδίκηση, ενώ στο Djanko οι φυλετικές διακρίσεις.
Πέρα από αυτά ο Quentin Tarantino στις ταινίες του έχει αποδείξει πως μπορεί να κάνει θέμα μια οποιαδήποτε φαινομενικά ασήμαντη λεπτομέρεια.
Αυτά που θυμάσαι περισσότερο είναι οι ατάκες, τα βλέμματα, οι κάπως άβολες σιωπές και κάποιες ξεχωριστές σκηνές…Όπως εκείνη με την ένεση αδρεναλίνης που έκανε ο Travolta στο στήθος της Thurman… Η ληστεία υπό τους ήχους του εκπληκτικού τραγουδιού της “Μισιρλούς”… Ή το ανέκδοτο με τις ντομάτες… Ή η σκηνή που ο Vincent (Travolta) πυροβολεί τον Marvin (LaMar) γεμίζοντας την ταπετσαρία του αυτοκίνητου με τα μυαλά του…
Μια διαφορετική ταινία από τις άλλες, που αλλάζει εικόνες και χαρακτήρες με ταχύτατους ρυθμούς, παρουσιάζοντας περιθωριακές ιστορίες…Και ξαφνικά, ενώνονται οι ιστορίες και όλα πια έχουν νόημα…
Η “Mισιρλού” που σε διασκευή του Dick Dale, έντυσε την ταινία ανοίγοντάς την μετά το περίφημο “everybody be cool, this is a robbery”.
Ποιά είναι όμως η ιστορία του;
Mισιρλού -που σημαίνει “Αιγύπτια”- είναι ο τίτλος ενός ελληνικού ρεμπέτικου τραγουδιού, ηχογραφημένο το 1925 στην Αμερική από τον Τίτο Δημητριάδη, σε παραγωγή Columbia. Παίζεται για πρώτη φορά το 1927 από τη ρεμπέτικη ορχήστρα του Μιχάλη Πατρινού. Οι στίχοι του αναφέρονται σε μια σχέση ενάντια σε θρησκευτικά πιστεύω και φυλές. Ένα θέμα απόλυτα απρεπές κι απαγορευμένο για την εποχή του.
Όπως συνέβαινε σχεδόν με όλα τα πρώιμα ρεμπέτικα τραγούδια, ο αυθεντικός συνθέτης του τραγουδιού (πλανόδιος και αυτοδίδακτος μουσικός πανηγυριών) πιθανολογείται κάπου στο 1910 στη Σμύρνη, αλλά παρέμεινε άγνωστος. Έτσι, ο αρχηγός της κομπανίας, Μιχάλης Πατρινός, επικαρπώθηκε τα εύσημα για τη σύνθεση. Πιθανολογείται, ότι η μελωδία συντέθηκε από τους μουσικούς συλλογικά, όπως συνέβαινε εκείνη την εποχή, οι στίχοι όμως αποδίδονται στο μεγαλύτερο ποσοστό τους στον Πατρινό. Στην αρχική του έκδοση, γύρω στο 1930, το κομμάτι πρωτογράφτηκε ως ζεϊμπέκικο, σε πιο αργό ρυθμό και διαφορετικό τόνο από τη σημερινή, «οριεντάλ» έκδοση, με την οποία έγινε γνωστό, ενώ το όνομα της κοπέλας του τίτλου προφερόταν από τον Μιχάλη Πατρινό “Μουσουρλού”, με βαριά, αργόσυρτη, σμυρναίικη προφορά.
Το 1934, ο Νίκος Ρουμπάνης – ένας Ελληνοαμερικανός μουσικός δάσκαλος- κυκλοφορεί μια ορχηστρική, τζαζ εκτέλεση του τραγουδιού. Κατοχυρώνει νομικά τον εαυτό του, ως τον συνθέτη του τραγουδιού. Αλλάζει αρκετά τον τόνο και τη μελωδία, δίνοντας στο τραγούδι μια καθαρά ανατολίτικη αίσθηση, ντύνοντάς το με στοιχεία τζαζ και απαλλάσσοντάς το από τον βαρύ, σμυρναίικο ήχο.
Τη δεκαετία του ‘60, ο surf κιθαρίστας, Dick Dale, σε μια ζωντανή του εμφάνιση, ερωτάται από έναν ακροατή στο κοινό, αν μπορούσε να παίξει ένα ολόκληρο τραγούδι, πάνω σε μία και μόνη χορδή της κιθάρας του.Τότε ήταν που η “Μισιρλού” έγινε γνωστή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Dale είχε ρίζες από το Λίβανο και αρκετές φορές αναφερόταν στην επιρροή της αρμένικης μουσικής στο κιθαριστικό στιλ του. Η νέα εκδοχή του τραγουδιού, με τα ανατολίτικα στοιχεία, υπήρξε για πολλά χρόνια εξαιρετικά δημοφιλής στη Μέση Ανατολή. Μάλιστα, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που το υιοθέτησαν ως παραδοσιακό τραγούδι της χώρας τους.
Το 1963, οι Beach Boys συμπεριλαμβάνουν στο άλμπουμ τους “Surfin’ USA” μια εκτέλεση της “Μισιρλούς” η οποία έμοιαζε αρκετά με εκείνη του Dale.
Το 1994, η ταλαντούχος, ευφυέστατος Quentin Tarantino, ερωτεύεται τη μελωδία της “Μισιρλού” και αποφάσισε να ντύσει την ταινία του, Pulp Fiction, με την εκδοχή του Dale. Tότε, ήταν η στιγμή της καθιέρωσης του τραγουδιού ως μια cult παγκόσμια λατρεία…