Μικρές τοπικές οργανώσεις, γνωστές ως Active Clubs, ξεφυτρώνουν με ανησυχητική ταχύτητα στην Αμερική και την Ευρώπη, χρησιμοποιώντας τη σωματική άσκηση και την καλή φυσική κατάσταση ως «βιτρίνα» για έναν επικίνδυνο σκοπό. Πρόκειται για το νέο πρόσωπο της λευκής υπεροχής: ομάδες που κρύβονται πίσω από τη ρητορική της φυσικής βελτίωσης, της πειθαρχίας και της αδελφότητας, ενώ στην πραγματικότητα στοχεύουν στη στρατολόγηση νέων λευκών ανδρών και την προετοιμασία τους για έναν υποτιθέμενο φυλετικό πόλεμο.
Από το 2020, έχουν εμφανιστεί σε τουλάχιστον 25 πολιτείες των ΗΠΑ και σε χώρες όπως η Σουηδία, ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Ελβετία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Φινλανδία και για πρώτη φορά, στη Λατινική Αμερική στη Χιλή και την Κολομβία. Σύμφωνα με το Counter Extremism Project, σήμερα υπάρχουν 187 ενεργά παραρτήματα σε 27 χώρες – αύξηση 25% σε λιγότερο από δύο χρόνια.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Παγκόσμιου Έργου κατά του Μίσους και του Εξτρεμισμού (GPAHE), από το 2023, αυτές οι νεανικές πτέρυγες —που θυμίζουν λέσχες τύπου Χιτλερικής Νεολαίας— αναδύονται στις ΗΠΑ και επεκτείνονται ταχύτατα διεθνώς, στρατολογώντας νέους άνδρες και προωθώντας τοξικές, ακροδεξιές ιδεολογίες που υποκινούν τον φυλετικό πόλεμο.
Τα μέλη των Active Clubs διαφημίζουν συνεδρίες πολεμικών τεχνών, τρέξιμο, άρση βαρών. Ωστόσο, οι συναντήσεις αυτές συχνά συνοδεύονται από ιδεολογικά σεμινάρια, ανταλλαγή προπαγανδιστικού υλικού και εκπαίδευση για «επιβίωση» σε ένα σενάριο κοινωνικής κατάρρευσης.
Η στρατολόγηση γίνεται σχεδόν αποκλειστικά μέσω κρυπτογραφημένων εφαρμογών όπως το Telegram, το Wire και το Matrix, ενώ η προπαγάνδα διανέμεται σε εναλλακτικές πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης – Gab, Odysee, VK, BitChute. Χρησιμοποιούν επίσης επιλεκτικά δημοφιλείς πλατφόρμες όπως το Instagram, το Facebook, το X (πρώην Twitter) και το TikTok.
Σύμφωνα με αναλυτές που παρακολουθούν ακροδεξιές εξτρεμιστικές οργανώσεις, το δίκτυο Active Club αριθμεί έναν βασικό πυρήνα από 400 έως 1.200 λευκούς άνδρες παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων υποστηρικτών και ανενεργών μελών. Οι λέσχες στοχεύουν κυρίως νεαρούς λευκούς άνδρες, από τα τέλη της εφηβείας έως περίπου τα 23 τους χρόνια.
Μέλη των Active Clubs έχουν εμπλακεί στη δημιουργία και διανομή νεοναζιστικών βίντεο και μανιφέστων. Τον τέλη του 2023, δύο άνδρες από το Οντάριο, ο Κρίστοφερ Νίπακ και ο Μάθιου Άλθορπ, συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για διανομή υλικού της νεοναζιστικής ομάδας Atomwaffen Division και της διακρατικής τρομοκρατικής ομάδας Terrorgram. Μετά τις συλλήψεις τους, το δημόσιο δίκτυο των Active Clubs στον Καναδά σίγησε, οι σελίδες στο Telegram διαγράφηκαν ή μετονομάστηκαν, και η ομάδα παρέμεινε σχεδόν αόρατη.
Λευκός εθνικισμός 3.0
Η ιδέα των Active Clubs έχει τις ρίζες της στον Αμερικανό νεοναζί Ρόμπερτ Ρούντο, πρώην ηγέτη του Rise Above Movement (RAM) – μιας ομάδας γνωστής για οδομαχίες και επιθέσεις σε διαδηλώσεις μεταξύ 2016 και 2018. Το 2020, ο Ρούντο εισήγαγε τον όρο «Λευκός Εθνικισμός 3.0», μια νέα στρατηγική που βασίζεται σε τρεις πυλώνες:
- Αποκέντρωση – μικρές ομάδες, συχνά λιγότερες από 12 μέλη, που λειτουργούν ημιαυτόνομα.
- Διείσδυση μέσω fitness – ενσωμάτωση σε mainstream κοινότητες φυσικής κατάστασης για στρατολόγηση «υποψηφίων» χωρίς προφανή εξτρεμιστικά σύμβολα.
- Προετοιμασία για σύγκρουση – ιδεολογική και φυσική εκπαίδευση με ορίζοντα έναν μελλοντικό «φυλετικό πόλεμο».
«Πρέπει να μάθεις πώς να πολεμάς»
«Το Active Club δεν είναι τόσο μια δομική οργάνωση όσο ένας τρόπος ζωής για όσους είναι πρόθυμοι να εργαστούν, να ρισκάρουν και να ιδρώσουν για να ενσαρκώσουν τα ιδανικά μας για τον εαυτό τους και να τα προωθήσουν σε άλλους», εξηγεί ο Ρούντο σε βίντεο στο κανάλι του στο Telegram.
«Ποτέ δεν μας έλεγαν “Πρέπει να μάθεις πώς να πολεμάς για να μπορείς να δέρνεις έγχρωμους ανθρώπους”. Μας έλεγαν “Πρέπει να μάθεις πώς να πολεμάς επειδή οι άνθρωποι θα θέλουν να σε σκοτώσουν στο μέλλον”», δήλωσε ένα πρώην μέλος του Active Club στο Vice News το 2023.
Για τις αρχές και την κοινωνία των πολιτών, τα Active Clubs αντιπροσωπεύουν έναν νέο τύπο απειλής. Δεν μοιάζουν με τις οργανώσεις του παρελθόντος: δεν έχουν κεντρικά γραφεία, δεν διοργανώνουν μαζικές συγκεντρώσεις, δεν αφήνουν πολλά ψηφιακά ίχνη. Η στρατηγική τους είναι «χαμηλού προφίλ» αλλά εξαιρετικά αποτελεσματική: δημιουργία δικτύων επιρροής μέσα από γυμναστήρια και διαδικτυακές κοινότητες και ριζοσπαστικοποίηση των νέων σε περιβάλλοντα που θεωρούνται ακίνδυνα. Αν δεν βρεθούν αποτελεσματικά εργαλεία παρακολούθησης και πρόληψης, η επόμενη γενιά εξτρεμιστών δεν θα συγκεντρώνεται σε υπόγεια, αλλά σε γυμναστήρια και πάρκα – έτοιμη να περάσει από τη σωματική άσκηση στη δράση.
ΠΗΓΗ: Guardian, The Conversation