Σε έναν κόσμο που επιμένει να μετρά την αξία μας με νούμερα στη ζυγαριά, στην ταμπέλα του ρούχου, στις θερμίδες, οι γυναίκες οφείλουν να απελευθερωθούν. Να αγαπήσουν το σώμα τους όχι παρά τα κιλά τους, αλλά μαζί με αυτά. Να μιλήσουν ανοιχτά για τις διατροφικές διαταραχές, για τον υπόγειο ρατσισμό απέναντι στα σώματα που ξεφεύγουν από το «πρότυπο», για τις ενοχές που γεννιούνται στο κάθε κουτάλι, στο κάθε καθρέφτη, στο κάθε βλέμμα.
Με φόντο όλα αυτά, έρχεται το βιβλίο «Ο κορσές της Σταχτοπούτας» από την Θεοφανία Ανδρονίκου Βασιλάκη, όχι σαν ακόμη ένα εγχειρίδιο αυτοβελτίωσης, αλλά σαν μια χιουμοριστική, τρυφερή, βαθιά ειλικρινής αφήγηση για την ανάγκη να πάψουμε να “χωράμε” και να αρχίσουμε να υπάρχουμε.
Περιέγραψέ μου τον “Κορσέ της Σταχτοπούτας”, το βιβλίο που μόλις κυκλοφόρησες από τις εκδόσεις Χάρτινη Πόλη;
Είναι μια κραυγή αλλά με χιούμορ. Μια τρυφερή γροθιά στο στομάχι. Ένα βιβλίο που μιλάει για τη σχέση μας με το φαγητό, με το σώμα, με τη θηλυκότητα. Και το κάνει χωρίς να κουνάει το δάχτυλο, χωρίς να σου λέει “αγάπα τον εαυτό σου” σαν ατάκα στην κούπα που πίνουμε καφέ. Με χιούμορ και αυτοσαρκασμό. Με εικόνες που αναγνωρίζουμε όλες: από διατροφές και μαγικές δίαιτες, μέχρι τα ρούχα που κρατάμε για “όταν θα ξαναχωρέσουμε”.
Πώς προέκυψε ο τίτλος; Τι σημαίνει για σένα ο “κορσές”;
Ο κορσές είναι η φωνή στο κεφάλι μας που λέει «μη φας άλλο», «αν ήσουν πιο αδύνατη…». Είναι ο εσωτερικός περιορισμός που μας μάθανε να φοράμε από κοριτσάκια. Και η Σταχτοπούτα συμβολίζει την ιδέα ότι αν χωρέσεις στο γοβάκι (ή στο small), θα σε αγαπήσουν. Αλλά η ζωή δεν είναι παραμύθι. Ή μάλλον είναι, απλώς σε αυτό το παραμύθι, η ηρωίδα τρώει σουφλέ σοκολάτας και δεν ζητά συγγνώμη.
Άρα δεν είναι βιβλίο μόνο για όσες έχουν περάσει διατροφικές διαταραχές;
Όχι, καθόλου. Είναι για όλες και όλους όσους κάποια στιγμή ένιωσαν “λίγοι” επειδή ήταν αρκετοί στη ζυγαριά. Είναι για τις γυναίκες που κρύφτηκαν στην παραλία, για τους άντρες που δεν τόλμησαν να βγάλουν τη μπλούζα τους, για κάθε άνθρωπο που κάποτε μέτρησε την αξία του με νούμερα. Και είναι και για εκείνους που τα πέρασαν όλα αυτά και τώρα θέλουν να τα ξαναδούν με χιούμορ και ενσυναίσθηση.
Γιατί επέλεξες να το γράψεις με χιουμοριστικό τόνο, ενώ μιλάς για διατροφικές διαταραχές;
Γιατί το χιούμορ μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως το φίλτρο που συρρικνώνει τον πόνο της προσπάθειας. Όταν μπορείς να γελάσεις με τον πόνο σου, τον αποδυναμώνεις. Δεν τον αποφεύγεις, αλλά τον αντιμετωπίζεις με άλλη ματιά και γίνεται πιο ελαφρύς. Οι διατροφικές διαταραχές δεν είναι αστείες, αλλά γεμάτες από καθημερινές, σχεδόν σουρεαλιστικές στιγμές. Από δίαιτες που κρατάνε δύο ώρες. Από delivery στις δύο τα ξημερώματα, από φίλες που σου λένε “μα δεν φαίνεσαι 100 κιλά!”. Το χιούμορ είναι η μόνη γλώσσα που μπορεί να μιλήσει για όλα αυτά χωρίς να φέρει ντροπή και το κυριότερο, χωρίς να κάνει κατήχηση.
Και η Σταχτοπούτα; Πώς συνδέεται;
Η Σταχτοπούτα είναι η πρώτη μας παρεξήγηση ως μικρά κορίτσια. Μας έμαθαν ότι αν χωρέσεις στο γοβάκι, θα γίνεις αποδεκτή. Ότι πρέπει να κρυφτείς, να κάνεις τα πάντα για να μπεις στα πρότυπα που σου επιβάλλουν και όταν μπεις στο “σωστό” νούμερο όλα θα αλλάξουν. Ο κορσές είναι αόρατος, αλλά υπαρκτός. Είναι η φωνή που λέει “αν ήσουν πιο λεπτή…”, “αν πρόσεχες λίγο ακόμα…”. Το βιβλίο μου είναι κατά κάποιο τρόπο, η απελευθέρωση της Σταχτοπούτας που κρύβει η κάθε μια μας μέσα της.
Υπάρχει ρατσισμός απέναντι στα σώματα;
Όχι απλώς υπάρχει, είναι σχεδόν θεσμοθετημένος και φορεμένος με χαμόγελο. Από τα ρούχα που το small κάνει σε παιδιά, ως και τις γιαγιάδες που σε χαιρετούν με “πάχυνες” αντί για “πως είσαι”, μέχρι τη φίλη που σου λέει με αγάπη “αν αδυνάτιζες λίγο…”. Αυτός ο ρατσισμός είναι υπόγειος. Δεν φωνάζει, ψιθυρίζει. Σου φυτεύει ενοχή, αυτολύπηση και ντροπή. Το βιβλίο τον φωτίζει με πολύ γέλιο, γιατί το γέλιο είναι φως. Και όταν ρίχνεις φως στον ρατσισμό, δεν μπορεί πια να κρυφτεί.
Ποιο είναι για σένα το αντίδοτο στη διατροφική διαταραχή;
Η κατανόηση και η αγκαλιά στον εαυτό μας χωρίς όρους. Η αποδοχή πριν το “μετά”. Και το χιούμορ είναι αυτό το απενοχοποιημένο γέλιο που λέει: Σε βλέπω. Σ’ αγαπώ. Δεν σε διορθώνω. Όταν σου δίνεις χώρο να είσαι όπως είσαι, δεν πεινάς πια. Ούτε για φαγητό, ούτε για έγκριση.
Το βιβλίο είναι μόνο για γυναίκες;
Καθόλου. Είναι για όλους. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά. Όλους όσους ένιωσαν ότι το σώμα τους είναι “λάθος”. Που ντράπηκαν να βγουν στη θάλασσα, που απέφυγαν τη φωτογραφία, που έβαλαν φίλτρο για να δουν τον εαυτό τους. Είναι για ανθρώπους. Για καρδιές που κλείστηκαν σε σώματα σαν φυλακές και θέλουν επιτέλους να βγουν έξω και να χορέψουν.
Και ποιο είναι το “happy end” σε όλη αυτή την ιστορία;
Ότι δεν χρειάζεται happy end. Δεν χρειάζεται “τέλος”, χρειάζεται αρχή. Να ξυπνάς και να λες: “Είμαι εντάξει. Σήμερα. Όπως είμαι.” Χωρίς τιμωρίες, χωρίς στερήσεις, χωρίς κορσέδες, κυριολεκτικούς ή συναισθηματικούς. Το happy end δεν είναι να χωρέσουμε στο νούμερο. Είναι να χωρέσουμε στη ζωή μας.
Πηγή: zappit.gr