Με αφορμή την επέτειο των 8 χρόνων από το θάνατο του Umberto Eco, το 19 Φεβρουαρίου του 2016, ας θυμηθούμε το αριστουργηματικό έργο του που σε ταξιδεύει μαζί του στον χρόνο και σου αποκαλύπτει έναν ολόκληρο κόσμο από μυστικές αδελφότητες, υπόγειες κοινωνίες, πλεκτάνες και συνωμοσίες.
“`Ενα καλό βιβλίο είναι πιο έξυπνο από το συγγραφέα του.” έλεγε ο Umberto Eco. Και είχε απόλυτο δίκιο αν σκεφτούμε ότι από το έργο του καθενός κρίνεται η ευφυία του…”
Ήταν Ιταλός σημειολόγος, δοκιμιογράφος, φιλόσοφος, κριτικός λογοτεχνίας και μυθιστοριογράφος. Καθηγητής Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια από το 1975 και πρόεδρος του Διεθνούς Κέντρου Μελετών Σημειωτικής στο Πανεπιστήμιο του Σαν Μαρίνο από το 1988. Συγγραφέας πολλών μελετών και δοκιμίων, που έχουν μεταφραστεί και εκδοθεί σε πολλές γλώσσες σε ολόκληρο τον κόσμο. Το 1965 εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο, ενώ το 1980 εκδόθηκε το πρώτο του μυθιστόρημα (Το όνομα του Ρόδου), που τιμήθηκε με το βραβείο Strega (1981), και ένα χρόνο αργότερα, το Medicis Etranger– ένα βραβείο που δίνεται στον καλύτερο ξένο λογοτέχνη στην Γαλλία-.
Λέγεται ότι το επώνυμό του σημαίνει “ θεϊκό δώρο ” (Eco είναι το αρκτικόλεξο των λατινικών λέξεων Ex Coelis Oblatus).
Ένα ακόμα βιβλίο του που έχω ξεχωρίσει είναι “Το εκκρεμές του Φουκώ”. Το αριστούργημα των 900 και πλέον σελίδων του Umberto Eco, που για πολλούς, μάλιστα, θεωρείται το προσωπικό τους Ευαγγέλιο. Δικαιολογημένα, θα έλεγα, καθώς σχεδόν όλη η παγκόσμια ιστορία -από την εποχή των σταυροφοριών στη Μέση Ανατολή μέχρι τη δεκαετία του `70 στην Ιταλία- χρησιμοποιείται ως υλικό της πλοκής, σε μια προσπάθειά του συγγραφέα να δώσει μια ερμηνεία του μέλλοντος αλλά και του παρελθόντος. Ο τίτλος του βιβλίου αναφέρεται στο πραγματικό Εκκρεμές του Φουκώ, το οποίο σχεδίασε ο Γάλλος φυσικός Λεόν Φουκώ για να καταδείξει την περιστροφή της Γης και έχει συμβολική σημασία στην πλοκή του μυθιστορήματος. Κάποιοι θεωρούν ότι αναφέρεται στον φιλόσοφο Μισέλ Φουκώ σημειώνοντας τη φιλία που συνέδεε τον Έκο με τον Φουκώ. Ο συγγραφέας, ωστόσο, απορρίπτει τον όποιο σκόπιμο συσχετισμό προς τον Μισέλ.
Ένα από τα πιο διασκεδαστικά και διάσημα μυθιστορήματα του Umberto Eco είναι “Το Εκκρεμές του Φουκώ”, που εκδόθηκε το 1988. Αφορά μια ομάδα ματαιόδοξων εκδοτών (δηλαδή, ανθρώπους που πληρώνονται από συγγραφείς για να τυπώνουν βιβλία που κανένας αξιοσέβαστος οίκος δεν θα εξέδιδε οικειοθελώς), οι οποίοι εφευρίσκουν συνωμοσίες, παρμένες από έναν θησαυρό περίεργων χειρογράφων που συγκέντρωσαν με τα χρόνια.
Το τέχνασμα όμως τους ξεφεύγει, όταν αυτές οι συνωμοσίες αποδεικνύονται πιο κοντά στην αλήθεια από όσο φαντάζονταν. Ένα λεπτομερές βιβλίο που περιγράφει ιστορίες για τους Ναΐτες Ιππότες, την απόκρυφη, ουράνια εφεύρεση, την κυριαρχία του κόσμου και πολλά άλλα, έχει ονομαστεί από έναν κριτικό «Κώδικας Ντα Βίντσι του σκεπτόμενου ανθρώπου». ένας άλλος είπε ότι ήταν, «στην πραγματικότητα, ένα μακροσκελές, πολυμαθές αστείο».
Ωστόσο, το κόλπο του Eco δεν ήταν διασκεδαστικό και παιχνίδι για όλους. Η επίσημη εφημερίδα του Βατικανού δεν διασκέδασε με τη φανταστική εφεύρεση του συγγραφέα, αποκαλώντας τον «ένα μυθικό παράσιτο που παραμορφώνει, βεβηλώνει και προσβάλλει». Μερικοί ισχυρίζονται ότι είναι αντισημιτισμός, ο οποίος πιθανότατα προέρχεται από τον επαναπροσδιορισμό του Eco για την τεβραϊκή ιστορία και την τραγωδία. Το Ολοκαύτωμα, όπως λέει και μια θεωρία στο βιβλίο, ήταν πολύ μεθοδικό, πολύ συστηματικό για να αφορά απλώς την εξόντωση. Ο Χίτλερ έψαχνε για κάτι: μια ένδειξη για ένα σημείο στο κούφιο κέντρο της γης, το οποίο αν βρεθεί, θα τον έκανε Κύριο του Κόσμου.
Δεν θα ήταν ανακριβές να πούμε ότι για τον Eco δεν υπάρχει σχεδόν ένα θέμα πολύ ιερό για παραποίηση, πολύ σοβαρό για αντιστροφή. Το μυθιστόρημά του είναι άνετο με τους μεγαλύτερους παραλογισμούς. Το Εκκρεμές του Φουκώ και αυτό που αναζητούσαν από καιρό όλες οι μυστικές εταιρείες του κόσμου— είναι οι ίδιες οι τελλουρικές δυνάμεις της γης. Αυτό θα επέτρεπε σε εκείνους που έχουν τον έλεγχο να χειριστούν τις κινήσεις του πλανήτη σύμφωνα με την επιθυμία τους. να υψώσουν βουνά, να προκαλέσουν ξηρασίες, να περιστρέψουν τυφώνες, να επιδεινώσουν τις γραμμές ρηγμάτων. Εάν διέθετε κάποιος αυτές τις δυνάμεις, τα έθνη του κόσμου θα λύγιζαν στη θέλησή του, μήπως και εκτοξεύσει μια τρομακτική καταιγίδα ή κατακλυσμό πάνω τους. Δεν είναι ακόμα αρκετά παράλογο για εσάς; Ένας χαρακτήρας υποδηλώνει μια μηχανή της παράνομης γνώσης του Χίτλερ: ο ηγέτης των Ναζί, «ίσως, έλαβε οδηγίες από κάποιον Δρυίδη στην γενέτειρά του».
Υπάρχει επίσης το μπερδεμένο θέμα του τίτλου. Το ομώνυμο βιβλίο προέρχεται από ένα εκκρεμές που στεγάζεται σε ένα μουσείο τεχνών και βιομηχανίας στο Παρίσι. Το εκκρεμές εφευρέθηκε από έναν επιστήμονα του δέκατου ένατου αιώνα ονόματι Jean Bernard Léon Foucault, ο οποίος το δημιούργησε για να παρατηρήσει την περιστροφή της γης. Δεν έχει, όπως πιστεύεται συχνά, το όνομα του φίλου του Eco και φιλόσοφου Michel Foucault. Αλλά και αυτό είναι θέμα προσεκτικής και παιχνιδιάρικης συσκότισης. Ο Eco «απορρίπτει συγκεκριμένα κάθε σκόπιμη αναφορά στον Michel Foucault», είπε κάποτε.
Ομολογουμένως, ορισμένοι αναγνώστες αποθαρρύνονται από την άφθονη δόση ίντριγκας και συνωμοσίας του έργου. Η άγρια εφεύρεση και η αναθεώρησή του κάνει το βιβλίο έναν μεταμοντέρνο έργο στο ίδιο επίπεδο με το έργο του Thomas Pynchon και του Don DeLillo. Αλλά το να ανησυχείς μήπως χάσεις μια λεπτομέρεια, να προβληματίζεσαι για την κατανόηση κάθε στροφής και αιτιολόγησης σε μια τρελή και υδραυλική μυθοπλασία, ίσως πέφτεις στην ίδια παγίδα που κάνουν συχνά οι αναγνώστες όταν διαβάζουν ένα μεγάλο, παιχνιδιάρικο έργο. Λαμβάνοντας τα όλα τόσο σοβαρά, είναι εύκολο να χάσετε τη διασκέδαση και την ανοησία του μυθιστορήματος.
Με αυτό το μυθιστόρημα, ο Umberto Eco έκανε ένα απίθανο κατόρθωμα: έγραψε ένα βιβλίο που ήταν ταυτόχρονα έξυπνο και ανόητο, δημοφιλές και εσωτερικό. Ή, όπως έγραψε ο Anthony Burgess, ένας μεγάλος θαυμαστής του Pendulum: «Το βιβλίο χρειάζεται σαφώς ένα ευρετήριο».
Ακολουθεί απόσπασμα από το έργο του.
“Έτσι έγινε και είδα το Εκκρεμές.
Το Εκκρεμές μού έλεγε ότι μολονότι όλα κινούνταν, η υδρόγειος σφαίρα, το ηλιακό σύστημα, τα νεφελώματα, οι μαύρες τρύπες και όλα τα τέκνα της κοσμικής εκπόρευσης, από τα πρώτα θεία όντα έως την πιο ιξώδη ύλη, ένα μοναδικό σημείο παρέμενε ιδεατός πίρος, σφήνα, γάντζος, και άφηνε το σύμπαν να κινείται γύρω του. Και τώρα εγώ συμμετείχα σ’ αυτή την υπέρτατη εμπειρία, εγώ που επίσης κινιόμουν μέσα στα πάντα μαζί τους, μπορούσα να δω Εκείνο, το Ακίνητο, το Φρούριο, την Εγγύηση, την ολόφωτη αχλή που δεν είναι σώμα, δεν έχει σχήμα, μορφή, βάρος, ποσότητα ή ποιότητα, και δεν βλέπει, δεν νιώθει, δεν υποκύπτει στο συναίσθημα, δεν βρίσκεται σ’ έναν τόπο, ή σε χώρο και χρόνο, δεν είναι ψυχή, διάνοια, φαντασία, γνώση, αριθμός, τάξη, μέτρο, ουσία, αιωνιότητα, δεν είναι σκότος ούτε φως, δεν είναι λάθος και δεν είναι αλήθεια.”
““…. Λοιπόν. Στον κόσμο υπάρχουν οι κρετίνοι, οι ανόητοι, οι βλάκες και οι τρελοί”.
“Εξαιρείται κανείς;”
“Ναι, εμείς οι δυο. Ή τουλάχιστον, δίχως να θέλω να σας προσβάλω, εγώ. Τέλος πάντων, όμως, αν το καλοσκεφτούμε, όλοι ανήκουν σε κάποια απ αυτές τις κατηγορίες. Ολοι μας κάθε τόσο είμαστε κρετίνοι, ανόητοι, βλάκες και τρελοί.
Ας πούμε ότι φυσιολογικός άνθρωπος ειν’ εκείνος που συνδυάζει σε λογικό ποσοστό όλα αυτά τα συστατικά, τους ιδανικούς τύπους”.
“Idealtypen”.
“Μπράβο. Ξέρετε και γερμανικά;”
“Κουτσά στραβά για τις βιβλιογραφίες”.
“Στην εποχή μου, όποιος ήξερε γερμανικά δεν έπαιρνε πτυχίο. Περνούσε τη ζωή του ξέροντας γερμανικά. Νομίζω ότι σήμερα το ίδιο συμβαίνει με τα κινέζικα”.
“Δεν τα ξέρω αρκετά καλά κι έτσι θα πάρω πτυχίο. Ας γυρίσουμε και πάλι όμως στην τυπολογία σας. Τι είναι η μεγαλοφυία, ο Αινστάιν, ας πούμε;”.
“Μεγαλοφυής είναι αυτός που επιστρατεύει ένα απ’ αυτά τα συστατικά κατά ιλιγγιώδη τρόπο, τρέφοντας το με τα υπόλοιπα”.
Ηπιε. Είπε: “Καλησπέρα κούκλα. Ακόμα δεν αποπειράθηκες ν αυτοκτονήσεις;”.
“Όχι”, απάντησε η κοπέλα που περνούσε, “τώρα ανήκω σε μια ομάδα”.
“Μπράβο”, της είπε ο Μπέλμπο. Στράφηκε προς το μέρος μου: “Μπορούν να γίνουν και ομαδικές αυτοκτονίες, δεν νομίζετε;”.
“Οι τρελοί όμως;”.
“Μη νομίσετε ότι η θεωρία μου είναι πανάκεια. Δεν πάω να τακτοποιήσω το σύμπαν. Λέω τι σημαίνει τρελός για έναν εκδοτικό οίκο. Η θεωρία μου είναι ad hoc, εντάξει;”.
“Εντάξει. Σειρά μου να κεράσω”.
“Σύμφωνοι. Πυλάδη, σας παρακαλώ, λιγότερο πάγο. Αλλιώς μπαίνει αμέσως στην κυκλοφορία. Λοιπόν. Ο κρετίνος δεν μιλάει καν, σαλιαρίζει, είναι σπαστικός. Κοπανάει το παγωτό στο κούτελο του από έλλειψη συντονισμού. Μπαίνει στην περιστροφική πόρτα από την αντίθετη πλευρά”.
“Πώς γίνεται;”.
“Αυτός τα καταφέρνει. Γι αυτό είναι κρετίνος. Δεν μας ενδιαφέρει, τον αναγνωρίζουμε αμέσως, και δεν εμφανίζεται σε εκδοτικούς οίκους. Ας τον αφήσουμε εκεί που είναι”.
“Ας τον αφήσουμε”.
“Το να είσαι ανόητος είναι πιο περίπλοκο. Είναι κοινωνική συμπεριφορά. Ανόητος είναι αυτός που δεν πετυχαίνει ποτέ το ποτήρι”.
“Τι εννοείτε;”.
Αυτό”. Σημάδεψε με το δείκτη το τον πάγκο δίπλα στο ποτήρι. “Σκοπεύει να μιλήσει γι αυτό που υπάρχει μες στο ποτήρι αλλά, όπως και να ‘χει, πέφτει έξω. Αν θέλετε, για να το πούμε απλά, είναι αυτός που κάνει γκάφες, που ρωτάει τι κάνει η ωραία σας κυρία στον τύπο που μόλις τον εγκατέλειψε η γυναίκα του. Καταλαβαίνετε;”.
“Καταλαβαίνω. Τους ξέρω”.
“Ο ανόητος είναι περιζήτητος, ιδίως στις κοσμικές συγκεντρώσεις. Φέρνει τους πάντες σε αμηχανία, μα προσφέρει ευκαιρίες για σχόλια. Στη θετική μορφή του είναι διπλωματικός. Μιλάει εκτός θέματος ακόμη και για τις γκάφες των άλλων, στρέφοντας αλλού τη συζήτηση. Ωστόσο δεν μας ενδιαφέρει, δεν είναι ποτέ δημιουργικός, μηρυκάζει, επομένως ποτέ δεν έρχεται να φέρει χειρόγραφα σ έναν εκδοτικό οίκο. Ο ανόητος δεν λέει ότι η γάτα γαβγίζει, μιλάει για τη γάτα όταν οι άλλοι μιλούν για το σκύλο. Λαθεύει στους κανόνες της συζήτησης, κι όταν λαθεύει ωραία είναι υπέροχος. Νομίζω ότι πρόκειται για απειλούμενο είδος, είναι φορέας κυρίως αστικών αρετών. Του χρειάζεται ένα σαλόνι Βερντυρέν, ή μάλλον μια οικία Γκερμάντ. Τα διαβάζετε ακόμη αυτά εσείς οι φοιτητές;”.
“Εγώ ναι”.
“Ανόητος είναι ο Ιωακείμ Μουρά που επιθεωρεί τους αξιωματικούς του και ανάμεσα τους βλέπει έναν από τη Μαρτινίκα γεμάτο παράσημα. “Vous etes negre?”, τον ρωτά. Κι εκείνος: “Oui, mon general”. Κι ο Μουρά: “Bravo, bravo, continuez!” (-Είστε νέγρος; -Μάλιστα στρατηγέ μου –Μπράβο, μπράβο, συνεχίστε!) Και ούτω καθ’ εξής. Με παρακολουθείτε; Συγγνώμη αλλ απόψε γιορτάζω μια ιστορική απόφαση της ζωής μου. Εκοψα το ποτό. Ένα ακόμη; Δεν απαντάτε, με κάνετε να νιώθω ένοχος. Πυλάδη!”.
“Και ο βλάκας;”.
“Α! Ο βλάκας δεν κάνει λάθη συμπεριφοράς. Κάνει λάθος συλλογισμούς. Είναι αυτός που λέει ότι όλοι οι σκύλοι είναι κατοικίδια και όλοι οι σκύλοι γαβγίζουν, όμως και οι γάτοι είναι κατοικίδια ζώα, επομένως γαβγίζουν. Ή ότι όλοι οι Αθηναίοι είναι θνητοί, όλοι οι κάτοικοι του Πειραιά είναι θνητοί, επομένως όλοι οι κάτοικοι του Πειραιά είναι Αθηναίοι”.
“Πράγμα που ισχύει”.
“Ναι, αλλά συμπτωματικά. Ο βλάκας μπορεί να πει και κάτι σωστό, όμως για λανθασμένους λόγους”.
“Μπορούμε να πούμε λανθασμένα πράγματα, αρκεί οι λόγοι να είναι σωστοί”.
“Κατ ανάγκην. Αλλιώς γιατί να πασχίζουμε τόσο να είμαστε έλλογα όντα;”.
“Ολοι οι μεγάλοι ανθρωπόμορφοι πίθηκοι κατάγονται από κατώτερες μορφές ζωής, οι άνθρωποι κατάγονται από κατώτερες μορφές ζωής, άρα όλοι οι άνθρωποι είναι μεγάλοι ανθρωπόμορφοι πίθηκοι”.
“Αρκετά καλά. Φτάσαμε ήδη στο κατώφλι όπου υποπτεύεστε ότι κάτι δεν πάει καλά, όμως χρειάζεται λίγη δουλειά για ν αποδείξετε τι και γιατί. Ο βλάκας είναι παμπόνηρος. Τον ανόητο τον αναγνωρίζουμε αμέσως (κι ας μη μιλήσουμε για τον κρετίνο), ενώ ο βλάκας κάνει συλλογισμούς περίπου σαν τους δικούς μας, εκτός από κάτι απειροελάχιστο. Είναι δεξιοτέχνης των παραλογισμών. Ενας επιμελητής εκδόσεων δεν έχει σωτηρία, πρέπει ν ασχολείται μαζί τους ως τον αιώνα τον άπαντα. Εκδίδονται πολλά βιβλία από βλάκες γιατί εκ πρώτης όψεως μας πείθουν. Ο επιμελητής εκδόσεων δεν έχει εκπαιδευτεί ν αναγνωρίζει τους βλάκες. Αφού δεν το κάνει η Ακαδημία των Επιστημών, γιατί να το κάνουν οι εκδόσεις;”.
“Δεν το κάνει ούτε η φιλοσοφία. Ο οντολογικός συλλογισμός του Αγίου Ανσέλμου είναι βλακώδης. Ο Θεός οφείλει να υπάρχει επειδή μπορώ να τον συλλάβω ως ον που διαθέτει παν το τέλειο, συμπεριλαμβανομένης και της ύπαρξης. Συγχέει το υπάρχον στη σκέψη με το υπαρκτό στην πραγματικότητα”.
“Ναι, αλλά είναι βλακώδης και η ανασκευή του Γκονιλόν. Μπορώ να σκεφτώ ένα νησί στη θάλασσα ακόμα κι αν αυτό το νησί δεν υπάρχει. Συγχέει τη σκέψη του ικανού με τη σκέψη του αναγκαίου”.
“Διαμάχη μεταξύ βλακών”.
“Βεβαίως, κι ο Θεός διασκεδάζει με την ψυχή του. Θέλησε να παραμείνει ασύλληπτος απλώς για να δείξει ότι ο Ανσέλμος και ο Γκονιλόν ήταν βλάκες. Τι υπέρτατος σκοπός της δημιουργίας, τι λέω, της ίδιας της πράξης χάριν της οποίας απαιτείται ο Θεός. Τα πάντα να στοχεύουν στην καταγγελία της βλακείας του κόσμου”.
“Περιστοιχιζόμαστε από βλάκες”.
“Δεν υπάρχει διαφυγή. Ολοι είναι βλάκες, εκτός από εμάς τους δυο. Ή μάλλον, μην προσβληθείτε, εκτός από σας”.
“Νομίζω ότι εδώ υπεισέρχεται η απόδειξη του Γκέντελ”.
“Δεν ξέρω, είμαι κρετίνος. Πυλάδη!”
“Μα είναι η σειρά μου”.