Οι ολοένα και… θερμότεροι δεσμοί της Κεντρικής Ασίας με τις ΗΠΑ θα μπορούσαν να φέρουν τα κράτη της περιοχής σε ένα δύσκολο σταυροδρόμι μελλοντικά. Να πρέπει να επιλέξουν μεταξύ των παραδοσιακών τους συμμάχων, της Ρωσίας και της Κίνας δηλαδή, και του Ντόναλντ Τραμπ.
Η Σύνοδος Κορυφής, στις 6 Νοεμβρίου, μεταξύ των πέντε ηγετών της Κεντρικής Ασίας (Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Κιργιστάν, Τουρκμενιστάν και Τατζικιστάν) και του προέδρου των ΗΠΑ για τον εορτασμό μίας δεκαετίας συνεργασίας στο σχήμα C5+1, ήταν η πρώτη φορά που οι έξι ηγέτες συναντήθηκαν στις ΗΠΑ.
Καμία αμφιβολία
Αν υπήρχαν αμφιβολίες για το πόσο σοβαρές είναι οι ΗΠΑ για την Κεντρική Ασία μετά τις σύντομες συναντήσεις του Τραμπ με τους προέδρους του Ουζμπεκιστάν και του Καζακστάν και τις συμφωνίες δισεκατομμυρίων δολαρίων που υπέγραψαν, η Σύνοδος Κορυφής της επετείου C5+1 έρχεται να… διαλύσει αυτές τις αμφιβολίες.
Ποτέ πριν οι ΗΠΑ δεν ήταν τόσο προσηλωμένες στην προσπάθειά τους να πείσουν την Κεντρική Ασία ότι η συνεργασία με την Ουάσιγκτον αξίζει τον αναπόφευκτο εκνευρισμό που θα προκαλέσει σε Κίνα και Ρωσία. Μένει να φανεί, λοιπόν, αν αυτή η νέα προσέγγιση θα αποδώσει καρπούς. Η προσοχή που λαμβάνουν, πάντως, από την Ουάσιγκτον ήταν πάντα πολύτιμο πλεονέκτημα για τις κυβερνήσεις των μετασοβιετικών χωρών. Τους προσθέτει επιπλέον «βάρος» στη διεθνή σκηνή, αλλά και στο εσωτερικό.
Αν και οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης Τραμπ είναι πρόθυμοι να τονίσουν ότι η προσέγγισή τους στην Κεντρική Ασία είναι θεμελιωδώς διαφορετική από εκείνη των προκατόχων τους, τα θεμέλια για την τρέχουσα προσέγγιση των ΗΠΑ με την Κεντρική Ασία τέθηκαν υπό τον Τζο Μπάιντεν. Τα κύρια θέματα στη Σύνοδο Κορυφής της περασμένης εβδομάδας διέφεραν ελάχιστα από τις προηγούμενες συναντήσεις C5+1. Ακόμη και ο διάλογος για τα μέταλλα σπάνιων γαιών, τον οποίο ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει «κλειδί», είχε ξεκινήσει από τον προκάτοχό του, Τζο Μπάιντεν. Ηταν, επίσης, υπό τον Μπάιντεν που δημιουργήθηκε η επιχειρηματική μορφή B5+1 για τον εντοπισμό νέων επενδυτικών ευκαιριών και οι συναντήσεις C5+1 ανέβηκαν στο προεδρικό επίπεδο, αν και πραγματοποιήθηκαν στη Νέα Υόρκη και όχι στον Λευκό Οίκο.
Περιορισμός
Ο γεωπολιτικός στόχος της Ουάσιγκτον στην περιοχή παραμένει ο περιορισμός της Κίνας και της Ρωσίας. Με τις συντηρητικές ιδέες του, ο Τραμπ μπορεί να χαίρει μεγαλύτερης εμπιστοσύνης μεταξύ των ηγετών της Κεντρικής Ασίας από τους προκατόχους του, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό για να ξεπεράσει δυσκολίες δεκαετιών.
Παρά τις συζητήσεις σχετικά με τις τεράστιες δυνατότητες για επενδύσεις, οι ΗΠΑ δεν έχουν ξεκινήσει -ακόμη τουλάχιστον- κάποιο μεγάλο έργο στην Κεντρική Ασία που να συγκρίνεται με τις επενδύσεις της Κίνας στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας «Belt and Road» ή τα πρόσφατα σχέδια της Ρωσίας για την κατασκευή πυρηνικών σταθμών στο Καζακστάν και το Ουζμπεκιστάν. Ακόμα κι αν η Ουάσιγκτον ήθελε πραγματικά να αυξήσει τις επενδύσεις της στην περιοχή, δεν θα ήταν εύκολο, καθώς το επενδυτικό κλίμα στην Κεντρική Ασία δεν είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό για τους Δυτικούς εταίρους.
Μία άλλη πρόκληση για τους πιθανούς επενδυτές των ΗΠΑ είναι το πόσο έχουν κορεστεί οι οικονομίες της Κεντρικής Ασίας με κινεζικά και ρωσικά έργα. Η Κίνα είναι πλέον παρούσα σε -σχεδόν- κάθε τομέα της περιοχής, η οποία, μεταξύ άλλων, εμποδίζει την πρόοδο της πρωτοβουλίας «Global Gateway» της Ε.Ε.
Εκτίμηση
Οι πιθανότητες ότι ο ενθουσιασμός που προκλήθηκε από την προσοχή του Τραμπ θα ωθήσει την Κεντρική Ασία να αποστασιοποιηθεί από τη Ρωσία είναι, επίσης, ελάχιστες. Η Μόσχα παραμένει τόσο ο κύριος εγγυητής ασφάλειας για τα πολιτικά καθεστώτα της περιοχής όσο και η κύρια πιθανή απειλή για τη σταθερότητά τους.
Η αντίθεση μεταξύ της αισιόδοξης ατμόσφαιρας των συναντήσεων των ΗΠΑ και των μετριοπαθών πρακτικών αποτελεσμάτων είναι γεμάτη με κινδύνους για την ίδια την Κεντρική Ασία. Η προσέγγιση της Κεντρικής Ασίας με τις ΗΠΑ έχει κάθε πιθανότητα να παραμείνει στο επίπεδο των κενών υποσχέσεων και των ουτοπικών έργων με εντυπωσιακές φιγούρες.






