Η ειρηνευτική συμφωνία Ισραήλ – Χαμάς δεν ήταν απλώς μια ιστορική στιγμή για τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, αλλά ήταν επίσης και ένα σημαντικό επίτευγμα για το Κατάρ και τον στρατό των λομπιστών του στην Ουάσινγκτον.
Επί χρόνια, η μικροσκοπική χώρα του Περσικού Κόλπου προσπαθεί να αναδιαμορφώσει την εικόνα της από υποστηρικτή ισλαμιστικών κινημάτων σε διπλωματικό μεσολαβητή και εταίρο των ΗΠΑ. Με τον σημαντικό ρόλο που έπαιξε στη συνέχιση των ειρηνευτικών συνομιλιών για τη Γάζα, στη Ντόχα ευελπιστούν ότι αυτό θα εδραιώσει τη φήμη του Κατάρ ως ειρηνοποιού στην περιοχή και θα τερματίσει οριστικά τις κατηγορίες ότι είναι υπεύθυνο για την φιλοξενία τρομοκρατών και την ενίσχυση του αντι-ισραηλινού αισθήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Νομίζω ότι είναι λογικό να υποθέσουμε ότι άσκησαν κάποια πίεση στη Χαμάς για να αποδεχτεί τη συμφωνία. Αυτό πρέπει να κάνει ένας καλός διαπραγματευτής», δήλωσε ο πρώην βουλευτής των ΗΠΑ Τζιμ Μόραν.
Τις ημέρες που ακολούθησαν την ανακοίνωση της ειρηνευτικής συμφωνίας, έχουν προκύψει περισσότερα στοιχεία που καταδεικνύουν τον βαθμό στον οποίο οι προσπάθειες του Κατάρ να χτίσει ερείσματα στην Ουάσινγκτον αποδίδουν καρπούς.
Το πρωί της Παρασκευής, ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκεθ ανακοίνωσε ότι το Πεντάγωνο είχε υπογράψει συμφωνία για το άνοιγμα εγκαταστάσεων στο Άινταχο, οι οποίες θα φιλοξενήσουν μια ομάδα αεροσκαφών και πιλότων της Πολεμικής Αεροπορίας του Κατάρ. Αν και η συμφωνία προκάλεσε αντιδράσεις από ορισμένους συντηρητικούς, ήταν μια σημαντική νίκη για το Κατάρ. Λίγες ώρες νωρίτερα, οι Ρεπουμπλικάνοι στη Γερουσία απέρριψαν την προσπάθεια των Δημοκρατικών να μπλοκάρουν τη χρηματοδότηση της κυβέρνησης Τραμπ για τη μετατροπή ενός πολυτελούς αεροσκάφους που είχε δωρίσει το Κατάρ, ώστε να χρησιμοποιηθεί ως Air Force One.
Πρόκειται για μια αξιοσημείωτη στροφή σε σχέση με σχεδόν μια δεκαετία πριν, όταν ισχυροί γείτονες όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ηγήθηκαν άλλων στην περιοχή και διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις. Ουσιαστικά έθεσαν σε εφαρμογή έναν αποκλεισμό του Κατάρ που διήρκεσε σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια της πρώτης κυβέρνησης Τραμπ.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, το Κατάρ άρχισε να επενδύει μεγάλα ποσά σε λόμπινγκ στην Ουάσινγκτον, όμως οι εκκλήσεις της Ντόχα δεν εισακούονταν απέναντι στις πιο τρομερές επιχειρήσεις επιρροής που ασκούσαν οι Σαουδάραβες και τα ΗΑΕ.
Η αποκατάσταση της εικόνας του Κατάρ δέχτηκε ένα ακόμη πλήγμα στην αρχή του πολέμου Ισραήλ-Χαμάς το 2023, με τους επικριτές να κατηγορούν τη Ντόχα ότι χρησιμοποιεί τις συνεργασίες της με αμερικανικά πανεπιστήμια για να κατηχήσει Αμερικανούς φοιτητές και να προωθήσει τον αντισημιτισμό, ενώ παράλληλα τόνιζαν το γεγονός ότι η πολιτική ηγεσία της Χαμάς έχει την έδρα της στη χώρα.
Η ειρηνευτική συμφωνία αυτής της εβδομάδας έδωσε μια αύρα δικαίωσης στη Ντόχα και τους συμβούλους της στην αμερικανική πρωτεύουσα.
Ένας εκπρόσωπος συμφερόντων της αραβικής χώρας, υπό καθεστώς ανωνυμίας δήλωσε στο POLITICO ότι «όλα αυτά επικυρώνουν από την κυβέρνηση Τραμπ ότι οι Καταριανοί εργάζονταν καλή τη πίστει και ότι προσπαθούσαν πάντα να απελευθερώσουν αυτούς τους ομήρους».
«Δεν υπήρξε μεγαλύτερο μπούμερανγκ για το Ισραήλ από τον βομβαρδισμό της Ντόχα», είπε ο λομπίστας του Κατάρ, αναφερόμενος στις ισραηλινές αεροπορικές επιδρομές του Σεπτεμβρίου εναντίον διαπραγματευτών της Χαμάς. «Όλα άνοιξαν εξαιτίας αυτής της κίνησης».
Πολλοί αποδίδουν την ενίσχυση της θέσης του Κατάρ και στις στενές προσωπικές σχέσεις του Τραμπ και του ειδικού απεσταλμένου του Στιβ Γουίτκοφ με τον Εμίρη του Κατάρ Σεΐχη Ταμίμ μπιν Χαμάντ Αλ Θάνι και τον πρωθυπουργό Μοχάμεντ Αμπντουλραχμάν Αλ Θάνι, σημειώνοντας ότι το κουαρτέτο βρήκε κοινό έδαφος στο επιχειρηματικό τους παρελθόν.
Εντούτοις, το Κατάρ συνεχίζει να έχει επικριτές στην Ουάσινγκτον. Η σύμμαχος του Τραμπ και συντηρητική ακτιβίστρια Λόρα Λούμερ κατακεραύνωσε την ανακοίνωση της Παρασκευής σχετικά με τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις στο Άινταχο, γράφοντας σε μια ανάρτηση στο X: «Πρόκειται για μια στημένη επίθεση στην Αμερική από ισλαμιστές άγριους από το Κατάρ, τους μεγαλύτερους χρηματοδότες της ισλαμικής τρομοκρατίας σε ολόκληρο τον κόσμο. … Πρέπει να δω πόσο ακόμα από τη ζωή μου θα αφιερώσω σε ένα κόμμα που δεν θα αντιμετωπίσει την απειλή του Ισλάμ στη Δύση».
«Όμως αν το Κατάρ καταφέρει να χτίσει τη φήμη του ως ειρηνοποιού, θα μπορούσε να ανοίξει νέες πόρτες για ξένες επενδύσεις στο Κατάρ και επενδύσεις του Κατάρ σε δυτικά έθνη», σχολίασε ο Μπεν Φρίμαν, ο οποίος μελετά την επιρροή της χώρας για το Ινστιτούτο Υπεύθυνης Πολιτικής Quincy.
Πηγή: POLITICO