Νέες θετικές παρεμβάσεις 800 εκατ. έως και 1 δισ. ευρώ αναμένεται να φέρει η υπεραπόδοση της οικονομίας τον ερχόμενο Απρίλιο, όταν θα πιστοποιηθεί από την ελληνική και την ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία το πρωτογενές πλεόνασμα του 2025.
Με βάση τις έως τώρα εκτιμήσεις, έναντι στόχου 3,2% του ΑΕΠ, το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να ξεπεράσει για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά το 4% του ΑΕΠ, έστω και αν δεν φτάσει ξανά στο 4,8%, όπως στο τέλος του 2024. Αν τελικά το πρωτογενές πλεόνασμα για φέτος καταλήξει να είναι 1% του ΑΕΠ (περίπου 2,45 δισ. ευρώ) πάνω από την πρόβλεψη, η Ε.Ε. θα δώσει ξανά το δικαίωμα να πάρουμε νέα μέτρα ύψους ίσου με το 0,3% του ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, θα μπορούμε να κάνουμε περαιτέρω μειώσεις φόρων ή κοινωνική πολιτική με κόστος περίπου 800 εκατ. ευρώ. Τούτο με δεδομένο ότι η Ελλάδα και με τη νέα αύξηση δαπανών για το 2026, θα παραμείνει απολύτως συμβατή με τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες.
Τούτο διότι το 2024 είχαμε μια πολύ θετική εξέλιξη στη μεταβολή των καθαρών πρωτογενών δαπανών σε σχέση με το 2023. Συγκεκριμένα, οι καθαρές πρωτογενείς δαπάνες τον προηγούμενο χρόνο είχαν περιθώριο να αυξηθούν κατά 2,6%. Αντί όμως να αυξηθούν, καταγράφηκαν μειωμένες κατά 2,6 δισ. Αυτό έδωσε το περιθώριο να δοθούν, τον περασμένο Απρίλιο, το επίδομα των 250 ευρώ σε 1,44 εκατ. συνταξιούχους και η επιστροφή ενός ενοικίου σε 950.000 νοικοκυριά.
Επειδή στο νέο δημοσιονομικό σύμφωνο οι δαπάνες που μπορούν να γίνουν στην τετραετία 2025-2028 υπολογίζονται συμψηφιστικά, μέρος της μείωσης των δαπανών τον περασμένο χρόνο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το 2026 και το 2027. Το 1,76 δισ. ευρώ, που είναι το δημοσιονομικό κόστος των μέτρων που εξήγγειλε από τη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός, καλύπτεται από τον κανόνα της οροφής στην αύξηση δαπανών χωρίς νέες παρεμβάσεις. Είναι δηλαδή συμβατές με την αύξηση κατά 3,6% που έχει υπολογιστεί από το καλοκαίρι του 2024 με την Commission για το 2026. Μετά και την κάλυψη 1,1 δισ. ευρώ από το περιθώριο για τις δαπάνες με τα μέτρα του περσινού Απριλίου, μένουν 1,2 δισ. ευρώ τα οποία μπορούμε να δαπανήσουμε τον επόμενο χρόνο, φτάνει να έχουμε υπέρβαση του πρωτογενούς πλεονάσματος που υπολογίζεται ότι θα προκύψει στο τέλος Φεβρουάριου του 2026.
Θετικές ενδείξεις
Οι ενδείξεις μέχρι και το τέλος του χρόνου είναι θετικές. Στις διαπραγματεύσεις που προηγήθηκαν της ΔΕΘ, για τα μέτρα που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός από τη Θεσσαλονίκη, τα στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αναγνώρισαν ότι από την εφαρμογή των μέτρων κατά της φοροδιαφυγής, δηλαδή από τον Μάιο του 2024 μέχρι και σήμερα, η Ελλάδα έχει καταφέρει να αυξήσει τα φορολογικά της έσοδα κατά 3,9 δισ. ευρώ. Οι συζητήσεις ξεκίνησαν τον περασμένο Ιούλιο και ολοκληρώθηκαν περίπου 10 ημέρες πριν από τις ανακοινώσεις της ΔΕΘ.
Αυτό σημαίνει ότι μέχρι και το τέλος Αυγούστου η ΑΑΔΕ, πέραν των 2 δισ. ευρώ το 2024, είχε βεβαιώσει έσοδα τα οποία συνδέονται με τις δράσεις κατά της φοροδιαφυγής ύψους 1,9 δισ. ευρώ, ενώ μένουν ακόμη τέσσερις μήνες μέχρι και το τέλος του 2025. Μάλιστα, όλοι περιμένουν ότι τα έσοδα και το πρωτογενές πλεόνασμα θα συνεχίσουν να αυξάνονται, εκτός από τη φοροδιαφυγή και από την οικονομική δραστηριότητα.
Οι προσδοκίες οφείλονται στο ότι η οικονομία πρόκειται να αφομοιώσει έως το τέλος του χρόνου επενδύσεις και εισοδηματικές ενισχύσεις ύψους περίπου 9,5 δισ. ευρώ. Ενα ακόμη χαρακτηριστικό που θα συμβάλει κυρίως στην αύξηση των έμμεσων φόρων, θα είναι και ο υψηλότερος του αναμενομένου πληθωρισμός, ο οποίος αναμένεται να κλείσει πάνω από το 2,6% που διαμορφώνεται στο τέλος Αυγούστου, από 2,5% που ήταν ο ετήσιος στόχος.
Τα μέτρα του πακέτου, το οποίο θα ανακοινωθεί τον επόμενο Απρίλιο, μετά την πιστοποίηση του πρωτογενούς πλεονάσματος για φέτος, θα είναι αυτά που έμειναν εκτός ΔΕΘ ώστε να χωρέσει στο σύνολό της η φορολογική μεταρρύθμιση. Από τα μέτρα που έμειναν εκτός ΔΕΘ έχουμε την αναμόρφωση των επιδομάτων του ΟΠΕΚΑ, που αναμενόταν για το 2025, μετά το ξεκαθάρισμα που έγινε στους δικαιούχους.
Ο ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ
Πώς φτάσαμε στο πακέτο της ΔΕΘ
Σε ό,τι αφορά το φετινό πακέτο της ΔΕΘ, δημιουργήθηκε πρώτα δημοσιονομικός χώρος, με βάση τον οποίο οριστικοποιήθηκαν οι παρεμβάσεις των περίπου 2,5 δισ. ευρώ μέχρι και το 2027. Οπως κάθε φορά, των μέτρων προηγήθηκαν διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στις διαπραγματεύσεις, οι Βρυξέλλες αναγνώρισαν ότι η υπεραπόδοση των εσόδων από τη σύλληψη μέρους της φοροδιαφυγής ήταν 2,2 δισ. ευρώ. Από εκεί και πέρα η συζήτηση έγινε γύρω από το πώς θα καλυφθεί για το 2026 η αύξηση δαπανών κατά 3,6%, όπως ορίζεται στο μεσοπρόθεσμο Διαρθρωτικό και Δημοσιονομικό Σχέδιο 2025-2028.
Στην πράξη, η αύξηση στις καθαρές πρωτογενείς δαπάνες (οι οποίες υπολογίζονται στα 103 δισ.) δεν θα έπρεπε να υπερβαίνει τα 3,7 δισ. ευρώ. Από την αύξηση αυτή, με βάση τα δημοσιονομικά δεδομένα, οι δαπάνες, χωρίς παρεμβάσεις, έπρεπε να αυξηθούν κατά 2,8 δισ. ευρώ. Από τα χρήματα αυτά, 1,8 δισ. είναι η αύξηση των καθαρών λειτουργικών δαπανών και περίπου 1 δισ. οι δαπάνες συντάξεων.
Το υπόλοιπο 1,76 δισ. υπήρχε έτσι και αλλιώς και διαμορφώθηκε ο δημοσιονομικός χώρος 1,8 δισ. ευρώ που χρησιμοποιήθηκε για τις παρεμβάσεις της ΔΕΘ, οι οποίες θα έχουν επιπλέον δημοσιονομικό κόστος 700 εκατ. ευρώ το 2027, οριστικοποιώντας το πακέτο της ΔΕΘ στα 2,5 δισ. ευρώ για τις δύο χρονιές. Τον περασμένο Απρίλιο, η Ελλάδα χρησιμοποίησε τις χαμηλότερες δαπάνες που είχε το 2024 (τον προηγούμενο χρόνο, οι δαπάνες αντί να αυξηθούν, μειώθηκαν κατά 2,6%) για την επιστροφή του ενός ενοικίου και την απόδοση επιδόματος 250 ευρώ στους συνταξιούχους κάτω των 65 ετών και με χαμηλά εισοδήματα.