Στις 10 Ιουλίου του 1964, η διάσημη σχεδιάστρια μόδας προκαλεί επανάσταση…
Στη δεκαετία του 1960, οι γυναίκες διαμαρτυρήθηκαν για να απενεχοποιήσουν τις μίνι φούστες. Η Mary Quant ήταν μια επαναστατική σχεδιάστρια μόδας που είχε μεγάλη επίδραση στην ιστορία της μόδας. Της πιστώθηκε ο σχεδιασμός της πρώτης μίνι φούστας, αντανακλώντας με αυτόν τον τρόπο την επιθυμία για αλλαγή κι εξέλιξη.
Η Mary Quant σπούδασε Καλές Τέχνες κι αποφοίτησε το 1953 από το Goldsmith’s College Art σε ηλικία 19 ετών, τη χρονιά της στέψης της Βασίλισσας. Οι γονείς της Quant δεν δέχονταν να πάει σε σχολή σχεδίου μόδας, αλλά συμβιβάστηκαν επιτρέποντάς της να πάει σε σχολή τέχνης. Μετά από μια σύντομη μαθητεία στον κορυφαίο Mayfair milliner Erik of Brook Street, όπου προσάρμοσε καπέλα με την κυρτή βελόνα τομής του ασκούμενου-οδοντίατρου αδελφού της, η Quant άρχισε να φτιάχνει τα δικά της πρακτικά, συχνά χωρίς μέση, ανδρόγυνα ρούχα σε τουίντ, gingham, γκρι φανέλα. και Liberty print, υφάσματα που παραδοσιακά συνδέονται με άνδρες ή με την παιδική ηλικία. Ερωτεύτηκε (και αργότερα παντρεύτηκε) τον συμφοιτητή της στους Goldsmiths, Alexander Plunket Greene, έναν επιδεικτικό γόη που φορούσε μεταξωτές πιτζάμες, και το ζευγάρι έγινε γρήγορα ο άξονας γύρω από τον οποίο το «Chelsea Set».
O Plunkett Greene έγινε αργότερα συνεργάτης και σύζυγός της. Αφού άφησε το σχολείο τέχνης, ο Quant μαθήτευσε στον Erik της Brook Street, έναν Δανό τεχνίτη που εργαζόταν στο Λονδίνο. Το 1955 ο σύζυγος του Quant αγόρασε το Markham House στην King’s Road του Λονδίνου για να ανοίξει ένα κατάστημα με το όνομα Bazaar και ένα εστιατόριο που ονομάζεται Alexander’s.
To Bazaar είναι ένα μαγαζί που πουλά φθηνά ρούχα για teenager. Η Quant όμως, δεν ξέρει πολλά από μόδα. Αυτό όμως που πολύ καλά καταλαβαίνει είναι ότι οι καιροί αλλάζουν και οι νέοι έρχονται στο προσκήνιο, απαιτώντας της δική τους μόδα. Το Bazaar δεν αργεί να γίνει το επίκεντρο της μόδας στο Λονδίνο. Η Brigitte Bardot, η Elizabeth Taylor και πιο μετά οι Beatles, ψωνίζουν από εκεί.
Η Mary ήταν υπεύθυνη για την αγορά των μετοχών για το Bazaar, ο Alexander για τις πωλήσεις και το μάρκετινγκ, ενώ ο Archie McNair, ειδικός δικηγόρος που διηύθυνε μια επιχείρηση φωτογραφίας, χειριζόταν τη νομική και εμπορική πλευρά της επιχείρησης. Η Quant σχεδίασε ένα μαύρο λογότυπο μαργαρίτας με πέντε πέταλα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Κι αυτό έγινε τελικά το παγκόσμιο σήμα κατατεθέν της.Όταν η Κουάντ αρχίζει να σχεδιάζει τα δικά της ρούχα, κάθε κολεξιόν της είναι κι ένα σκάνδαλο. Το 1961 ανοίγει το δεύτερο μαγαζί της και δυο χρόνια αργότερα αρχίζει να εξάγει τα ρούχα της στην Αμερική και σε όλον τον κόσμο. Η μίνι φούστα γίνεται το ενδυματολογικό σύμβολο της ρήξης μιας ολόκληρης γενιάς με την προηγούμενη.
Η Quant ήταν μια γυναίκα που έβλεπε πάντα μακριά… Κατάφερε να προβλέψει την επερχόμενη “κοινωνία της αναντικατάστασης” επιβάλοντας την “προσωρινότητα” των ρούχων.
Τα ρούχα της έχουν γεωμετρική γραμμή, λανσάρει τα κολάν των χορευτών (δαντελωτά και χοντρά χρωματιστά τα οπεία είχε πρωτολανσάρει ο Balenciaga- εκείνη όμως τα καθιερώνει-), κάνει μόδα τις ψηλές μπότες, το παντελόνι καμπάνα, το poor boy σουέτερ, το little girl look.
“Τα ρούχα μου, έτυχε να είναι αυτά ακριβώς που ήθελαν οι νέοι. Ταίριαζαν με τους δίσκους της ποπ, τα εσπρέσο μπαρ, τα τζαζ κλαμπ, τα νεανικά περιοδικά. Η μίνι φούστα επέτρεπε στα κορίτσια να χορεύουν, να κινούνται, να ζουν. Στο παρελθόν, μόνο οι πλούσιοι και το κατεστημένο καθόριζαν τη μόδα. Τώρα η μόδα είναι υπόθεση ενός κοντού, φθηνού φορέματος.Το καλό γούστο είναι ζωή, η κακογουστιά θάνατος!” γράφει στην αυτιοβιογραφία της “Quant on Quant”.
Στο τέλος της δεκαετίας του ‘60, η διάσημη σχεδιάστρια επεκτείνει τις εμπορικές της δραστηριότητες σε καλλυντικά, σε υφάσματα σπιτιού και σε πολλά άλλα.Το 1966 παρουσιάζει τη σειρά καλλυντικών της, ενώ τιμάται από τη Βασίλισσα Ελισάβετ με το παράσημο της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και εισάγεται στο Fashion Hall of Fame. Εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο, οι δημιουργίες της σημειώνουν ιδιαίτερη επιτυχία τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ιαπωνία. Στις επόμενες δεκαετίες επικεντρώνεται στα προϊόντα οικιακής κατανάλωσης και στα προϊόντα καλλωπισμού.
Μέχρι και σήμερα, οι επιχειρήσεις της συνέχισαν να αποδίδουν, αφήνοντας κέρδη πολλών εκατομμυρίων. Mε τον σύζυγό της Alexander, απέκτησαν ένα γιο. Μένει χήρα το 1990 ενώ τα τελευταία χρόνια , μέχρι τον θάνατό της, ζούσε σε εξοχική κατοικία στην επαρχία του Surrey. Τον Δεκέμβριο του 2014 τιμήθηκε με τον τίτλο της Dame, που αποτελεί τιμητικό τίτλο ιπποτικού τάγματος για γυναίκες.